Στην αρχαιότητα οι έννοιες της επιτυχίας και αποτυχίας είχαν διαφορετική υφή από αυτήν που απέκτησαν μεταγενέστερα, καθώς δεν επιφόρτιζαν, στον βαθμό που ισχύει σήμερα, οι σχετικοί όροι (ως ρήμα, ουσιαστικό ή μετοχή) το υποκείμενο με τη συνδήλωση της ατομικής πληρότητας, ευτυχίας είτε της διάκρισης στο κοινωνικό σύνολο και αντιστρόφως της ανικανότητας ή ανάξιας λόγου σταδιοδρομίας. Το ρήμα ἐπιτυγχάνω μεταφράζεται στα αρχαία κείμενα κατά μέσον όρο ως ‘είμαι τυχερός, κατορθώνω αυτό που επιθυμώ, πετυχαίνω τον στόχο’ (απόλ., με δοτική ή γενική): Πλούτ. 2.438A: ῥᾴδιον τὸ δὲ χαλεπόν, ῥᾴδιον μὲν τὸ ἀποτυχεῖν τοῦ σκοποῦ, χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν, Αριστ. Ηθ. Νικομ. 2.6.14: οἱ πολλά βάλλοντες ἐπιτυγχάνουσι πολλάκις. Η επιτυχία του σκοπού μπορεί να αφορά οτιδήποτε, π.χ. κερδίζω σε μία δίκη (τοῦ ἀγώνος, Δημ. 1175.16), στη μάχη (Αισχ. 77.16). Αντίστοιχα, τα ουσιαστικά ἐπίτευξις ή ἐπίτευγμα υποδείκνυαν την επιτέλεση ενός στόχου, την πραγματοποίηση κάποιου γεγονότος, την ευστοχία. Το ἐπίτευγμα είχε και τη σημασία του ἐξευρήματος/τεχνάσματος (Διόδ. 1.27, Διογ. Λαέρτ. 8.57: τοῖς περί την ποιητικήν ἐπιτεύγμασιν) ή του προϊόντος (Διόδ. 15.6: ποιητῶν ἀγαθῶν ἐπιτεύγματα). Ο Πλάτωνας προσδιορίζει: εὐκαιρία χρόνου ἐπίτευξις ἐν ᾧ χρὴ παθεῖν τι ἢ ποιῆσαι (Όροι 413C). Στην Παθητική διάθεση η μετοχή ἐπιτετευγμένος σημαίνει ‘αυτός που έχει καλή έκβαση’ (βλ. ἐ. πράξεις, Πολύβ. 6.53). Θα έλεγε κανείς ότι η μοντέρνα λέξη επιτυχία τείνει να ταυτιστεί με κάποιου είδους υπεροχή στον επαγγελματικό ή κοινωνικό στίβο, ενώ η αρχαία υπογράμμιζε αμιγώς την επιτυχία του στόχου (Λεξικό Lidell Scott: ‘βαρώ το σημάδι’). Πρόκειται για μια λεπτή διαφορά, που μπορεί να παραβληθεί με την περίπτωση του ΑΕ όρου εὐδαιμονία (ευτυχία, καλοτυχία): στη φιλοσοφία περιστρέφεται γύρω από την κατάκτηση του καλού και ἀγαθοῦ. Για τον Σωκράτη η ευημερία ταυτιζόταν με την ανωτερότητα, με την έννοια της ηθικής, άμεμπτης συμπεριφοράς και του έντιμου βίου.
Αναφορικά αντίστροφα με την αποτυχία εκπλήρωσης ενός στόχου, χρησιμοποιούνται στα αρχαία κείμενα α) το ρήμα ἀποτυγχάνω Ενεργ. Φωνή: δεν πραγματοποιώ τον στόχο μου, χάνω, ατυχώ, σφάλλω, Παθ. Φωνή, μετοχή: τὰ ἀποτετευγμένα= αυτά που δεν έχουν εκπληρωθεί, τα ανεκπλήρωτα, βλ. Λουκ. Ἀλέξ. 28. ΙΙ: τὰ προρρηθέντα καὶ μὴ ἐκπληρωθέντα και β) τα ουσιαστικά ἀπότευγμα: Διόδωρος 1.1: ἡ δὲ διὰ τῆς ἱστορίας περιγινομένη σύνεσις τῶν ἀλλοτρίων ἀποτευγμάτων τε καὶ κατορθωμάτων ἀπείρατον κακῶν ἔχει τήν διδασκαλίαν (για την κατανόηση των αποτυχιών και άθλων ξένων ηγετών) και ἀπότευξις, πχ. ἐλπίδος, Πλούτ. Γαλβ. 23. Η αρχαία, επομένως, έννοια της αποτυχίας μπορεί να αποδοθεί ως κάτι που δεν έχει τελεστεί (ακόμη) ή δεν επέφερε το ποθητό αποτέλεσμα. Η μοντέρνα, όμως, του ‘αποτυχημένος’, με τις συνδηλώσεις του ανάξιου λόγου, ‘άχρηστου’ ανθρώπου, δεν βρίσκει αντιστοιχία, παρά μόνο εντοπίζεται η μετοχή ἀποτετευγμένος, ως προσδιορισμός αφηρημένων εννοιών, αναφορικά με καταστάσεις που δεν είχαν ευτυχή έκβαση, όπως πχ. ένας γάμος (Διόδ. 12.12) ή μια προσπάθεια αγοραπωλησίας (Λουκιαν. Dsc. 5.79), που μπορούν να ερμηνευτούν ως ‘αυτό που βάλτωσε’.
