Αγαπητοί φίλοι,
Δεν ξέρω από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω μιλώντας από καρδιάς για έναν φίλο, όπως ο Παναγιώτης Θωμά. Η καρδιά έχει ανεξάντλητα αποθέματα αγάπης – και προσευχής θα έλεγα– εφόσον, σύμφωνα με τον Κάφκα, η προσοχή είναι η φυσική προσευχή της καρδιάς. Αυτό ενισχύεται ακόμα πιο πολύ, καθώς συμπίπτει και με την παρατήρηση της Σιμόνης Βέιλ, ότι «η προσοχή στον ύψιστο βαθμό είναι προσευχή». Ιδού λοιπόν που απόψε κληθήκαμε να δώσουμε προσοχή στο έργο του Κάφκα, όπως αυτό μεταμορφώνεται και μεθερμηνεύεται αγαπητικά από τον Παναγιώτη Θωμά, σε τούτη τη λατρευτική, να πούμε, σύναξη. Είναι μια προσοχή που την οφείλουμε όλοι στον Κάφκα, μέσω της προσοχής που δίνουμε στον υποδοχέα του έργου του.
Τον Παναγιώτη Θωμά, τον πρόσεξα κι εγώ εδώ και χρόνια, και ομολογώ μ’ εντυπωσίαζε πάντοτε η ανθρώπινη ποιότητά του και ο προσωπικός του κραδασμός. Η φιλία μας οργανώθηκε γύρω από πράγματα που μας ενώνουν πνευματικά. Όλο το μυστικό βρίσκεται στον κώδικα επικοινωνίας, που ανάγει τη φιλία σε αποκαλυπτική κοινωνία με το πρόσωπο του άλλου. Επάνω σ’ αυτό το μοτίβο στοιχίζονται τα πράγματα και η ουσία της ζωής. Όσο για τούτο, ο Παναγιώτης αποτελεί μια εμπράγματη βεβαίωση για το καλό που ρυθμίζει τον κανόνα και προεκτείνει οντολογικά το βαθύτερο νόημα της ύπαρξης. Υπό αυτή την έννοια, ο καλός μας φίλος αποδεικνύεται να είναι φωτεινός και προοδευτικός θεολόγος, θεολόγος δηλαδή ως προς το πνεύμα και όχι ως προς το γράμμα από το οποίο πάσχουν και μωραίνονται οι δεινοί συζητητές και οι κατά κόσμον τυπολάτρες.
Κάποτε ο Παναγιώτης Θωμά μου ζήτησε να καταθέσω τον δικό μου λόγο στην έντυπη μορφή της διδακτορικής του διατριβής, η οποία αφορούσε την πνευματική συζυγία του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και του Wendell Berry. Εκεί λοιπόν έγραψα και τα ακόλουθα: «Το ζητούμενο είναι να βρει κανείς τη φωνή του σε βαθμό που να ανήκει “σε μια πολλαπλή πραγματικότητα”, κατά την έκφραση του Τ. Σ. Έλιοτ. Μονάχα έτσι, όταν η ιδέα εντάσσεται “σε ένα πολύπλοκο σύστημα σκέψεων και εμπειριών”, μπορεί να αποκτήσει φωνή και υπόσταση.» Επισήμανα ακόμα και μια ωραία διατύπωση του Παναγιώτη Θωμά, ότι “η Εκκλησία χωράει ολόκληρη τη συμπαντική πραγματικότητα”. Αυτή η Ορθόδοξη, καταπώς ο ίδιος την εννοεί, “πραγματογνωσία που συνδέεται με τη θεογνωσία”, ήταν, έλεγα , «η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται το αρχιτεκτονικό οικοδόμημα της όλης διατριβής του. Η καλλιτεχνική διάσταση του ζητήματος είναι προφανής. Άλλωστε αυτό μας οδηγεί στη διασύνδεση της τέχνης με τη ζωή, γιατί η πραγματικότητα δεν ξεκλειδώνει τα μυστικά της χωρίς παρέμβαση καρδιάς και νου.»
Το δικό μου συμπέρασμα από όλα αυτά ήταν τότε, όπως είναι και τώρα, ότι ο Παναγιώτης Θωμά, με την πολύπτυχη εργασία του, «καθιστά θεολογικά οικείο τον “ενιαίο πολλαπλασιασμό”. Αυτόν που γίνεται πολλά παραμένοντας Ένας, καθώς υπερβαίνει τον χρόνο και τον χώρο αναπαρθενέυοντας με Αγαθότητα τον κόσμο.»
