You are currently viewing Μανώλης Μ. Στεργιούλης: Κώστας Γουλιάμος, Το Μάτι της Λέξης, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2024

Μανώλης Μ. Στεργιούλης: Κώστας Γουλιάμος, Το Μάτι της Λέξης, Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2024

Ο Κώστας Γουλιάμος, τακτικό μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών και πολλών άλλων πνευματικών Ιδρυμάτων στην Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό, με μακρά πανεπιστημιακή θητεία, συγγραφέας, δοκιμιογράφος, μεταφραστής  και ποιητής, είναι ευρέως γνωστός για την προσφορά του στον χώρο του πνεύματος και της πολιτικής. Η ιδιότητά του ως ακαδημαϊκού δασκάλου συνοδεύτηκε από παράλληλη ενασχόληση με την ποίηση, καρπός της οποίας ενασχόλησης είναι οι  επτά ποιητικές συλλογές που έχει εκδώσει μέχρι σήμερα. Ματικάπια (1976), Εντροπία (1977) Νευρασθενικά Τοπία (1981), Μανία Φιδιού (1995), Η Ομιλία της Νύχτας (2017), Υγρό Γυαλί (2020) και Το Μάτι της Λέξης (2024). Τη συλλογή Νευρασθενικά Τοπία επέλεξε για έκδοση και οπτικοακουστική παρουσίαση ο Μάνος Χατζιδάκις στον «Μουσικό Αύγουστο», το 1981. Στο έργο του, επίσης, περιλαμβάνεται το δοκίμιο Στη διαλεκτική της Αρμονίας, που συνέγραψε με τον Μίκη Θεοδωράκη (2018).

Το κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στην τελευταία ποιητική του συλλογή, με τίτλο Το Μάτι της Λέξης, που εκδόθηκε το 2024 από τη «Σύγχρονη Εποχή». Για τον τίτλο της συλλογής, σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό «ποιείν», επισημαίνει: «Στη συλλογή, μιλά το μάτι του μυαλού. Το μάτι αναζητά την εσωτερική γλώσσα της λέξης. Το μάτι ωθεί τη λέξη έξω από τα συμβατικά της όρια, ώστε να μπορεί να σημαίνει περισσότερα απ’ όσα λέει… “Το Μάτι της Λέξης” λειτουργεί ως είδος ανασκαφής του κόσμου, των όντων και των φαινομένων. Λειτουργεί ως δια-λεκτική περιαγωγή γύρω και μέσα στο φως των αισθήσεων και των αισθητών. Των ορατών και αόρατων της δρώσας πραγματικότητας και του εσωτερικού κόσμου. Παραπέμπει σε μια ποιητική του οράν διαμέσου μορφών διαλόγου, συνδεδεμένων με “ἀρχὴν καὶ στοιχεῖον τὸ ἄπειρον”, με την ιστορία, με το πολιτικό τραύμα και την αναζήτηση νέων τρόπων αισθητικής υφολογίας. Τρόπων που οδηγούν σε μια ερμηνευτική πολλαπλών, πλην όμως αλληλοσυνδεόμενων νοηματοδοτήσεων».

Τα ποιήματα της συλλογής εντάσσονται στις ενότητες: «Η λάμψη των οστών», «Φλόγα σωμάτων», «Στην ερημιά της ύλης». Πρόκειται για ποιήματα που εμβαθύνουν στο ελληνικό κοινωνικό γίγνεσθαι και παραπέμπουν σε γεγονότα, τα οποία σφράγισαν την ελληνική ιστορία του 20ού αιώνα και σηματοδότησαν εξελίξεις σε όλους τους τομείς της ζωής. Η πρώτη ενότητα έχει ως motto τον στίχο τερπνόν τόδ’  έλθόν φῶς έφήλωσεν φρένας…». Είναι ο στίχος 492 από την τραγωδία του Αισχύλου «Ἀγαμέμνων». Αν ληφθεί υπόψη ότι η λέξη «φως» στον συγκεκριμένο στίχο έχει κυρίαρχη θέση και ότι ο Γουλιάμος στα ποιήματα της πρώτης ενότητας χρησιμοποιεί την ίδια λέξη 24 φορές, αποτελεί στοιχείο που υπαγορεύει κάποιους συσχετισμούς.