Οι σημασίες της επιτυχίας και της αποτυχίας συναντώνται στην αρχαιότητα κυρίως σε ιστορικά, φιλοσοφικά, ρητορικά κά κείμενα, για να υποδείξουν τη νίκη ή την ήττα στον πόλεμο, την υπεροχή ή την έλλειψη δύναμης στην πολιτική, κομβικά δηλαδή πεδία στα οποία επιδίδονταν και καλλιεργούσαν στον ύψιστο βαθμό οι αρχαίοι, βλ. Πλάτωνα Ἀξίοχος 12: τὴν μὲν χαρὰν ἔχουσα φλεγμονῆς δίκην παλλομένην καὶ σφυγματώδη, τὴν δὲ ἀπότευξιν ἀλγεινὴν καὶ θανάτων μυρίων χείρω, Πολύβ. 5.98.6: πλείους γὰρ ἂν εὕροι τις τῶν ἀποτυγχανόντων ἐν ταῖς τοιαύταις ἐπιβολαῖς.
Έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσουμε πως αντιλαμβάνονταν τις παραπάνω έννοιες οι αρχαίες αυθεντίες. Στα Ηθικά Νικομάχεια (1106B) ο Αριστοτέλης τονίζει πως «το λάθος γίνεται με πολλούς τρόπους, το σωστό όμως με έναν μόνο, γι᾽ αυτό και το πρώτο είναι εύκολο, ενώ το άλλο δύσκολο: είναι εύκολο, πράγματι, να αποτύχεις στον στόχο σου και δύσκολο να τον πετύχεις· γι’ αυτό η υπερβολή και η έλλειψη προσδιορίζουν έναν κακό χαρακτήρα, ενώ η χρυσή μεσότητα την αρετή: Αγαθοί με έναν μόνο τρόπο, κακοί με χίλιους τόσους»: ἔτι τὸ μὲν ἁμαρτάνειν πολλαχῶς ἔστιν (τὸ γὰρ κακὸν τοῦ ἀπείρου, ὡς οἱ Πυθαγόρειοι εἴκαζον, τὸ δ᾽ ἀγαθὸν τοῦ πεπερασμένου), τὸ δὲ κατορθοῦν μοναχῶς (διὸ καὶ τὸ μὲν ῥᾴδιον τὸ δὲ χαλεπόν, ῥᾴδιον μὲν τὸ ἀποτυχεῖν τοῦ σκοποῦ, χαλεπὸν δὲ τὸ ἐπιτυχεῖν)· καὶ διὰ ταῦτ᾽ οὖν τῆς μὲν κακίας ἡ ὑπερβολὴ καὶ ἡ ἔλλειψις, τῆς δ᾽ ἀρετῆς ἡ μεσότης· ἐσθλοὶ μὲν γὰρ ἁπλῶς, παντοδαπῶς δὲ κακοί. Σε άλλο σημείο αναφέρει (1099a): Τὴν μὲν γὰρ ἕξιν ἐνδέχεται μηδὲν ἀγαθὸν ἀποτελεῖν ὑπάρχουσαν, οἷον τῷ καθεύδοντι ἢ καὶ ἄλλως πως ἐξηργηκότι, τὴν δ᾽ ἐνέργειαν οὐχ οἷόν τε· πράξει γὰρ ἐξ ἀνάγκης, καὶ εὖ πράξει. ὥσπερ δ᾽ Ὀλυμπίασιν οὐχ οἱ κάλλιστοι καὶ ἰσχυρότατοι στεφανοῦνται ἀλλ᾽ οἱ ἀγωνιζόμενοι (τούτων γάρ τινες νικῶσιν), οὕτω καὶ τῶν ἐν τῷ βίῳ καλῶν κἀγαθῶν οἱ πράττοντες ὀρθῶς ἐπήβολοι γίνονται: «Μια τάση μπορεί απλά να ενυπάρχει σε έναν άνθρωπο, χωρίς να επιφέρει κάποιο θετικό αποτέλεσμα, όπως στην περίπτωση κάποιου που κοιμάται ή μένει αδρανής. Αντιθέτως, η δράση εξ ορισμού ισοδυναμεί με μια κερδοφόρα, καλή πράξη. Όπως στην Ολυμπία στέφονται νικητές όχι οι πιο καλλωπισμένοι και δυνατοί, αλλά απλά όσοι συμμετέχουν στους αγώνες (γιατί από αυτούς θα επιλεχθούν οι νικητές), έτσι και στη ζωή κατορθώνουν, με λογικό τρόπο, απ’ όσους είναι ηθικοί και τίμιοι, αυτοί που πράττουν».
