Η Τίτα
Τόξερα από την αρχή ότι δεν θα έπρεπε να συμφωνήσω. Ήταν λάθος. Μου χαλούσε την σειρά των πραγμάτων. Η μέρα της Τίτας ήταν η Τετάρτη. Η Τίτα ερχόταν στο σπίτι πάντα την Τετάρτη. Ούτε την Τρίτη, ούτε την Πέμπτη. Κι έτσι κι εγώ μπορούσα να προγραμματίσω όλες μου τις δουλειές εκτός σπιτιού την Τετάρτη. Εξάλλου την Τετάρτη είχε λαϊκή. Κι εγώ ψωνίζω νωπά μόνο από την λαϊκή. Από το σουπερμάρκετ παίρνω τα συσκευασμένα, από τον φούρνο το ψωμί, από τον χασάπη το κρέας κι από το περίπτερο τα περιοδικά μου και τις σοκολάτες. Όλα έχουν μια τάξη, μια συνέπεια, μια λογική. Κι έτσι όταν μου ζήτησε σαν χάρη ν’ αλλάξω την μέρα της Τίτας, ήξερα από μέσα μου ότι δεν έπρεπε να πω ναι. Ψέλλισα κάτι δικαιολογίες ότι δεν μπορούσε να μείνει μόνη της η μαμά, αλλά ήταν ανένδοτη. Και η Φιλιππινέζα που έχουμε, τσάμπα μας κοστίζει τα μαλλιά της κεφαλής μας, μου χτύπησε. Τι να της έλεγα τώρα; Ότι η Σάνι ήταν απρόσεκτη κι αδιάφορη, κι ότι δεν της είχα καμία εμπιστοσύνη να μείνει μόνη της με την μαμά. Θα με έλεγε παράξενη και υπερβολική και υποχόνδρια. Κι έτσι θα ξαναξεκινούσε ο καβγάς μας από κει που τον είχαμε αφήσει την τελευταία φορά. Κατέβασα τα μάτια, μου ήρθε κι αυτή η έξαψη που μου καίει το κεφάλι τον τελευταίο καιρό, έπιασα να ιδρώνω στους κροτάφους, και με μισή καρδιά είπα ναι. Όχι ότι δεν είπε την τελευταία λέξη. Προς θεού, αυτό το προνόμιο της δεν το απεμπολεί ποτέ. Μου πέταξε κάτι μεταξύ, εσύ παιδί μου δεν θ’ αλλάξεις ποτέ, και τι κάθομαι και ασχολούμαι μαζί σου, κι αφού φώναξε, με μισάνοιχτη την εξώπορτα, για να την ακούσει η μαμά που όμως κοιμόταν ήδη στο πίσω δωμάτιο, αλλά και η υπόλοιπη πολυκατοικία, μια εκκωφαντική καληνύχτα, ξαναχώθηκε στην πολύχρωμη ζωή της που είχε εγκαταλείψει για ελάχιστα λεπτά.