Στην αισχυλική τραγωδία, ο στίχος αυτός, σύμφωνα με μερικούς κώδικες αποδίδεται στην Κλυταιμνήστρα και σύμφωνα με άλλους  κώδικες  στον Χορό. Όπως  και αν έχουν τα πράγματα, τα λόγια που περικλείει ειπώθηκαν μετά την αναγγελία του υπηρέτη-φύλακα που, ανεβασμένος στη στέγη του παλατιού, ήταν υποχρεωμένος να παρατηρεί τις φρυκτωρίες, τα μηνύματα που θα στέλνονταν  με φωτιά και καπνό  από τις κορυφές των βουνών για το τέλος του πολέμου και να ειδοποιήσει το παλάτι. Η προβλεπόμενη τιμωρία του, αν δεν ειδοποιούσε αμέσως, όταν εμφανίζονταν τα σημάδια με τις φωτιές, οδήγησε τον φύλακα στο συμπέρασμα ότι κάτι κακό γινόταν στο παλάτι, κάτι έκρυβε η Κλυταιμνήστρα, που δεν έπρεπε  να το μάθει ο Αγαμέμνων. Από τους μονολόγους του φύλακα, το πλήθος είχε αντιληφθεί τι συνέβαινε στο παλάτι και ότι ο ίδιος δεν θα αποκάλυπτε στον Αγαμέμνονα τίποτε από όσα είχαν περιέλθει στην αντίληψή του.

Ενισχυτικά για τους συσχετισμούς αυτούς λειτουργεί  η  κατ’ επανάληψη από τον Γουλιάμο χρησιμοποίηση λέξεων, όπως φωτιά, φεγγάρι, φονιάδες, φόνος, φονικό (σε διάφορες πτώσεις). Το ύπουλο σχέδιο της Κλυταιμνήστρας για τη δολοφονία του Αγαμέμνονα μπορεί να συσχετιστεί με τη συνεργασία που προσέφεραν Έλληνες στις δυνάμεις κατοχής, που πάσχιζαν με κάθε τρόπο να περιορίσουν τη συνεχώς διογκούμενη λαϊκή αντίσταση. Και στις δύο, δηλαδή, περιπτώσεις υπήρχε δολιότητα εκ των έσω.

Το πρώτο ποίημα με τίτλο «Ημερολόγιο Λαού» και η ημερομηνία «3 Δεκέμβρη» που το συνοδεύει  παραπέμπει στο συλλαλητήριο που είχε γίνει κατά την ημερομηνία αυτή στην πλατεία Συντάγματος, στην Αθήνα, με κυρίαρχο σύνθημα  «Όχι άλλη Κατοχή». Ακολούθησαν επεισόδια με πολλούς νεκρούς και τραυματίες.

 

Χειμώνα μιλά ο άνεμος

Μιλούν οι ανεμοδαρμένοι δρόμοι

Όλη νύχτα έβρεχε κρύα νερά

Δε φάνηκε χιόνι

Στα νοτισμένα μάτια τους

Ξημέρωσε Κυριακή

Φύλλα ως τη σάρκα τους

Ακούς τη φωνή τους

 

όχι άλλη Κατοχή

 

Τις επόμενες ημέρες, η αντίσταση μεταφέρθηκε σε  πολυκατοικίες, με τον  λόχο του ΕΛΑΣ Σπουδαστών «Λόρδος Μπάιρον» να πρωτοστατεί. Τα μέτρα, όμως, για την καταστολή της αντίστασης υπήρξαν σκληρά. Έτσι, η πολυκατοικία των οδών Μαυρομιχάλη 21 και Ναυαρίνου δέχθηκε βλήμα από τανκ, με αποτέλεσμα να καταρρεύσουν τμήματα των τοίχων της και πολλοί που είχαν καταφύγει εκεί να τραυματιστούν σοβαρά. Η πολυκατοικία, επίσης, της οδού  Διδότου 47 αποκλείστηκε από τα βρετανικά στρατεύματα, βομβαρδίστηκε από τεθωρακισμένο και παραδόθηκε στις φλόγες. Όσοι βρίσκονταν μέσα κατάφεραν να σωθούν, ανοίγοντας τρύπες διαφυγής στους ενδιάμεσους τοίχους. Τα γεγονότα αυτά αποτυπώνονται σε 13 στίχους.

