Α κεφαλαίο
Μάλλον ήταν Φεβρουάριος που τον αισθανόμουν σαν Απρίλη,
λευκό και αδιαπέραστο,
με εσένα να μαζεύεις διάφορα κομμάτια αμπελιών από πέρυσι,
ενώ εγώ κοιτάζω μέσα από τα χρυσά μου κάγκελα.
Στην προηγούμενη ζωή μεγαλώναμε πλάι πλάι,
δύο ίριδες στον βάναυσο κήπο της Εδέμ,
ξαφνικά εκρήγνυται το ηφαίστειο απέναντι,
αισθάνομαι μισή όταν βρίσκεσαι μισό μέτρο μακρυά μου.
Ακούω τα πράγματα να σπάνε δίχως να αναγνωρίζω τον λόγο,
ίσως είναι ο χρυσός σου,
είτε το ασήμι μου,
μπορεί και όσα χτίζουμε από κοινού.
Οι ήχοι μας με ταξιδεύουν κάθε ημέρα,
ο καημός μου είναι ένας και έχει φύση Φεβρουαρίου,
αισθάνομαι ότι σε ξεχαρβαλώνω
ότι μαδάω τα πεταλά σου.
Γυρνάμε πίσω στην οδό του χάους που μένω,
δεν σε βρίσκω
η καρδιά μου ελπίζει για ελευθερία,
όπως την ορίζεις εσύ.