You are currently viewing Κωστής Ζ. Καπελώνης:  – Αφίσταμαι…

Κωστής Ζ. Καπελώνης:  – Αφίσταμαι…

Αφίσταμαι εξ αποστάσεως, αποστασιοπούμενος, εξασφαλίζοντας αποστάσεις ασφαλείας από τα μη ασφαλή, με τη διακινδύνευση, να απασφαλίσει ο εγκέφαλος και να γεννήσει σκέψεις, που θα δημιουργήσουν ανασφάλεια στο περιβάλλον, σε μια εποχή μετάβασης από μια εύθραυστη “ασφάλεια” σε μια μαίηνστρημ “νεοασφάλεια” που διατρέχει οριζοντίως και καθέτως ένα πεδίο ανασφάλειας, που διατυμπανίζεται σαν “σταθερότητα”, αλλά είναι στην πραγματικότητα κινούμενη άμμος μη αισθαντικών υποκειμένων, άμοιρων ευθυνών, χαμένων ευκαιριών και ενδεχομένως ημιτελών ερώτων, μεταξύ των καλλιτεχνών των πολιτικών και του κοινού των, που παραπλανάται από τους ενδιάμεσους πωλητές ή μεταπωλητές εμπορευματοποιημένης τέχνης και πολιτικής,