 

Ο Λόχος Σπουδαστών να μιλήσει

Οι γδαρμένοι τοίχοι

Τα σπίτια να μιλήσουν

Πρωτοχρονιά του 1945

Η πολυκατοικία σαν κρέμεται έρημη να μιλήσει

Οδός Μαυρομιχάλη 21 και Ναυαρίνου

Πέτρες νεκρές, χώματα, τούβλα

η νύχτα που κλειδώθηκαν στο υπόγειο

Άσε να μιλήσει το υπόγειο

Η σκουριασμένη σκάλα να μιλήσει

Οδός Διδότου 47

έρημος θάνατος με πικροδάφνες

Πουλί κρυμμένο στο χώμα μέσα-

 

Γνώστης των μύθων, που αποτελούν θεματική πολλών αρχαιοελληνικών τραγωδιών, ο Γουλιάμος τους χρησιμοποιεί με άνεση στα ποιήματά του, τους μεταφέρει στους στίχους του, για να αναφερθεί σε γεγονότα που σφράγισαν ανεξίτηλα κρίσιμες περιόδους της ελληνικής ιστορίας.

Ενδεικτικό το V ποίημα της πρώτης ενότητας, όπου γίνεται αλληγορική χρήση του μύθου που πραγματεύεται η τραγωδία του Ευριπίδη «Ιππόλυτος». Η υπενθύμιση της υπόθεσης του μύθου θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα την αξιοποίησή του από τον ποιητή. Ο ομώνυμος, λοιπόν, ήρωας της τραγωδίας,  γιος του Θησέα και της αμαζόνας Ιππολύτης, μεγαλώνει στην Τροιζήνα. Εκεί βρέθηκε και ο Θησέας με τη γυναίκα του Φαίδρα, η οποία με ώθηση της Αφροδίτης, ερωτεύεται τον Ιππόλυτο. Ο τελευταίος μαθαίνει τα αισθήματά της από την τροφό και τα αποκρούει. Η Φαίδρα αποφασίζει να θέσει τέρμα στη ζωή της, αλλά προηγουμένως αφήνει ένα γράμμα στον Θησέα, όπου του ανέφερε ότι ο Ιππόλυτος προσέβαλε την τιμή της. Ο Θησέας ζητά από τον πατέρα του Ποσειδώνα την τιμωρία του γιου του. Ο θεός στέλνει έναν ταύρο που κάνει τα άλογα του Ιππόλυτου να αφηνιάσουν και ο Ιππόλυτος τραυματίζεται θανάσιμα. Ο Θησέας θα μάθει την αλήθεια από την Άρτεμη.

Και το ποίημα του Γουλιάμου:

 

Κραυγές σπαράγματα συντρόφων

Κάτω απ’ το κόκκινο φεγγάρι

Ξεκίνησε το χρώμα της νύχτας

: κόκκινη κόκκινη νύχτα

τόσο πολύ το αίμα

 

Του Ιππόλυτου το νωθρό χάος

Στ’ αμαρτωλά λημέρια της Τροιζήνας

Σαν ουρλιαχτό σ’ ένα διάλειμμα της Άνοιξης

Ολούθε της Φαίδρας αλήθειες

Δαίμονες σκοτεινοί αρώματα βροχής

Κομματιάζουν το δόλιο φως

Κι ο γέροντας Ώρος στην τρώγλη

Παραφορά της φύσης

Πολλά τα σύνορα σε τούτη τη θάλασσα

Και το φεγγάρι ανάποδα

Ένα λιθάρι αλλόκοτο τ’ ουρανού

: πού η στεριά και πού η θάλασσα

πού οι νεκροί και πού το απατηλό τους τέλος

 