Δεν θα ήθελα να πω περισσότερα, για να μην σμικρύνω όσα ήδη αναφέρθηκαν. Θα προσθέσω όμως τα δέοντα, που ορίζουν την εργασιακή περιοχή και το πνευματικό στίγμα του Παναγιώτη. Εν πρώτοις είναι ένα λαϊκό παιδί –το λέω μετά πλήρους γνώσεως, γιατί τον έπραξα και είδα από κοντά την απουσία κάθε ελιτισμού στη συμπεριφορά του και στα έργα του. Είναι γήινος, και για τούτο μεταγήινος, είναι φυσικός, και για τούτο μεταφυσικός. Θα πρέπει να το νιώσουμε βαθιά, ότι η γη, το χώμα, η σάρκα προσφέρει τη βασική προϋπόθεση και την ύλη στη γενεαλογία του ουρανού. Έτσι εξηγείται η θυσανωτή ανάπτυξη της δημιουργικής προσφοράς του Παναγιώτη, που έχει τη μαγκιά να θεολογεί και να κρένει με χίλιους τρόπους, ονειρευόμενος τη μεταλλαγή του δικού του νερού σε ύδωρ ζωής : ποιητής, πεζογράφος, συγγραφέας και παιδικών παραμυθιών, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, τραγουδοποιός, συνθέτης, ερμηνευτής – δεδομένα που εκφράζουν χορωδιακά τη θεολογική διάσταση του δασκάλου, που θέλει όλα να τα αγγίξει και να ενωτιστεί τον δικό τους λόγο. Ανήσυχο μυαλό, με πολλαπλή δραστηριότητα και σε τομείς, όπως η Αρχισυνταξία ηλεκτρονικού περιοδικού, η συμμετοχή σε συνέδρια, τα άρθρα και οι μελέτες σε ελληνικά και ξένα περιοδικά, η διδασκαλία σε Μεταπτυχιακό σεμινάριο, η συνεργασία με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου… Συμπαθάτε με αν σας κούρασα, αλλά θα ήθελα να είναι όσο γίνεται πληρέστερη η αναφορά μου σε τούτο το γοργό κι ακοίμητο μυαλό, έτσι ώστε να διαφανεί –θέλω να πω να καταστεί περισσότερο διάφανη– η ανάλαφρη διάσταση του καλλιτεχνικού, επιστημονικού και παιδαγωγικού οράματός του.
Δεν επιχειρώ απόψε να μιλήσω για «μια ανέφικτη Ανάσταση», σχολιάζοντας δευτερογενώς το σχόλιο του Παναγιώτη Θωμά στη Μεταμόρφωση του Κάφκα. Ανέφερα τη λέξη σχόλιο και παραλίγο να την έλεγα αυτοσχόλιο, εφόσον, μέσω του σχολίου του, ο Παναγιώτης ουσιαστικά αυτοσχολιάζεται και αναμορφώνει τη λαχτάρα του για την επαναγωγή των πραγμάτων στο δικό τους αναστάσιμο αρχαίον κάλλος. Η ψυχή του αναβαπτίζεται από τη χάρη πολύτιμων διδασκάλων, όπως οι πρωτοποριακοί θεολόγοι καθηγητές Νίκος Ματσούκας και Χρυσόστομος Σταμούλης, οι δροσοβόλοι μουσικοί Σταύρος Κουγιουμτζής, Μάνος Χατζιδάκις και άλλοι της θαυμαστής δημιουργικής κομπανίας, οι μεγάλοι πεζογράφοι Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης και Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, η πανελλήνιας αναγνώρισης ποιήτρια Κική Δημουλά και ο ενδημικός της Κύπρου ποιητής Θεοδόσης Νικολάου. Όλοι συναποτελούν ασφαλές σημείο αναφοράς που οδηγεί το πνεύμα του σε φωτοτροπισμό. Με συγκινεί ασφαλώς που αφιερώνει τώρα και σε μένα την Ανέφικτη Ανάστασή του, σημάδι ότι άγγιξα κάπως κι εγώ τη δική του ψυχή. Όπως κι αν έχει, η συνομιλία μας συνεχίζεται και βαθαίνει στο όνομα της ποίησης, που αποτελεί τη μαγιά για μια εφικτή εσχατολογική αντίληψη