χωρίς περιεχόμενο και προοπτικές, μονοκαλλιέργειας καταναλωτικών “αγαθών”, χωρίς ίχνος αγαθότητας, εν μέσω πολεμικών συγκρούσεων, που θέτουν σε κίνδυνο την όποια πολυδιαφημισμένη ασφάλεια μιας δυτικής κοινωνίας που έχει χάσει ανεπαισθήτως τις όποιες αξίες διαφημίζει ως δημοκρατία, με εμφανές πια το ενδεχόμενο κατάρρευσης, που προετοιμάζεται μεθοδικά και ασυνείδητα, ή μήπως συνειδητά από κάποιους, όμως αποτελεσματικά ως προς τα απευκτέα αποτελέσματα, και η Τέχνη, το Θέατρο ειδικά, δεν έχει ακόμη αντιληφθεί την ανάγκη της αναθέρμανσης της προαιώνιας αποστολής του, που ήταν και σε περιόδους ευμάρειας αλλά και σε εποχές μεγάλης στενότητας προοπτικών, να συντηρήσει τη φλόγα του νέου μέλλοντος, που θα συνδέσει την Παράδοση με το Άγνωστο, όπως έκανε ο Αισχύλος, ο Σαίξπηρ και ο Μπέκετ και αρκείται να απασχολεί τον θεατή μιάμιση ώρα με φτηνά αντίγραφα πρωινάδικων με τσάμπα πρόγραμμα, δηλαδή τι φόρεσαν, τι έφαγαν, ποιον χώρισαν οι κατασκευασμένοι τηλεστάρ, με την τηλεόραση να δημιουργεί την πραγματικότητα του μέσου θεατή, με σκοπό να τον οδηγεί και να τον καθοδηγεί να ψηφίζει εξώφυλλα και να αγοράζει άχρηστα μικροϋποκατάστατα επίπλαστης σταθερότητας από τα ράφια των σουπερμάρκετ ή πιο φτηνά -νομίζοντας- από ντελίβερι απατεώνων· ακόμη και οι ειδήσεις στις εφημερίδες, γραμμένες φαρδιά πλατιά, μεταφράσεις ξένων ειδήσεων από το γκουγκλ, με τα αδιόρθωτα ελληνικά της συμφοράς, (διάβαζα δηλώσεις ευρωπαίων πολιτικών μεγαλοπαραγόντων, που έγραψαν στο Χ, πρώην Τουίτερ και μελλοντικό Μηδέν, σχολιάζοντας σοβαρό πολιτικό γεγονός και κατάφερε η μετάφραση να κάνει την είδηση ακατανόητη, ανόητη κυριολεκτικά, γιατί ο συντάκτης υπηρεσίας εμπιστεύτηκε τα ελληνικά της γκουγκλ, που προφανώς δεν ήταν σε θέση να σουλουπώσει, αφού τα δικά του ελληνικά είναι χειρότερα, γιατί δεν διάβασε ποτέ του ελληνική ποίηση και δεν αναμετρήθηκε με λέξεις, όπως ο Σολομός ή ο Σεφέρης, -τώρα τι λέω- που τους γνωρίζει μόνο κατ’ όνομα και αν), σε αυτό λοιπόν το κοινωνικό περιβάλλον θα έπρεπε η Τέχνη να ξυπνήσει από τη μαλακή στρωματσάδα των τηλεοπτικών περικοκλάδων και να επαναστατήσει απέναντι σε μια απόγνωση που έγινε σταθερή κανονικότητα και εύχεται καθημερινά, σε κάθε αποχωρισμό «καλή συνέχεια», αυτή την ευχή την κατασκευασμένη από κάποιον διαφημιστή προϊόντων υπηρεσιών, που δεν εννοεί απολύτως τίποτα, αλλά τείνει να εμφανιστεί ακόμη και σαν ευχή προς νεονύμφους ή σε αποχαιρετισμούς νεκρών, ενώ όλοι γνωρίζουν ότι η “καλή συνέχεια” αυτού που ζούμε, δεν έχει καμία προοπτική βελτίωσης, αν δεν καταστραφεί το τέρας της επίπλαστης ευτυχίας που ορίζεται από αιρμπιενμπή έσοδα και έξοδα σε γκάτζετς, που επιμένει να μην τολμά να ερωτευτεί αυτό που ανέκαθεν φοβάται, μην του ταράξει τα λιμνάζοντα νερά της δυστυχίας του, γιατί ακριβώς τον έχουν πείσει ότι η όποια αλλαγή είναι καταστροφή, ενώ αυτό που έχει ήδη παγιωθεί είναι στην πραγματικότητα η πλήρης καταστροφή, όταν μέσα του χωράει τόσα ψέμματα και τόση απάτη, που ποτέ δεν έφτασε και δεν θα φτάσει να δικαστεί, γιατί είναι στο απυρόβλητο των διαμορφωτών της κοινής γνώμης, ή μάλλον της κενής γνώμης, που μακαρίως κάθεται στο κλαδί που πριονίζει και δεν την νοιάζει αν γκρεμιστεί, γιατί το δέντρο αυτό με τα περίεργα φρούτα είναι λερναία ύδρα και βλασταίνει αμέσως νέα κλαδιά, με τους διαμορφωτές ήδη κρεμασμένους στην άκρη του κλαδιού που αυτόματα αρχίζουν το πριόνισμα, σαν τον τζίτζικα που μόλις ανεβεί στο δέντρο αρχίζει το τραγούδι, αλλά αυτός το κάνει από έρωτα, ενώ αυτοί από πλήξη, τρεφόμενοι με ψυχοφάρμακα· χαμένος κόπος, που όμως πληρώνεται καλά ή απλώς αρκείται στις υποσχέσεις μελλοντικών πληρωμών που κάποτε υπάρχει μια ελπίδα να καταφθάσουν, αλλά συνήθως τα αφεντικά χρεοκοπούν πριν εξοφλήσουν τις υποχρεώσεις προς τρίτους, αφού φροντίζουν ανελλιπώς τις υποχρεώσεις προς πρώτους,  και την περίσσεια των κλεμμένων αποθησαυρίζουν σε λογαριασμούς εξωχώριους ή σε πολυτελή ακίνητα στα Λονδίνα και τα Παρίσια, που δεν θα προλάβουν ποτέ να απολαύσουν, αλλά θα τα ξεκοκκαλίζουν -όσο ζήσουν- οι κληρονόμοι ή οι δικηγόροι των κληρονόμων, που θα συνωστίζονται να δικάσουν τις λεπτομέρειες των κληρονομιών, όπως συχνά συμβαίνει και με τα πνευματικά δικαιώματα κλεμμένου λόγου, που καρπώνονται κληρονόμοι, που δε σκέφτηκαν ποτέ μια σκέψη, δεν έγραψαν ποτέ έναν στίχο, δεν έγραψαν ποτέ τρεις νότες για αρχή μιας μελωδίας, αλλά πάλι κανείς δεν ανησυχεί, γιατί οι εταιρίες και οι τράπεζες που διαχειρίζονται αυτά τα δικαιώματα, μετατρέπουν τα άυλα σε εμπράγματα, μόνο και μόνο για να μεταφραστούν σε χρήμα, που θα κυκλοφορεί και θα ορίζει το μέλλον της κοινωνίας που επιμένει να κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, ενώ είναι ολοφάνερο ότι αυτό το κατασκευασμένο χρήμα, αν και προέρχεται από το πνεύμα και μάλιστα ενίοτε αντιπολεμικό, γίνεται πολεμικός εξοπλισμός, για να στηρίζει το δόγμα του φόβου από τον γείτονα, ή ακόμη χειρότερα ολοφάνερα κατευθύνεται σε πεδία μαχών, πολέμων που φυτρώνουν σαν δηλητηριώδη μανιτάρια, αλλά σκοτώνουν αμάχους ως επί το πλείστον, γιατί οι μάχιμοι έχουν φροντίσει να προμηθευτούν άλλα όπλα προστασίας και τη γλυτώνουν από τις εκρήξεις, μέχρι να πάρουν τιμητική σύνταξη, να αράξουν στους καναπέδες και τα εξοχικά τους και όλο αυτό κανέναν δεν ανησυχεί, αφού δεν είναι στην αυλή του, όμως ευτυχώς κάποιοι νεαροί ξεφεύγουν από τα νύχια του θηρίου και βγαίνουν φάτσα φόρα και ονειρεύονται, και ετοιμάζουν ανυπακοή και αντίσταση, που ανελέητα συκοφαντείται, ή και ευθέως καταστέλλεται, μη και δημιουργηθεί η κρίσιμη μάζα για την αλλαγή και την επανάσταση, πράγμα που νομοτελειακά συμβαίνει, ακόμη και μετά από αιώνες μεσαίωνα, ακόμη και σε καθεστώτα που φαίνονταν ανίκητα ή αιωνόβιες αυτοκρατορίες, γιατί η Ποίηση και τα Μαθηματικά πάντα θα υπάρχουν στις σκοτεινές κατακόμβες και θα προετοιμάζουν τα νέα μυαλά, που θα σκεφτούν τη Λύση. Αμήν.