Η προσεκτική ανάγνωση του ποιήματος και η αντιπαραβολή του με τον μύθο οδηγεί στην επισήμανση αναλογιών, όπως: Η απόφαση του Θησέα να εκδιώξει τον γιο του μπορεί να συσχετιστεί με τους διχασμούς που συχνά παρατηρούνταν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου ακόμη και μεταξύ των μελών οικογενειών. Σύζυγοι, αδέλφια και συγγενείς προσχωρούσαν σε διαφορετικές παρατάξεις, χωρίζονταν και ανάμεσά τους επικρατούσε μίσος που συχνά οδηγούσε σε απρόβλεπτες καταστάσεις. Η αναφορά στον θεό Ώρο των Αιγυπτίων μπορεί, επίσης, να συσχετιστεί με τις διχαστικές ενδοοικογενειακές αντιθέσεις που καλλιεργήθηκαν κατά τη συγκεκριμένη περίοδο στην Ελλάδα. Ο Ώρος ήλθε σε σύγκρουση με τον Σετ, τον αδελφό του. Ο Σετ έβγαλε το μάτι του Ώρου και ο Ώρος ευνούχισε τον Σετ.

Γέμισε αγκάθια ο κόσμος, αναφέρει ο Γουλιάμος στον στίχο που ακολουθεί μετά το απόσπασμα που είδαμε παραπάνω. Και τα αγκάθια αυτά τα έσπειραν οι ξένοι, οι οποίοι αναμίχθηκαν στις εσωτερικές υποθέσεις της χώρας, κατά τρόπο που εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους. Με τους «πρόθυμους» που έσπευσαν να συνεργαστούν μαζί τους,  κλείνοντας τα μάτια στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι χωρίστηκαν και ανάμεσά τους ρίζωσε η διχόνοια. Η απάντηση σε όσους αντιστάθηκαν στους ξένους και αγωνίζονταν  για την ελευθερία ήταν σκληρή. Άλλοι έχασαν τη ζωή τους, άλλοι εκτοπίστηκαν σε ξερονήσια, άλλοι φυλακίστηκαν και όλοι μαζί έζησαν κακουχίες, δράματα, στερήσεις, διωγμούς και δοκιμασίες ανείπωτες.

Ο ποιητής αποτύπωσε όλες αυτές τις δοκιμασίες σε πολλούς στίχους, από τους οποίους σταχυολογώ σκόρπια τους πιο ενδεικτικούς: Τόσα νερά και αίματα/ Τόσες φωνές πουλιών […], Χαμαί πέτρες και χόρτα/ Φυτά οινόφυτα άγριας χρονιάς/ Αμίλητα χωράφια, παράφορο χώμα/ Γύρω άνθρωποι αλυσοδεμένοι […], Τόσα οστά φθαρμένα από παλιά ταξίδια/ Πρόσωπα ετοιμοθάνατα για μιαν άνοιξη που μίσεψε/ Τόσα νικηφόρα λάθη σε τόσο φως αθέατα […].

Η πρώτη ενότητα της συλλογής κλείνει με τέσσερα ποιήματα που αποτελούν συνέχεια του οδοιπορικού του Κώστα Γουλιάμου στη συλλογική μνήμη και αναφέρονται: Το πρώτο, «1293, Κάστρο Καλαμάτας», στην κατόπιν προδοσίας κατάληψη της Καλαμάτας από τους Σλάβους της Γιάννιτσας. Το δεύτερο,  «27.3.1942, Σαϊδόνα Μάνης», στην επιτυχή αντιμετώπιση ιταλικής στρατιωτικής δύναμης που επιτέθηκε στη Σαϊδόνα, χωριό της Μεσσηνιακής Μάνης. Το τρίτο, «11.9.1943, Αετός Μεσσηνίας», στην πυρπόληση του χωριού Αετός Μεσσηνίας από τους Γερμανούς και  στις ωμότητες που διέπραξαν, σφάζοντας όσους ηλικιωμένους βρήκαν στο διάβα τους, καταστρέφοντας και λεηλατώντας την αποθηκευμένη σοδειά. Το τέταρτο, «16 Αυγούστου 1949. Συνέσοβα Αρκαδίας»,  στον θάνατο του Πέρδικα (Δημήτρης Γιαννακούρας, το πραγματικό του ονοματεπώνυμο), στη Συνέσοβα Μαινάλου.