του Κόσμου. Επιθυμώ ακριβώς να υπογραμμίσω την ποιητική διάσταση της ψυχής του Παναγιώτη, που του παρέχει τη χάρη να εναρμονίζει το πνεύμα του με τον παλμό της μουσικής διάταξης των πραγμάτων. Η ευαισθησία του ως προς τη μουσική σύλληψη της ζωής τον ρυθμίζει να δίνει στη γραφή του ποιητική χροιά, όπως τουλάχιστον το βλέπουμε να αποτυπώνεται με ξεχωριστή τρυφερότητα και σε πρόσφατο διήγημά του στο ηλεκτρονικό περιοδικό Περί ου. Με το ποιητικό αυτό πεζό του, που τιτλοφορείται «Τα γυαλάκια του Τζον Λένον», μπορεί κανείς να αντιληφθεί πόσο η ποίηση περιρρέει το εσωτερικό του τοπίο, και πόσο ο μεταμορφωμένος ρεαλισμός μουσκεύει την ψυχή του, με τρόπο που να καθιστά μελωδικό το ίδιο το νόημα ή το βαθύ μυστήριο της μοναχικότητας. Προσέξτε, δεν μιλάμε για μοναξιά, μιλάμε για μοναχικότητα, που τρέφει μυστικά και μουσικά τους ποιητές αυτού του κόσμου. Παρεμπιπτόντως, χρειάζεται χιούμορ και υψηλή φαντασία για να διασχίσει κανείς την άγονη έρημο. Έχω μάλιστα την γνώμη ότι ο Κάφκα, μολονότι καθιερώθηκε ως απαρηγόρητος εκφραστής του ανεξήγητου παραλογισμού και του τραγικού αδιεξόδου, μας παρέχει τα διόδια για να περάσουμε αντίπερα. Αρκεί να αντιλαμβανόμαστε τη ζωή με την αίσθηση μιας βαθύτερης πραγματικότητας, που αναζητεί απελπισμένα και απεργάζεται σε ανομολόγητο επίπεδο την αγάπη και την ουσία του είναι.
Επιτρέψτε μου, παρακαλώ, να κλείσω την ομιλία μου με ένα μαλακό –και θεραπευτικό ελπίζω– ποίημα. Το έγραψα για παιδιά, στηρίζεται σε πραγματικό γεγονός και ανταποκρίνεται στην έννοια της αγάπης, όπως την υπέκρυπτε ο Κάφκα. Τιτλοφορείται «Η αγάπη με άλλο τρόπο» και το αφιερώνω σ’ αυτόν που τιμάμε απόψε τη μνήμη και την παρουσία του, αλλά και σε σας, αγαπητοί φίλοι, και στον κυρίαρχο του παιχνιδιού Παναγιώτη Θωμά.
Η ΑΓΑΠΗ ΜΕ ΑΛΛΟ ΤΡΟΠΟ
Θα σας πω και για τον Κάφκα, τον μεγάλο συγγραφέα,
που μια μέρα μες στο πάρκο, έξυπνα πολύ κι ωραία,
παρηγόρησε παιδούλα π’ όλο έκλαιγε η μικρή
γιατί έχασε μια κούκλα και ζητούσε να τη βρει.
«Μη», της έλεγε ο Κάφκα, «μη λυπάσαι, κι έχει φύγει
για ταξίδι να γνωρίσει κι άλλους κόσμους. Δεν θα μείνει·
θα γυρίσει κάποια μέρα, μα ως τότε θα σου γράφει
όλα όσα θα ’χει ζήσει, καθετί που θα ’χει μάθει».
Έτσι κάθε μέρα ο Κάφκα έγραφε κι από ένα γράμμα
και το διάβαζε σ’ εκείνη τη μικρή, τ’ αθώο πλάσμα,
που χαιρότανε την πάσα περιπέτεια της καλής της
αγαπούλας· αφηγήσεις σαν την αύρα της ψυχής της.
Με το πλήρωμα του χρόνου γύρισε στο Βερολίνο
η κουκλίτσα της· κρατούσε και ωραίο μαντολίνο.
Η παιδούλα όμως είπε: «Όχι, δεν είναι αυτή
που ’χα μες στην αγκαλιά μου και που ψάχνει να με βρει».
Και της είπε τότε ο Κάφκα: «Δες τι γράφει τούτο εδώ».
Και της διάβασε ένα γράμμα π’ άνοιγε στον ουρανό.
Γνήσιο γράμμα από την κούκλα την καινούργια κι αγαθή,
ότι εκείνο που αγαπάμε κάποια μέρα θα χαθεί,
μα η αγάπη θα γυρίσει μ’ άλλον τρόπο στην ψυχή.
(από το βιβλίο Με τις λέξεις αγκαλιά)