ΕΝΑ ΚΡΙΝΟ ΝΑ ΜΑΣ ΚΡΙΝΕΙ
Σ’ έναν δίσκο – Ουρανός
Ο ήλιος ένα πιάτο
Φεγγάρι το ποτήρι
Ένα κρίνο –να μας κρίνει!
[“Στη ζωή”, σελ. 9]
Με το εναρκτήριο ποίημα, μια επίκληση όχι στη Μούσα, αλλά στη ζωή, ανοίγει η Μαρία Γερογιάννη τη νέα της συλλογή με τον ευρηματικό τίτλο «ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη γιατί ερωτεύτηκε την Πολυδούρη», που απαρτίζεται από 50 ολιγόστιχα ποιήματα. Μικρές συνθέσεις που τις χαρακτηρίζει η επιγραμματικότητα, η αφαίρεση, η υπαινικτικότητα, το λεπτό χιούμορ, η ευαισθησία, η έξοχη συμπύκνωση. Τα θέματά της είναι η ζωή, ο έρωτας, η ποιητική τέχνη, η αποτύπωση της γυναικείας φύσης και εμπειρίας, η μοίρα του εγκαταλελειμμένου παιδιού, τα ανθρώπινα πάθη.
Η συνομιλία με τους δύο μεγάλους ποιητές του τίτλου της συλλογής, αντλημένη από τη δική τους μυστική συνομιλία μέσω της ποίησή τους αλλά και της ίδιας της ζωής τους, στηρίζει το δικό της περί έρωτος ποιητικό εγχείρημα.
Το ποιητικό υποκείμενο «ερωτεύτηκε τον Καρυωτάκη…»
Εκεί στην Πρέβεζα,
το κωδωνοστάσιο απέναντι στο παράθυρό σου
έφταιξε
κι η σφαίρα, Καρυωτάκη, διέσχισε το ρήγμα του μυαλού σου
ή μήπως μια φωτογραφία σου σ’ ένα συρτάρι
έκλεινε άνοιγε τη μέρα σου;
Τζαζ σε Ιρλανδέζικη παμπ στη Νέα Υόρκη
θα εξοστράκιζε τη σφαίρα;
[“Αλλού”, σελ. 33]
«…γιατί ερωτεύτηκε την Πολυδούρη»
Αγάπη μου,
απόψε τραγούδι θα σου πω
ν’ ανάψουν φεγγάρια
ουρανό να γεμίσουν τ’ αστέρια
Όμως
θα είμαι εγώ ο ουρανός σου, όπως κρίνω
Ηλιόλουστο σου τον προσφέρω ή
σε καρφώνω στα τσιγκέλια
που κρέμασα για σένα
Και τ’ άνθη του κάμπου μύρισαν λιβάνι…
Ο χορός:
Δεν χόρτασες την άνοιξη
Σε βρήκαν πάνω στις φτερούγες σου τα χιόνια
Πάγωσαν τα χέρια
από τα καλοκαίρια που δεν έζησες.