Τα ποιήματα αυτά παραπέμπουν στις κτηνωδίες των κατακτητών κατά το πέρασμά τους από χωριά και πόλεις. Παραπέμπουν, επίσης, στις συνέπειες της διαίρεσης και του διχασμού που επικράτησαν μεταξύ των κατοίκων των περιοχών, οι οποίες μνημονεύονται. Παραπέμπουν, όμως, και στους αγώνες που ανέλαβε ο ελληνικός λαός για ελευθερία και αξιοπρέπεια.

Και ενώ τα ποιήματα της πρώτης ενότητας αποτελούν οδοιπορικό στην ταραγμένη περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου, τα επτά ποιήματα της δεύτερης ενότητας μας μεταφέρουν σε μια άλλη δύσκολη πραγματικότητα που συνδέεται με την εποχή μας. Την περιγράφει ο ποιητής σε πρόσφατη συνέντευξή του, επισημαίνοντας: «Προσπαθώ ποιητικά και με αλληγορική γλώσσα να εκφράσω την κοινωνική εντροπία. Ένα φαινόμενο που εντείνεται κι` εκτείνεται στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, δημιουργώντας μακρές περιόδους αστάθειας και καταστροφών, και που στην εποχή μας γίνονται όλο και μεγαλύτερες. Όσο αυτό το σύστημα επιλέγει την απαξίωση της φύσης και την εξάντληση των πόρων, όσο διευρύνει την ενσωματωμένη αχρήστευση προϊόντων παραγωγής και όσο γίνεται πιο εκμεταλλευτικό και επεκτατικό, τόσο πιο πολύ αυξάνεται η συνολική του εντροπία-αταξία».

Η αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου από το περιβάλλον, από τον άλλο άνθρωπο και από τον ίδιο του τον εαυτό έρχεται ως αποτέλεσμα των αλλοτριωτικών διαδικασιών που βιώνει καθημερινά. Ζει σε έναν κόσμο απέραντης μοναξιάς και συχνά δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει όσα συμβαίνουν στον δικό του μικρόκοσμο και πολύ περισσότερο όσα συμβαίνουν στον ευρύτερο κόσμο. Βλέπει, ακούει, αλλά δυσκολεύεται να κατανοήσει και να συλλογιστεί.

 

Έρχεται Άνοιξη ή το σώμα σου είναι η Άνοιξη

Απ’ το παράθυρό σου περνούν ατίθασες νύχτες

Άστρων σκόνη κουρνιάζει στα μαλλιά σου

 

Πιο κάτω η θάλασσα:

κανείς δεν τη βλέπει

 

Θα μεγαλώσουν οι αμαρτίες

και τα πανάρχαια δάση της καστανιάς θα χάσουν τις ρίζες τους

 

Πιο κάτω η πόλη:

κανείς δεν την ακούει

 

Όλοι κοιμούνται όπως ο σκύλος κάτω από μαύρο ουρανό

Εσύ μόνο ξάγρυπνη στην άκρη του δαίμονα

 

Γύρω ο ήλιος καίγεται δίχως να φαίνονται οι νεκροί

 

Και όλα αυτά σήμερα που η τεχνολογική ανάπτυξη βρίσκεται στο απόγειό της και ο άνθρωπος δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τους γοργούς ρυθμούς με τους αναπτύσσεται περαιτέρω. Πρόκειται για ανάπτυξη που δεν είναι ανθρωποκεντρική, αλλά για ανάπτυξη που υπηρετεί το δόγμα ανάπτυξη για την ανάπτυξη. Επιβάλλεται, όμως, μέσω μηχανισμών που κατευθύνουν  στην εναρμόνιση ή τουλάχιστον στην προσπάθεια εναρμόνισης της ζωής σύμφωνα με επιλογές και αποφάσεις που λαμβάνονται ερήμην του ανθρώπου. Η ζώσα επικοινωνία αντικαταστάθηκε με τηλε-συναντήσεις μέσω της οθόνης. Ο άνθρωπος έχασε το πρόσωπό του, αποστασιοποιήθηκε από τη φύση, λησμόνησε την  ιστορία του. Η επίταση της μοναξιάς και της αλλοτρίωσης έρχεται ως φυσικό επακόλουθο. Την ατέρμονη αυτή διαδικασία ο ποιητής την παρουσιάζει σε 16 στίχους που αποτελούν το VI ποίημα της δεύτερης ενότητας.

