Δύσκολες καταστάσεις, με οικειότητα και σαρκασμό
Η «Κάτοψη» είναι η πιο πρόσφατη συλλογή του Δημήτρη Γ. Παπαστεργίου, που δεν περιλαμβάνεται στη συγκεντρωτική έκδοση των έργων του Οκτώηχος της αχανούς[1], εκδ. Ρώμη, 2023. Έχω την εντύπωση ότι, με τη συλλογή αυτή, ο Παπαστεργίου, κρατώντας οπωσδήποτε χαρακτηριστικά από τις προηγούμενες συλλογές του, προχωρά ένα βήμα μπροστά, διαμορφώνοντας την ποιητική του φωνή με έναν συνδυασμό από χαρακτηριστικά που είχαν και προηγουμένως εμφανιστεί.
Κλίμα σκυθρωπό, ατμόσφαιρα σκοτεινή. Η συλλογή χωρίζεται σε τρεις ενότητες. Η πρώτη, όπως μαρτυρά και ο τίτλος της, έχει κέντρο τα πουλιά («Τυφλά πουλιά»). Η πραγματικότητα ιδωμένη με πλάγιο τρόπο, μέσα από ιστορίες, μεταφορές, προσωποποιήσεις. Όπως μέσα από ιστορίες πουλιών[2], πουλιών «οχληρών», σαρκοβόρων κάποτε.
Η δεύτερη ενότητα ονομάζεται «Δύο λεπτά απ’ την πατρίδα». Δύο λεπτά. Χρόνος ή απόσταση; Και τα δύο, θα έλεγα. Καθώς το εκάστοτε ποιητικό υποκείμενο βρίσκεται άλλοτε στο παρόν κι άλλοτε αναφέρεται στο παρελθόν, άλλοτε στον χώρο του κι άλλοτε σε τόπους μακρινούς. Αναζητώντας απαντήσεις στα ερωτήματά του. Για την αγάπη, τη μοναξιά, τη φθορά της καθημερινότητας.
Στην τρίτη ενότητα «Αλγόριθμος του θανάτου», ο θάνατος έρχεται να καταλάβει μια θέση καθαρή, στην ποίηση και στη ζωή, αφού η συντελεσμένη πραγματικότητα δεν γίνεται να αγνοηθεί. Μόνο που ο θάνατος προσεγγίζεται με οικειότητα, κι αυτό είναι ένα επίτευγμα του Παπαστεργίου. Και, επιπλέον, με έναν καθαρτήριο σαρκασμό και αυτοσαρκασμό, που γειώνει την αναχώρηση, και κάνει την επικοινωνία με το επέκεινα μια κατάσταση σχεδόν φιλική.
Ρεαλισμός και υπερρεαλιστικά στοιχεία, σε όλη τη συλλογή, για να εκφραστούν καταστάσεις διάψευσης, ματαίωσης, μοναξιάς, απώλειας. Στην πρώτη και στην τελευταία ενότητα η μελαγχολική διάθεση είναι πιο έντονη. Ενώ στη δεύτερη, μεσαία ενότητα, σαν να παρεμβάλλεται η αναζήτηση κάποιας διαφυγής, μιας διεξόδου, που παραμένει στη συλλογή ένα ζητούμενο.
Σαν κάτοψη, όπως λέει και ο τίτλος της συλλογής, δηλαδή από πάνω, από κάποιο ύψος, και γι’ αυτό ίσως πιο καθαρά. Σε αυτό βοηθά πολύ και ο σαρκασμός, που κορυφώνεται στην τρίτη ενότητα. Και που, οπωσδήποτε, ελαφραίνει το κλίμα.
Εύρος λεξιλογίου, επιλεγμένες λέξεις, κάποιες φορές λόγιες επιλογές ή τέτοιες που παραπέμπουν σε παλαιότερα χρόνια.
Μελαγχολική διάθεση, ρεαλισμός και υπερρεαλιστικά στοιχεία, σαρκασμός, ματαίωση και απώλεια στις ερωτικές και γενικά στις ανθρώπινες σχέσεις, με τη συνακόλουθη μοναξιά. Έτσι θα συνόψιζα τις συνιστώσες της ποιητικής του έκφρασης με τη συλλογή Κάτοψη.
Χελιδόνια, περιστέρια,/ σπουργίτια και το βράδυ κουκουβάγιες,/ κανείς δεν τα κοιτάζει/ θαύματα ετούτα φτερωτά./ Εμάς κοιτάνε μόνο:/ τι τρώμε, τι φοράμε/ κι αδειάζουν με τα μάτια τους/ καταμεσής στον δρόμο,/ του σούπερ-μάρκετ τις λιπόσαρκες σακούλες.//
Αν ήμασταν ζευγάρι,/ ένα εκδικητικό ζευγάρι,/ θα είχαμε ενεχυροδανειστήριο,/ θα τραβάγαμε την κουρτίνα/ και θα κάναμε έρωτα/ πάνω από την ματωμένη μας λεία.
(«Πουλιά της πόλης», σ. 13)
Με συνισταμένη την αυξανόμενη ιδιαιτερότητα της φωνής του. Από την άποψη αυτή, μπορεί να είναι προτιμότερη η αυτονομία της συλλογής, με τη συνδήλωση ότι ανοίγει μια νέα σελίδα στην ποιητική γραφή του δημιουργού.
Ίσως η πιο ώριμη, σίγουρα, για μένα, η πιο ατμοσφαιρική συλλογή του Δημήτρη Παπαστεργίου.