Επομένως, η επαγρύπνηση και η δράση, σε αντιδιαστολή με τη νωθρότητα είναι τα απαραίτητα εχέγγυα για να κατακτηθεί ένας ευγενής στόχος, σε αντιστοιχία με τον αθλητή. Το ταξίδι από μόνο του και όχι ο προορισμός έχει σημασία. Γι’ αυτό στο έργο του Περὶ Ἀρετῶν καὶ Κακιῶν 7.5/ 1251b υπογραμμίζει: μικροψυχίας δ᾽ ἐστὶ … ἀπότευγμα δὲ ὁτιοῦν ἀτυχίαν κρίνειν μεγάλην: «Είναι δείγμα στενομυαλιάς, αδύναμου φρονήματος, οποιαδήποτε αποτυχία να ερμηνευτεί ως μεγάλη κακοτυχία». Ο Ρωμαίος Κικέρωνας, από τη μεριά του, αναρωτιέται (Ad Att. 13.27.1): ubi enim ἐπίτευγμα magnum nullum fieri possit, ἀπότευγμα vel non magnum molestum futurum sit, quid opus est παρακινδυνεύειν? «Όταν δεν μπορώ να καταφέρω έναν θρίαμβο και ακόμη και η παραμικρή αποτυχία ενοχλεί, ποιο το όφελος να το ρισκάρω;».
Στις Διατριβαί του στωικού Επίκτητου (4.10.6-7) τονίζεται, ωστόσο, ότι πιο σώφρον είναι να επιδιώκονται ρεαλιστικοί στόχοι: εἰ μὴ θέλῃς ὀρέγεσθαι ἀποτευκτικῶς μηδ᾽ ἐκκλίνειν περιπτωτικῶς, μηδενὸς ὀρέγου τῶν ἀλλοτρίων, μηδὲν ἔκκλινε τῶν μὴ ἐπὶ σοί. εἰ δὲ μή, καὶ ἀποτυχεῖν καὶ περιπεσεῖν ἀνάγκη: «Αν δεν επιθυμείς να επιδιώκεις αυτά, στα οποία δεν θα πετύχεις, ή να επιχειρείς να αποφεύγεις αυτά με τα οποία τελικά θα καταπιαστείς. Μην προσβλέπεις στην κατάκτηση πραγμάτων που δεν είναι στη σφαίρα της ιδιοκτησίας σου, μήτε να απομακρύνεσαι από αυτά που δεν είναι του χεριού σου. Αν δεν τηρήσεις αυτόν τον γενικό κανόνα, αναπόφευκτα δεν θα εκπληρώσεις τους στόχους σου και θα καταλήξεις σε ό,τι ακριβώς αποφεύγεις». Ο επιτεύξιμος στόχος, όταν τεθεί στο προσκήνιο ως αδιάτρητος πόθος, θα γίνει παράσημο στην καρδιά και στον λογισμό, εμπνέοντας όλο και μεγαλύτερη γενναιότητα και καύσιμα για την κατάκτησή του: Λάβε τὴν ἀρχήν, λάβε τὸ σωμάτιον. τὴν δ᾽ ὄρεξιν οὐ ποιήσεις ἀποτευκτικὴν, οὐδὲ τὴν ἔκκλισιν περιπτωτικήν.’ εἰς τοῦτον μόνον τὸν ἀγῶνα καθίησιν τὸν περὶ τῶν προαιρετικῶν: πῶς οὖν οὐ μέλλει ἀήττητος εἶναι; «Στέρησέ του τα αξιώματα και το ευτελές του σώμα. Ποτέ δεν θα καταφέρεις να κάνεις τον πόθο του να αποτύχει στον σκοπό του, μήτε την αποστροφή του να ενδώσει σε αυτό που θα’ θελε να αποφύγει. Ο άνθρωπος ξεκινά μόνο αγώνες που αποτελούν αποτέλεσμα της δικής του ελεύθερης βούλησης». Και σε αυτούς τους αγώνες, επαυξάνοντας στον Επίκτητο, ή θα καταφέρει στη διάρκεια της ζωής του κάποιες μικρές επιτυχίες ή έστω και αργά μία μεγάλη, μέσα από πολλές, πάρα πολλές, όχι αποτυχίες, αλλά «μη πραγματοποιήσεις» κατά την ΑΕ έννοια. Κάθε προσπάθειά μας, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, είναι μια ‘δειλή’ μάχη, που ‘αποθρασύνεται’ σε βάθος χρόνου, η καθημερινότητά μας φαντάζει εν τέλει ένα σύνολο από κουκκίδες, απειροελάχιστες επιτυχίες, που ενώνονται για τον θρίαμβο της ζωής!