 

Γεράσαμε σε λαβύρινθους λογισμικούς

Με σκληρούς δίσκους κάρτες μητρικές

Και οπτικές μονάδες

Σε μια λίμνη με αργυρόλευκα μέταλλα

 

Γεράσαμε με φορητά τηλέφωνα

Ποντίκια και σαρωτές εικόνας

Με ακολουθίες δυαδικών

Ξεχάσαμε το ταξίδι στη λιακάδα

Της αυγής το διαρκές ρίγος

Όπως το λαλεί ο κόκορας

 

Γεράσαμε στη σήραγγα των τεχνοβλαστών

Χάσαμε το χάραμα στ’ άνθη της λεμονιάς

Περάσαμε το καλοκαίρι με iOS και Android

Θρυμματίζοντας φωτογραφίες από τοπία νευρασθενικά

Κοροϊδέψαμε τη Ρωμιοσύνη

Σαν έμεινε ζωντανή η γλώσσα μας

 

Και έπειτα από όλα αυτά έρχεται η πικρή διαπίστωση ότι η εποχή μας είναι αντιηρωική. Αν θέλουμε να μιλήσουμε για ήρωες, θα πρέπει να γυρίσουμε στο παρελθόν. Εκεί θα τους συναντήσουμε να προμαχούν για τις αξίες που νοηματοδοτούν τη ζωή και δικαιώνουν τον άνθρωπο. Αγωνίστηκαν, πολέμησαν, άνοιξαν δρόμους, έπραξαν το καθήκον, ανταποκρίθηκαν στο χρέος τους και τώρα κοιμούνται ήσυχοι σε πικρά δωμάτια.

Η ίδια θεματική συναντάται και σε μερικά από τα 22 ποιήματα της τρίτης ενότητας που ο τίτλος της είναι «Στην ερημιά της ύλης». Και εδώ είναι συχνές οι αναφορές σε φαινόμενα που εκπορεύονται από το δυστοπικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει ο σύγχρονος άνθρωπο. Η αντιμετώπισή του ως μέσου πολλαπλασιασμού του πλούτου των ισχυρών, η θεοποίηση του χρήματος και η συγκέντρωσή του στα χέρια ολίγων με θεμιτά και συχνά με αθέμιτα μέσα και όσα ακόμη δυσχεραίνουν την καθημερινότητα τον οδηγούν σε πρόωρο γήρας.

 

Μικροί θάνατοι κρύβονται στο σώμα μας

Ξεχάσαμε τη μέσα άβυσσο σαν έσπασε στα χέρια μας:

 

ξημερώνει στο σκουριασμένο σύμπαν.

 

Γεράσαμε τόσο νέοι στων τραπεζών τα νοσηρά βιβλία

Δεμένοι με ελεεινούς αριθμούς και κωδικούς σκουλήκια

Αγκαλιά με τ’ άρρωστο χρήμα:

 

ξημερώνει όπως στα funds αρέσει

 

Γεράσαμε μέσα σε τόσα ναυάγια

Σ’ ένα κελί από δενδρίτες χάθηκε η γλώσσα μας

 

