Τον περασμένο Σεπτέμβριο εκδόθηκε ένα ογκώδες λεύκωμα για τη ζωή και το έργο του κορυφαίου εν ζωή Έλληνα ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη, το οποίο σίγουρα θα του έδωσε μεγάλη χαρά και ικανοποίηση όχι μόνο για την πληρότητα που το χαρακτηρίζει, αλλά και γιατί η έρευνα, η συγγραφή και η σύνθεσή του έγινε από τον γιο του Ρήσο Χαρίση. Ποιητής και ο ίδιος, με σπουδές στη δημοσιογραφία και στη σκηνοθεσία κινηματογράφου-τηλεόρασης, στις 518 σελίδες του λευκώματος, με ιδιαίτερη φροντίδα και επιμέλεια ενέταξε πλούσιο υλικό, που δίνει την ευκαιρία σε μη ειδικούς να γνωρίσουν το έργο του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, αλλά και σε ειδικούς να γνωρίσουν καλύτερα πτυχές της προσωπικότητάς του. Η ιδέα για την έκδοση του λευκώματος ήταν του Στέλιου Γεωργαλλίδη, Γενικού Διευθυντή της Κεντρικής Ασφαλιστικής, ο οποίος στη σύντομη εισαγωγή του επισημαίνει ότι ο ποιητής «εξιστορεί με παραστατικό τρόπο τα γεγονότα που μας χαράζουν μνήμες πόλεων, χωριών, ανθρώπινων στιγμών και μέσα από την τοπική αναφορά φεγγοβολά η ελληνικότητα της πατρίδας μας», ενώ ο αναγνώστης του έργου του «βιώνει παραστάσεις, εικόνες, δρώμενα, άρωμα, γεύσεις, αρχιτεκτονική, ήθη, έθιμα, συνήθειες» και κατανοεί ότι είναι «μεγάλη η ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη». Στο Αντί προλόγου σημείωμά του, ο Ρήσος Χαρίσης γράφει ότι το λεύκωμα είναι οφειλόμενο αφιέρωμα και η έκδοσή του θα δώσει την ευκαιρία στον αναγνώστη «να γνωρίσει την προσωπικότητα του ποιητή μέσα από ποικίλες πλευρές, δικές του και των άλλων, εστιάζοντας στην αύρα του προσώπου του και στη γενικότερη ακτινοβολία του στον χώρο της λογοτεχνίας». Η διάρθρωση του λευκώματος, προσθέτει, «έγινε με βάση την εικόνα που επιδιώξαμε να δώσουμε για τη λογοτεχνική δημιουργία του Κυριάκου Χαραλαμπίδη και τη θέση του μέσα στον κόσμο. Η Αμμόχωστος και γενικά η κατεχόμενη πατρίδα αποτελούν σημείο αναφοράς στο έργο του, αποκτώντας παράλληλα διαστάσεις ευρύτερου συμβολισμού. Τα 50 χρόνια της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο παρέχουν ευκαιρία αναστοχασμού και εμβάθυνσης μέσα από το πνεύμα και τη συνείδηση του κορυφαίου αυτού ποιητή». Στην αρχή προτάσσεται κείμενο που αναφέρεται στην προγονική καταγωγή του Κυριάκου Χαραλαμπίδη από την πλευρά του πατέρα του, τον Κώστα Χαραλαμπίδη, ο οποίος έλαβε μέρος ως εθελοντής στον Α΄ και Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πολλά από τα γεγονότα που έζησε στα μέτωπα των πολέμων τα κατέγραψε σε 49 σελίδες με τίτλο «Η ζωή ενός στρατιώτου εις τον 2ον Παγκόσμιο» και αργότερα τις παρέδωσε στον ποιητή, ο οποίος δίνει ιδιαίτερη έμφαση (αποτελεί θέμα βιβλίου που πρόκειται να εκδοθεί). Ακολουθούν αποσπάσματα από κριτικές που έχουν γράψει εξέχουσες προσωπικότητες του πνευματικού κόσμου για κάθε ποιητική συλλογή του, αλλά και από εντυπώσεις ανθρώπων που τον γνώρισαν από κοντά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενότητα στην οποία παρατίθενται πληροφορίες για την αλληλογραφία του ποιητή με ομοτέχνους του και μελετητές της ποίησής του. Ενδιαφέρον, επίσης, παρουσιάζουν οι αφιερώσεις που γράφουν στα βιβλία που του έχουν αποστείλει κατά καιρούς οι συγγραφείς τους. Σε άλλη ενότητα παρατίθενται απόψεις που εξέθεσε