 

(Φωτογραφίες: «Η Eurovision σε τριαντάφυλλο» από το κήπο μου 1η, 6 η, 9 η και 16 η Μαΐου…)

 

 

KZK /18.5.2024

Κωστής Καπελώνης

Κωστής Καπελώνης Ο Κωστής Καπελώνης γεννήθηκε στο Ρέθυμνο το 1952. Σπούδασε Μαθηματικά στο Πανεπιστημίο Αθηνών και θέατρο στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Tέχνης Kαρόλου Kουν. Διετέλεσε Kαλλιτεχνικός Διευθυντής του ΔHΠEΘE Kρήτης, υπηρέτησε στο Kρατικό Θέατρο Bορείου Eλλάδος και το 2002 ίδρυσε τον θίασο “Θ όπως Θέατρο”. Από το 1994 έχει σκηνοθετήσει πάνω από 50 παραστάσεις – μεταξύ των οποίων Το Παραμύθι από Χαρτί που τιμήθηκε με το βραβείο δραματουργίας Κ. Κουν 2003. Έχει εκδώσει αρκετά βιβλία, έχει γράψει στίχους για τραγούδια και έχει ασχοληθεί με τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Είναι διευθυντής της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης και εργάζεται ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, σχεδιαστής φωτισμών κλπ.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.