Οι στίχοι πολλών ποιημάτων της τρίτης ενότητας είναι περισσότερο ερμητικοί σε σύγκριση με εκείνα της πρώτης και δεύτερης. Ωστόσο, και αυτά παραπέμπουν σε ιστορικά γεγονότα, γεφυρώνουν τα παρελθόν με το παρόν, προβάλλουν διαχρονικές αξίες, μνημονεύουν ήρωες που σε δύσκολες στιγμές προτίμησαν να πεθάνουν για να ζήσουν ελεύθεροι στην αιωνιότητα. Πρόκειται για ποιήματα, στα οποία η μνήμη είναι διαρκώς παρούσα και λειτουργεί ενισχυτικά στη χρησιμοποίηση λογοτεχνικών σχημάτων  εξαιρετικής ομορφιάς και στη σύνθεση θαυμάσιων στίχων. Συχνά ο ποιητής παραθέτει αυτούσιες λέξεις ή φράσεις από δημοτικά τραγούδια, εκκλησιαστικά κείμενα ή από έργα φιλοσόφων και ποιητών που έζησαν σε διάφορες περιόδους από την αρχαιότητα έως σήμερα. Παραθέτω ένα ενδεικτικό παράδειγμα:

 

Πρόσεχε το συρματόπλεγμα

Τα μάτια σου στα δέντρα

Πατάς πάνω σε νεκρούς

Έλιωσε το σώμα τους

Υγρασίας λείψανον

 

Ο τελευταίος στίχος της στροφής αυτής, που ανήκει στο ομώνυμο ποίημα, προέρχεται από την άποψη του Αναξίμανδρου, ο οποίος, κατά τον Αέτιο (φιλόσοφος από την Αντιόχεια της Συρίας, που έζησε τον 1ο ή 2ο αιώνα μ.Χ.) υποστήριζε ότι «τὴν θάλασσαν φησὶν εἶναι τῆς πρώτης ὑγρασίας λείψανον, ἧς τὸ μὲν πλεῖον μέρος ἀνεξήρανε τὸ πῦρ τὸ δὲ ὑπολειφθὲν διὰ τὴν ἔκκαυσιν μετέβαλεν».

Οι προτροπές του ποιητικού υποκειμένου και η επισήμανση αφήνουν να εννοηθεί ότι οι νεώτερες γενιές πρέπει να παραδειγματιστούν από τη θυσία όσων έπεσαν στον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο, να τον συνεχίσουν έως ότου το όραμα γίνει πραγματικότητα και να μην επιτρέψουν ποτέ να ξυπνήσουν πάλι τα τέρατα. Οι προηγούμενες γενιές συνέλαβαν το όραμα, προσπάθησαν να το κάνουν πραγματικότητα, αγωνίστηκαν, μερικοί μάλιστα έως θανάτου, αλλά οι θυσίες τους δεν ευοδώθηκαν. Οι νεώτεροι, λοιπόν, έχουν χρέος να συνεχίσουν.

Κατά τα τελευταία 25 χρόνια, ο Κώστας Γουλιάμος ζει και εργάζεται στην Κύπρο (διετέλεσε και Πρύτανης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου). Είναι φυσικό στα ποιήματά του να υπάρχουν αναφορές στους αγώνες που διεξήγαγε η Μεγαλόνησος για την ελευθερία, στους ηρωομάρτυρες που ανέδειξε, αλλά και στο τραύμα του ’74. Ποιήματα με τη θεματική αυτή υπάρχουν και στις τρεις ενότητες της συλλογής και παρουσιάζονται συνοπτικά στη συνέχεια.

Στο VI της πρώτης ενότητας, επικαλείται την Πατρίδα του Πενταδάχτυλου, την από αρχαιοτάτων χρόνων ελληνική Κύπρο (στο ποίημα αναφέρεται ο Φιλόκυπρος, ο βασιλιάς της αρχαίας πόλης κράτους Σόλοι της Κύπρου), που οι εχθροί της την κρατούν σταυρωμένη και διαμελισμένη. Στο IV της δεύτερης ενότητας, αναφέρεται και πάλι στον Πενταδάκτυλο, όπου Χάθηκαν τ’ άλογα και οι σημαίες καρφωμένες / ξεψύχησαν στο παγωμένο φράγμα. Οι νεκροί, οι αγνοούμενοι, οι αιχμάλωτοι, οι πρόσφυγες, στοιχεία που συνθέτουν την κυπριακή τραγωδία διαποτίζουν όλους τους στίχους του ποιήματος.                           Στην τρίτη ενότητα, οι αναφορές στην τραγωδία της Κύπρου είναι περισσότερες. Το δεύτερο ποίημα, με τίτλο «Πρόσεχε, Ουρανέ, και λαλήσω», που είναι  δανεισμένος από ποίημα του υμνογράφου Ανδρέα Κρήτης (670-640), περιγράφει με κρυπτικό τρόπο τα δεινά της Μεγαλονήσου, τα οποία ήλθαν ως επακόλουθο της εκ των έσω προδοσίας. Στην τρίτη μάλιστα στροφή, το ποιητικό υποκείμενο χρησιμοποιεί α΄ ρηματικό πρόσωπο, προφανώς για να υπογραμμίσει το συνεχιζόμενο έγκλημα της κατοχής μεγάλου μέρους των εδαφών της νήσου.