ο ποιητής σε άρθρα και συνεντεύξεις του για θέματα, όπως: Η αλήθεια του προσώπου της ποίησης, Ποίηση και κοινωνία, Περί ποιητικής ευαισθησίας, Χώρος και χρόνος της ποιητικής λειτουργίας, Τι είναι ποίηση, Γλώσσα και ελευθερία, Η ποίηση ως αξία και ανάγκη, Πόροι ποιημάτων, Δυνάμεις του πνεύματος, Περί εικονοπλασίας, Λέξεις και πράγματα, Η γραφή του ποιήματος, Γλωσσική ανεξιθρησκία, Ποιητική ειρωνεία, Μικροί προφήτες ποιητές, Περί ευφυούς αναγνώστη, Ορθολογισμός, θρησκεία και ποίηση, Φυσική και μεταφυσικοί. Κάτω από αυτούς και πολλούς ακόμη τίτλους αποτυπώνονται οι αντίστοιχες απόψεις του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, που μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα αρκετά σημεία του έργου του. Πολύ σημαντικό είναι και το μέρος του λευκώματος που περιέχει αναμνήσεις του ποιητή από τα παιδικά του χρόνια στη γενέτειρα, την Άχνα Αμμοχώστου, από τη μετακίνησή του στην Αμμόχωστο, από το οικογενειακό περιβάλλον, από τα καλοκαίρια στον Άγιο Φίλωνα αλλά και από τα πρώτα του βήματα στην ποίηση, πριν ακόμη συμπληρώσει την πρώτη δεκαετία της ζωής του. Αναμνήσεις, επίσης, από την περίοδο του απελευθερωτικού Αγώνα των ετών 1955-59, τους δασκάλους του στην Κύπρο και στην Ελλάδα, τη γνωριμία του με πνευματικούς ανθρώπους (Άγγελος Τερζάκης, Γ.Φ. Πιερίδης, Τεύκρος Ανθίας, Νικηφόρος Βρεττάκος, Τάκης Παπατσώνης, Νίκος Καρούζος κ.ά.). Οι απόψεις του για την τέχνη της ζωής και όσα περιέχονται στην ενότητα «Με τη γραφίδα του ποιητή» αποτελούν στοιχεία και μπορούν να βοηθήσουν τον αναγνώστη, για να διαμορφώσει πληρέστερη εικόνα για το έργο του ποιητή. Το υλικό της ενότητας αυτής αντλήθηκε κυρίως από ομιλίες του σε Πανεπιστήμια, σε Συνέδρια και σε εκδηλώσεις που διοργανώθηκαν προς τιμήν του. Τέλος, στην ενότητα με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Κυπροσυλλαβίζοντας», ο Ρήσος Χαρίσης ενέταξε κείμενα, στα οποία ο ποιητής αναφέρεται στο μέρος του έργου του που έχει κυπροκεντρικό περιεχόμενο αλλά και κείμενα που σχετίζονται με το κυπριακό πρόβλημα και τους προβληματισμούς του για το παρόν και το μέλλον της Μεγαλονήσου. Το λεύκωμα κλείνει με ανθολογία ποιημάτων και με το χρονολόγιο Κυριάκου Χαραλαμπίδη, που εκτείνεται σε 36 σελίδες και είναι το πληρέστερο όλων όσων έχουν γραφεί μέχρι σήμερα.
Ως επίλογο της σύντομης αυτής αναφοράς στο λεύκωμα του Ρήσου Χαρίση για τη ζωή και το έργο του Κυριάκου Χαραλαμπίδη θα παραθέσω όσα ο ίδιος ο ποιητής ανέφερε κατά την πρόσφατη παρουσίαση του λευκώματος στο Παγκύπριο Γυμνάσιο: «Το λεύκωμα που με τόσο μόχθο, αφοσίωση και αγάπη ετοίμασε για μένα ο Ρήσος Χαρίσης δεν θέλει τίποτε άλλο για να πείσει, αρκεί να το κρατήσει κανείς στα δυο του χέρια. Μπορεί να τ’ ακουμπήσει και στα γόνατά του ή πάντως σε τραπέζι, γιατί το βάρος του είναι τρία κιλά και τετρακόσια πενήντα γραμμάρια. Τα γραμμάρια αντέχονται, αλλά τα κιλά; […].Μεγάλο βάρος δηλαδή, τουλάχιστον ως προς τον υλικό του όγκο. Όσο για το άλλο, το πνευματικό, μου δίνει χαρά ότι θα ζυγιστώ κατά το έργο μου, αφού ο γιος μου Ρήσος, που ονειρευόταν από χρόνια να φτιάξει αυτό το λεύκωμα, μελέτησε συστηματικά και εξερεύνησε το αρχείο μου, σε σημείο που βοήθησε και μένα τον ίδιο να γνωρίσω καλύτερα το πρόσωπό μου».
Μανώλης Μ. Στεργιούλης