Εμφυσώντας κουράγιο στις ακούραστες, φιλότιμες προσπάθειες του ανθρώπου, ο Μάρκος Αυρήλιος εμφαίνει ότι διατηρείται ακέραια η υπόσταση, η ταυτότητα και η αξιοπρέπειά του καθ’ όλη τη διάρκεια μιας ‘αποτυχίας’: 4.49.1: “Ἀτυχὴς ἐγώ, ὅτι τοῦτό μοι συνέβη.” Οὐμενοῦν ἀλλ εὐτυχὴς ἐγώ, ὅτι τούτου μοι συμβεβηκότος ἄλυπος διατελῶ, οὔτε ὑπὸ παρόντος θραυόμενος οὔτε ἐπιὸν φοβούμενος. Συμβῆναι μὲν γὰρ τὸ τοιοῦτο παντὶ ἐδύνατο, ἄλυπος δὲ οὐ πᾶς ἐπὶ τούτῳ ἂν διετέλεσε. Διὰ τί οὖν ἐκεῖνο μᾶλλον ἀτύχημα ἢ τοῦτο εὐτύχημα; Λέγεις δὲ ὅλως ἀτύχημα ἀνθρώπου, ὃ οὐκ ἔστιν ἀπότευγμα τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου; Ἀπότευγμα δὲ τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου εἶναι δοκεῖ σοι, ὃ μὴ παρὰ τὸ βούλημα τῆς φύσεως αὐτοῦ ἐστι; Τί οὖν; Τὸ βούλημα μεμάθηκας· μήτι οὖν τὸ συμβεβηκὸς τοῦτο κωλύει σε δίκαιον εἶναι, μεγαλόψυχον, σώφρονα, ἔμφρονα, ἀπρόπτωτον, ἀδιάψευστον, αἰδήμονα, ἐλεύθερον, τἆλλα, ὧν συμπαρόντων ἡ φύσις ἡ τοῦ ἀνθρώπου ἀπέχει τὰ ἴδια; Μέμνησο λοιπὸν ἐπὶ παντὸς τοῦ εἰς λύπην σε προαγομένου τούτῳ χρῆσθαι τῷ δόγματι· ὅτι οὐχὶ τοῦτο ἀτύχημα, ἀλλὰ τὸ φέρειν αὐτὸ γενναίως εὐτύχημα. «Διατείνεσαι πως ‘αχ είμαι δυστυχισμένος που μου συνέβη αυτό’. Το σωστότερο θα ήταν να αντιδράσεις ως εξής: Μπορώ και μένω ψύχραιμος, ενώ συνέβη ό,τι συνέβη. Ούτε συνθλίβομαι από αυτό που γίνεται τώρα, ούτε μου προκαλεί φόβο αυτό που θα έρθει. Σε οποιονδήποτε θα μπορούσε να είχε συμβεί, άλλωστε, ωστόσο δεν θα ήταν όλοι σε θέση να παραμείνουν ήρεμοι, χωρίς στεναχώρια. Γιατί, όμως, να αξιολογείται εκείνο ως μεγαλύτερη αναποδιά από την ευτυχή περίσταση της επίδειξης υπομονής; Σου φαίνεται, άλλωστε, ότι είναι ατυχία ό,τι ακριβώς δεν συνιστά αποτυχία της ανθρώπινης φύσης. Αξιολογείς επίσης ως αποτυχία της τελευταίας ό,τι δεν συγκρούεται με την επιθυμία της. Κι όμως, ξέρεις καλά τον πόθο. Αυτό που σου συνέβη σε εμποδίζει να παραμένεις δίκαιος, μεγαλόψυχος, λογικός, συνετός, ευφυής, μυαλωμένος και όχι απερίσκεπτος, αδιαμφισβήτητος, ηθικός, ελεύθερος και όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά προσωπικότητας, που όταν συνυπάρχουν, η ανθρώπινη φύση επωμίζεται ό,τι της ανήκει; Να θυμάσαι, λοιπόν, οφείλεις, όποτε πέφτεις σε στεναχώρια, να υιοθετείς αυτό το αξίωμα: κάτι δεν αποτελεί κακοτυχία, αλλά αντιθέτως μεγάλο ευτύχημα, που θα το υπομείνεις με υψηλό φρόνημα.».