 

Πρόσεχε όταν μιλώ από σκλαβωμένο τόπο

Μνημονεύοντας ζώντας και νεκρούς

ἐς πατρίδα γαῖαν

 

Η φράση ἐς πατρίδα γαῖαν, ανήκει στον στίχο 206 της ραψωδίας π της Οδύσσειας (ἤλυθον εἰκοστῷ ἔτεϊ ἐς πατρίδα γαῖαν) και απευθύνεται από τον Οδυσσέα στον Τηλέμαχο, όταν ο πρώτος έφθασε στην Ιθάκη. Εδώ χρησιμοποιείται για να συμβολίσει την πεποίθηση ότι κάποια στιγμή, όταν επικρατήσει η δικαιοσύνη στον κόσμο, τα σκλαβωμένα εδάφη της Κύπρου θα ελευθερωθούν και οι νόμιμοι κάτοικοί τους θα επιστρέψουν στα χώματά τους. Και όταν έλθει η στιγμή αυτή, εκεί ο θάνατος δεν θα ’χει εξουσία, αποφαίνεται ο ποιητής, επικαλούμενος τον στίχο από το γνωστό ποίημα του Ντύλαν Τόμας.

Στα ποιήματα, επίσης, «Η θέα των νεκρών» και «Η Μαρία είσαι», η Κύπρος είναι παρούσα. Στο πρώτο, με τον Μαυροκόλυμπο, τον χείμαρρο της Πάφου που δροσίζει τα σώματα όσων έπεσαν σε καιρούς δύσκολους. Στο δεύτερο, με την αρχαιοελληνική πόλη των Σόλων και με την εύφορη γη το αείρροο πράσινο της Μόρφου, τον κάμπο της οποίας κομμάτιασε η εισβολή του Αττίλα.

Τέλος στο ποίημα «Τηθύος Θαλάσσης» μνημονεύονται με τα μικρά τους ονόματα ήρωες που έπεσαν στον αγώνα για την απελευθέρωση από την αποικιοκρατία. Ο Ευαγόρας (Παλληκαρίδης), ο Κυριάκος (Μάτσης), ο Γρηγόρης (Αυξεντίου), που με τον μαρτυρικό τους θάνατο δίδαξαν πώς η ελευθερία δεν χαρίζεται, αλλά κερδίζεται με θυσίες, αίματα και ολοκαυτώματα, στα οποία μπορούν να προχωρήσουν μόνο οι γενναίοι.

Με Το Μάτι της Λέξης  ο Κώστας Γουλιάμος εκφράζει τραύματα του παρελθόντος, προβληματισμούς του παρόντος και προσδοκίες του μέλλοντος.  Ο ποιητικός του λόγος είναι πρωτότυπος και το λεξιλόγιό του λόγιο και λαϊκό. Με την ποίησή του συμβάλλει στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης, συνδέει το χθες με το σήμερα, τέμνει τις ανθρώπινες σχέσεις, καλλιεργεί τον γόνιμο προβληματισμό και οραματίζεται έναν καλύτερο κόσμο.  Δικαιολογημένα η κριτική υποδέχεται τα έργα του με ενδιαφέρον και δικαιολογημένα τον κατατάσσει στην πρωτοπορία της γενιάς του.

 

 

Μανώλης Μ. Στεργιούλης

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.