Τόσες επισκέψεις σε βραδινές δημοπρασίες ψυχών
κουβέντες ανούσιες με το πορτραίτο του Ντόριαν
κανείς δεν έδειξε να μετανοεί για την απώλεια.
Ούτε όταν ο θάνατος πανηγύριζε γιατί
τους είχε όλους ξεγελάσει με το θάμπωμα της αιωνιότητας.
Σημαίνει μεσάνυχτα
Ώρα που ξεκινούν τα νεκρόδειπνα και οι οινοποσίες
προκειμένου να ξεχαστούν τα γέλια των είκοσι χρόνων.
Κάποιος χτυπάει παλαμάκια
Ίσως γιατί νομίζει ότι κέρδισε την παρτίδα στο σκάκι
ετοιμάζεται να επιστρέψει πιο νέος από πριν
σίγουρος για τη συμφωνία.
Πόρτες ανοιγοκλείνουν και νότες από πιάνο γεμίζουν
την ατμόσφαιρα, το σκοτάδι και τις ψευδαισθήσεις
Θα χτυπήσει δωδεκάτη.
Νύχτα ή μέρα, αδιάφορο.
Η στάχτη σκεπάζει τα μαλλιά και το πρόσωπο.
Τα μετέωρα του κόσμου, κατά προτίμηση του Κάτω
ζωντανεύουν δίχως φόβο ή αιδώ.
Όλα στην αγοραπωλησία μετριούνται και στο τι δίνει
αυτός που στέκεται με το ένα πόδι εκτός
Θα γυρεύει για αιώνες την ηρεμία του
ψηλαφίζοντας τα οράματα και την αλαζονεία
μα τίποτα δεν θα βρίσκεται να του σταθεί, να σταθεί,
να κρατήσει το χέρι και το πρόσωπο.