μια ανάγνωση
Μια ευνοϊκή μοίρα με έφερε από νέα κοντά σε φυσικούς που ήταν και λογοτέχνες, τον αείμνηστο Αντρέα Κασέτα, την Πόλυ Χατζημανωλάκη, τώρα τον Κωνσταντίνο Λουκόπουλο. Συνδύαζαν όλοι με μοναδική ευχέρεια την επιστημονική προσήλωση στη λεπτομέρεια, την συνήθεια της παρατήρησης και το αναλυτικό τους πνεύμα, με το πιο τολμηρό πέταγμα του νου. Με τον Κώστα Λουκόπουλο έχουμε ακούσει και διαβάσει ποιήματα σε συναντήσεις, έχουμε παρουσιάσει ο ένας τη δουλειά του άλλου, έχουμε γελάσει μέχρι δακρύων. Και αυτά τα δέκα περίπου χρόνια που τον διαβάζω πάντα πίστευα πως ο φυσικός διαθέτει, εκτός από εντυπωσιακή συγκρότηση χαρακτήρα και πνεύματος, μια γνήσια φλέβα ποιητικού ταλέντου και ακατάβλητου χιούμορ.
Ώσπου ήρθε το νέο του βιβλίο, Οικογενειακή ρίζα 70. Το βιβλίο αυτό άλλαξε λίγο την εικόνα κάνοντάς την σαφέστερη και πιο δυνατή. Γιατί η βαθύτητα των μεταφυσικών ανησυχιών και οι ανθρώπινες ποιότητες, τρυφερότητα και ευαισθησία, που ως τότε κυρίως αντανακλούσε η ποίησή του, (Επιτάφιος εν Ελευσίνι, Ενύπνια τα μεθεόρτια), πέρασε ακάθεκτη στο μικρό του πεζό, μεταμορφώνοντάς το. Είχα μπροστά μου ένα ώριμο έργο σπονδυλωτής αφήγησης, χρονολογικών και εραλδικών βηματισμών γενεαλογίας απλών χωρικών, καταλόγων φυτών, πουλιών, εργαλείων, αναφορών σε εποχές και καταστάσεις από το βουκολικό γνέσιμο και το κέντημα μέχρι την κοσμοπολίτικη έκθεση εικαστικών, Pedigree 70, ως τελική μεταμόρφωση της αρχικής ιδέας του βιβλίου. Το κυριότερο όμως ήταν ετούτο, βρισκόμουν μπροστά σε μια δαντικού τύπου περιήγηση στην καθ’ ημάς κόλαση, τη βαλκάνια κόλαση της ιστορίας, της νοοτροπίας και των πράξεων. Είδα τόνους προσευχής και τόνους αγωνίας θανάτου, εμμονές με το σκοτάδι μιας ανθρωποκτονίας, όσο και με το μαστιχωτό φως ενός βυζαντινού ψαλμού που αναπέμπουν εφηβικά χείλη. Κι αυτά όλα μιλούσαν για έργο σημαντικό και νέο, αναβάθμιση σημαντική και επέκταση της δουλειάς του Κώστα Λουκόπουλου. Κάτι σαν απόπλους για τα βαθιά νερά.
Δεν θέλω να σταθώ σε επιδράσεις και συγγένειες, άκουσα πολλά και ακούω σχετικά, αλλά δεν τα συμμερίζομαι, και όλοι οι λογοτέχνες έχουμε. Το έργο είναι πρωτότυπο σαν σύγχρονη εικονογραφία ναού, καθώς παραθέτει μαρτύριο και θαύμα, μαρτύριο και θαύμα, μέχρι την τελευταία σελίδα, και επίσης παραδοσιακό σαν λαϊκή ζωγραφιά σε εκκλησιά στη μεθόριο της Μακεδονίας ή σε χωριό του Πηλίου, κι εδώ βέβαια έρχεται και δένει η έξοχη προμετωπίδα του Γεωργίου Κόρδη, παλιού φίλου του συγγραφέα και αγαπητού εικονογράφου. Το έργο όσα και αν οφείλει στις σύγχρονες αναζητήσεις που του δίνουν μια μορφή δυνητικής λογοτεχνίας, είναι κατ’ ουσίαν μια ψυχαναλυτική και ηθική βυθομέτρηση που επιχειρεί ο συγγραφέας του στα οργωμένα από εκατομμύρια θνητούς χωράφια της αμαρτίας, της δημιουργίας ως σωτηρίας, και τελικώς σε ορισμένες περιπτώσεις του αγγελιάσματος. Φτερά μαύρα και χρυσά εισβάλλουν από το πρώτο μέρος, αίμα, σεξουαλικότητα και αθωότητα, γνώση και άγνοια κινδύνου. Κι έτσι, η Οικογενειακή ρίζα 70 του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου, θαρρώ πηγάζει εκ βαθέων ως ανάγκη πάσα του ποιητή να μιλήσει σε μια γλώσσα επίσημη, τρομερή κάποτε, πυκνή και πλατιά, πολλές οκτάβες, οξεία όσο και βαθύφωνη, πολύχρωμη, για τα κύρια του κόσμου τούτου φαινόμενα, κάτι σαν φυσικά φαινόμενα κι ας ακουμπούν τα μύχια του συναισθήματός μας: τον έρωτα, το θάνατο, τη βία, την αδικία, την ασθένεια, τη φτώχεια, την ξενιτιά, τη γυναίκα, τον άντρα, τα νιάτα και τα γηρατειά, τέλος την ομορφιά και τη δημιουργία ως έκλαμψη, τελικό φόρο τιμής στον Ρεμπώ όσο και στο εικαστικό θαύμα της φωτογραφίας.
Δεν κάνει να λέμε πολλά για τα σπουδαία βιβλία, γιατί μπορούν μια χαρά και τα λένε τα ίδια. Απλώς κατ’ αρχάς τα συστήνουμε. Εύχομαι καλή ανάγνωση στον καθένα που θα πλησιάσει την Οικογενειακή ρίζα 70, καλή και μακρά πορεία στα ελληνικά γράμματα.
Μαριάννα Παπουτσοπούλου, 22. 6. 2023