Εκείνο το πρωί είχα μια ανησυχία, ένα βάρος, έναν τρόμο, κι όταν αναγκαστικά πια, αποφάσισα με τα χίλια ζόρια να βγω, γιατί οι δουλειές ήταν όλες προκανονισμένες και δεν μπορούσα να τις αναβάλλω, είχα το τηλέφωνο μόνιμα στο χέρι μπας και χτυπήσει και δεν το ακούσω. Αλλά το κακό μαντάτο δεν τόμαθα από το τηλέφωνο. Με περίμενε να μου το πει όταν γύρισα. Με το που την είδα στρογγυλοκαθισμένη στον καναπέ με έζωσαν τα φίδια. Η μαμά, είπα γεμάτη απελπισία. Έπεσε, χτύπησε και την πήγατε στο νοσοκομείο. Πού είναι; Δεν πιστεύω να την έστειλες μόνη της με την Σάνι; Μη μου πεις ότι την πήγανε σε κανένα δημόσιο; Οι λέξεις στριμώχνονταν να βγουν από το στόμα μου και έχανα το κόσμο κάτω από τα πόδια μου. Κακούργα σκέφτηκα, πέθανε η μάνα μας και δεν ξέρεις πώς να μου το πεις. Είδα ότι δεν μου απαντούσε και συνέχισα να την βομβαρδίζω με ασύντακτες προτάσεις και έξαλλα ερωτηματικά. Μόνο ύστερα από πέντε λεπτά αγωνίας και τρέλας, είδα ότι η μαμά ήταν καθισμένη στην συνηθισμένη της θέση δίπλα στο παράθυρο και κοίταζε έξω μ’ εκείνο το άδειο βλέμμα. Σωριάστηκα σε μια πολυθρόνα. Τότε τι;
Η Τίτα, μου είπε, ανέβηκε στο πατάρι, για να βγάλει τα χαλιά. Δύο πλευρά σπασμένα και μια ελαφριά διάσειση. Ο γιατρός της είχε δώσει τουλάχιστον δύο βδομάδες άδεια. Έπρεπε λέει να πάρει την Σάνι εξάπαντος. Δεν γινόταν να μείνει χωρίς βοήθεια. Είχε ένα σωρό εκκρεμότητες. Να μην το συζητώ καθόλου είπε. Όσο για την μαμά, μήπως ήταν καιρός πια να το σκεφτούμε και το ίδρυμα. Πιο φτηνά θα μας έρθει. Μετά δεν άκουσα τίποτα άλλο. Ένας βόμβος κάλυψε όλους τους υπόλοιπους ήχους. Κι είχα κι αυτή την φούντωση να μου βάζει φωτιά, κι ύστερα μου ήρθε ένας ίλιγγος και μετά ένα μαύρο κενό ξεκίνησε να με καταπίνει. Το τελευταίο πράγμα που σκέφτηκα πριν βυθιστώ στην αφασία του εγκεφαλικού που σιγά-σιγά καταλάμβανε το μυαλό μου, ήταν ότι δεν έπρεπε να είχα συμφωνήσει ποτέ. Τώρα πια η σειρά των πραγμάτων άλλαζε πέρα από τον έλεγχο μου.
Μάρω Κακαβέλα, Σεπτέμβριος 2024
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Η Μάρω Κακαβέλα γεννήθηκε το 1967 στην Αθήνα. Σπούδασε μηχανολόγος μηχανικός στο Πανεπιστήμιο Πατρών, Δημοσιογραφία στο Κολλέγιο Δημοσιογραφικών Σπουδών και Σκηνοθεσία στην Σχολή Σταυράκου. Έχει περάσει από σαράντα κύματα και άλλες τόσες δουλειές. Από κειμενογράφος στο MEGA, μέχρι βοηθός παραγωγής στο BLACK OUT του Μενέλαου Καραμαγγιώλη και διαλογογράφος σε τηλεοπτικές σειρές. Βέβαια ψωμί στο τραπέζι της βάζει το επάγγελμα του μηχανικού. Και παντεσπάνι οι μεταφράσεις που ενίοτε ολοκληρώνει.
Παρακολούθησε κατ’ εξακολούθηση και καθ’ έξιν μαθήματα δημιουργικής γραφής επί τρία συναπτά έτη στην Σχόλη του ΠΑΤΑΚΗ με τον Νίκο Δαββέτα, και ολοκλήρωσε τον τριετή κύκλο θεατρικής γραφής του Θεάτρου Πορεία. Σκόρπια γραπτά της έχουν δημοσιευθεί σε ηλεκτρονικά λογοτεχνικά περιοδικά και φυσικά στην προσωπική της σελίδα στο Facebook.
Δεν έχει παιδιά, έχει όμως ένα σκύλο, τον Ορέστη.
-
Το πρώτο της βιβλίο, «Τίνος είσαι εσύ», εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2023 από τις εκδόσεις ΣΤΕΡΕΩΜΑ και συμπεριλήφθηκε στην βραχεία λίστα των βραβείων του Αναγνώστη, στην κατηγορία Νουβέλα.
-
Το θεατρικό της έργο «Πάντελε!Βούλωστο», κέρδισε το 1ο βραβείο στον 101ο Καλοκαιρίνειο Διαγωνισμό Θεατρικού έργου που διενεργεί ο Φιλολογικός Σύλλογος ΠΑΡΝΑΣΣΟΣ.