You are currently viewing Μάνος Κοντολέων: Τζούλια Γκανάσου, «Δευτέρα παρουσία». Μυθιστόρημα  Εκδόσεις Καστανιώτη

Μάνος Κοντολέων: Τζούλια Γκανάσου, «Δευτέρα παρουσία». Μυθιστόρημα Εκδόσεις Καστανιώτη

 

Δυναμική εκπρόσωπος της νέας ελληνικής λογοτεχνικής γενιάς η Τζούλια Γκανάσου, από το 2006 όπου κυκλοφορεί το πρώτο της δικό της έργο, έως σήμερα, είχαμε διαβάσει πέντε δικά της μυθιστορήματα, ενώ παράλληλα την έχουμε συναντήσει και σε διάφορες συλλογικές εκδόσεις.

Η θεματική της Γκανάσου αναζητά πάντα ένα εύρημα που πάνω του θα στηθεί μια κριτική ματιά της σημερινής πολυπλοκότητας έτσι όπως αυτή εκφράζεται στις διαπροσωπικές, μα και στις κοινωνικές σχέσεις.

Με το έκτο της και πλέον πρόσφατο μυθιστόρημά της, η συγγραφέας μας κάνει γνωστό και το ενδιαφέρον της για το πως η πολιτική μπορεί να παρέμβει όχι μόνο στην καθημερινότητα απλών ατόμων, αλλά να εισχωρήσει στον ίδιο τον πυρήνα των πολιτιστικών και ηθικών κανόνων που διέπουν την κοινωνία μας.

Βάση των προβληματισμών που η Τζούλια Γκανάσου θα χρησιμοποιήσει για τη σύνθεση του τελευταίου της έργου είναι οι πόλεμοι τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Γάζα.  Και βασισμένη σε γεγονότα που έχουν καταγραφεί σε δελτία ειδήσεων και στο διαδίκτυο, πλάθει ένα δυστοπικό κείμενο, γεμάτο από περιγραφές που διαπερνούν  όλο το φάσμα αφήγησης από τον ρεαλισμό στον συμβολισμό για να φανερώσουν τη φρίκη της βίας που ο ίδιος ο άνθρωπος δημιουργεί.

Ο τόπος και ο χρόνος της μυθιστορηματικής σύνθεσης δεν δηλώνεται. Άλλωστε ο ζόφος των καταστροφών και η αγριότητα των πράξεων δεν θα αποδεχόντουσαν να μειώσουν την έντασή τους καθώς θα αποκτούσαν χρονικά και τοπικά όρια.

Η αγριότητα του πολέμου θέλει την απόλυτη κυριαρχία της. Και η Τζούλια Γκανάσου της την προσφέρει με πολλά ευρηματικά μοτίβα.

Κεντρικά πρόσωπα δυο γυναίκες -γιαγιά και εγγονή. Που σημαίνει παρελθόν και μέλλον. Οι μόνες που επέζησαν από όλη την οικογένεια. Και που για να μπορέσουν να καταφέρουν να επιβιώσουν μετατρέπονται σε ένα διττό σώμα -η μια συμβουλεύει, η άλλη εκτελεί.

Η πορεία αυτού του διττού σώματος προς τα εκεί όπου ακόμα υπάρχει η ελευθερία, θα είναι όχι μόνο επώδυνη και επικίνδυνη, αλλά και ιδιαιτέρως ενημερωτική όσον αφορά τις πράξεις των ανθρώπων που άλλοι από αυτούς είναι τα θύματα/άμαχοι και άλλοι οι θύτες/εκμεταλλευτές της πολεμικής βίας.

Αλλά μέσα σε μια περίοδο πολέμου δεν συμβαίνουν μόνο μάχες και βομβαρδισμοί. Κάποιοι βρίσκουν την ευκαιρία να πλουτίσουν, ή να πραγματοποιήσουν τα αυταρχικά και ακόμα και ναζιστικής προέλευσης σχέδια τους και δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τον άλλον ως αντικείμενο, να αγνοήσουν το κάθε συναίσθημα, την όποια ηθική που στηρίζει μια ειρηνική κοινωνία. Και η Γκανάσου αρπάζει -λες- τις λέξεις και φτιάχνει φράσεις που δεν φοβούνται το σκοτάδι το οποίο καλούνται να περιγράψουν.

Κι όμως η δυστοπία μπορεί να αντιμετωπιστεί. Και μέσα σε  ένα  λογοτεχνικό κείμενο αυτή η αντιμετώπιση μορφοποιείται με τη χρήση της διακειμενικότητας. Η Γκανάσου συχνά θα μας θυμίσει φράσεις από του ‘Σατανικούς στίχους’  του Ρουσντί, μα και από την Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας ή και ακόμα από παιδικά τραγουδάκια.

Και βέβαια θα αναζητήσει το χάραμα μιας ελεύθερης και αξιοπρεπούς ζωής μέσα από τη σχέση δυο παιδιών.

«Θα σου φτιάξω μια χώρα που δε θα σε διώχνει…» είπε το αγόρι.

«Θα σου φτιάξω μια χώρα που δε θα σε πληγώνει…» απάντησε το κορίτσι…

Σκοτεινό, σκληρό… Κι όμως ιδιότυπα ελπιδοφόρο μυθιστόρημα.

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.