[“Στο όνομα της φτερούγας”, σελ. 32]
Είναι ο έρωτας που συγκλονίζει, ο λυσιμελής, ο βασανιστικός, ο πεισιθάνατος:
Τον νάρκισσο
τον είπαν μανουσάκι
κι ακόμη πως
το μάζεψε το μύρισε η Περσεφόνη
και άνοιξε η γη
Ο Πλούτωνας την άρπαξε
[άτιτλο, σελ. 14]
Και η φύση, με το φεγγάρι, τον ήλιο, τον άνεμο, τη βροχή, τις πασχαλιές, τα γιασεμιά, είναι σύμμαχος και συνεργός στην αποτύπωση των πιο μύχιων, των πιο λεπτοφυών συναισθημάτων, που αλλιώς θα έμεναν βουβά ή δυσανάγνωστα. Χάρη στη συμβολιστική λειτουργία της, η ποίηση, όπως και η λογοτεχνία, προβάλλει άρτιο όλον αυτόν τον κρυφό ή ημιδιαφανή κόσμο:
Θα κεντήσω ένα φεγγάρι
να στρώσεις στη νύχτα
τ’ αδιάβατα σοκάκια σου
Θα κεντήσω μια βροχή
να τρυπήσει το σύννεφο
που διψά το άφιλο δέντρο σου
Θα κεντήσω λέξεις αγάπης
να υψωθεί ο ουρανός σου
–Πόσοι πήχεις το ύψος σου;
[“Στέργω”, σελ. 17]
Το κεντρικό θέμα του έρωτα είναι κατεξοχήν συνυφασμένο με την ευαίσθητη γυναικεία οπτική, η οποία συμπυκνώνει όλη τη γυναικεία συνθήκη, την θαρρετή ομολογία για το δικαίωμα στην ερωτική επιθυμία, τη λαχτάρα για ευτυχία, την δίψα για ελευθερία, τη ματαίωση, την απελπισία, την διάψευση, τον ασφυκτικό κλοιό των κοινωνικών συμβάσεων. Τα ποιήματα αυτά είναι πολύτιμα, καθώς περικλείουν και αρθρώνουν όλη την αλήθεια της επώδυνης γυναικείας ύπαρξης και εμπειρίας, από παλιά μέχρι σήμερα :
Σε λένε Μυρτώ, Λεμονιά, Άννα, Δάφνη, Βαγγελιώ
Λείπει το κοκκινάδι απ’ τα χείλη σου
ήταν ωχρές η μάνα, η γιαγιά σου
Ο κήπος σου περιφραγμένος, και
πώς να το γεμίσεις φρέσκο χώμα;
Φεγγοβολά το φέγγος σου
να το στενεύουν, αφήνεις
Πέτρινες ζήλιες
παντοτινά θα κτίζονται
Δεν ήσουν σε κλουβί
είπες στο καναρίνι να βγει, εσύ να μπεις
Άρπαξε φωτιά το πέπλο
φούσκωσαν οι καημοί τα στήθια σου
Γνώρισες το μάνταλο
δεν ήξερες την πόρτα
Ήθελαν δαχτυλίδι να σου φορέσουν
εξήγησες την ασημαντότητα του μηδενός
Δεν πρόλαβες.
[“Αίτιο – Αιτιατό ΙΙ”, σελ. 31]
Απαισιόδοξη, λοιπόν, η ποίηση της Γερογιάννη; Ένα τσουρουφλισμένο τοπίο η ζωή της γυναίκας; Ατέλειωτη θλίψη, σβησμένη υπομονή; Όχι ασφαλώς απαισιόδοξη, ούτε καταγγελτική. Μάλλον υπαινιχτική και στοχαστική. Το τραύμα δεν επιδεικνύεται προς ψηλάφηση. Απλώς γίνεται ορατό μέσα από μια φροντισμένη εικονοποιία, ψύχραιμη και αισθητικά άρτια. Η οδύνη φιλτράρεται μέσα από την ποιητική της τέχνη. Οι θησαυροί των ποιημάτων της μπορεί να κομματιάζονται, να σκορπίζονται από μια χιονοθύελλα ή από άγριες πέτρες λιθοβολισμού…
[…] Γυναίκες,
Ξεχείλισαν οι χούφτες της ιστορίας
–από οξειδωμένα καράτια της εξουσίας σας
–από πέτρες του λιθοβολισμού σας
[“Αναφώνησε”, σελ. 26]
Όμως η ποιήτρια συναρμόζει, συνθέτει τα θραύσματά τους σε ένα σύνολο όπου μπορούμε να διαβάσουμε τις καθαρές λέξεις της αλήθειας.
Η τρυφερότητα, η ομορφιά και η ευαισθησία των στίχων της ως αντίδοτο στον πόνο και τη δυστυχία. Το απόλυτο άγγιγμα της ποίησής της.
Μόλις που χωρούσε
το πέταγμα της πεταλούδας
Χόρτασε
Πέταξε
[“Το απόλυτο άγγιγμα”, σελ. 44]