Καμιά επιθυμία να ανοίξω το στόμα μου,
γιατί να τραγουδήσω;
Εμένα, που η ζωή με έχει μισήσει
το ίδιο μού κάνει να τραγουδήσω ή να μην.
Γιατί να μιλήσω για τη γλυκύτητα,
όταν αισθάνομαι πικρία;
Ω, του τυράννου η γροθιά
μού έσπασε τα δόντια.
Δεν έχω σύντροφο στη ζωή
— για ποιον να είμαι γλυκιά;
Το ίδιο μου κάνει να μιλήσω, να
γελάσω
να ζήσω, να πεθάνω.
Κουρασμένη μοναξιά μου,
με πόνο και θλίψη,
γεννήθηκα για το τίποτε.
Το στόμα μου πρέπει να σφραγιστεί.
Ω, καρδιά μου, είναι άνοιξη, το ξέρεις
και ώρα για γιορτή.
Τι μπορώ να κάνω με ένα φτερό πιασμένο
που δεν με αφήνει να πετάξω;
Έμεινα σιωπηλή τόσον καιρό
αλλά ποτέ δεν ξεχνώ τη μελωδία.
Κάθε λεπτό ψιθυρίζω
τα τραγούδια από την καρδιά μου,
που μου θυμίζουν
την ημέρα που θα σπάσω αυτό το κλουβί
που θα πετάξω από αυτήν τη μοναξιά
και θα τραγουδήσω μελαγχολικά.
Δεν είμαι μια αδύναμη λεύκα
που την παίρνει ο άνεμος.
Είμαι μια Αφγανή γυναίκα —
μού πρέπει μόνο να θρηνήσω.
Βιογραφικό
Η Νάντια Αντζούμαν Χεράουι γεννήθηκε στο Χεράτ στο βορειοδυτικό Αφγανιστάν το 1980, και δολοφονήθηκε το 2005. Ήταν ένα από τα έξι παιδιά, που μεγάλωσαν κατά τη διάρκεια μιας από τις πιο πρόσφατες περιόδους αναταραχής στο Αφγανιστάν. Τον Σεπτέμβριο του 1995, οι Ταλιμπάν κατέλαβαν τη Χεράτ και εκδίωξαν τον τότε κυβερνήτη της επαρχίας, Ισμαήλ Χαν. Η Anjuman αντιμετώπιζε τώρα ένα μέλλον χωρίς ελπίδα για εκπαίδευση, καθώς οι Ταλιμπάν έκλεισαν τα σχολεία για τα κορίτσια.
Το 1996, η Anjuman άρχισε να παρακολουθεί ένα παράνομο εκπαιδευτικό κύκλο, τον Golden Needle Sewing School, που διοργανώθηκε από νεαρές γυναίκες και εποπτευόταν από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Herat Muhammad Ali Rahyab. Τα μέλη της Σχολής Χρυσής Βελόνας συγκεντρώνονταν τρεις φορές την εβδομάδα με το πρόσχημα της εκμάθησης ραπτικής (μια πρακτική εγκεκριμένη από την κυβέρνηση των Ταλιμπάν), ενώ στην πραγματικότητα οι συναντήσεις αφορούσαν σε διαλέξεις από καθηγητές του Πανεπιστημίου Herat και συζητήσεις για τη λογοτεχνία. [1] Αν αποκαλύπτονταν, η τιμωρία θα ήταν φυλάκιση, βασανιστήρια και ενδεχομένως απαγχονισμός. Για να προστατευτούν, οι γυναίκες έβαζαν τα παιδιά τους να παίζουν έξω από το κτίριο για να μπορούν να ειδοποιήσουν τις γυναίκες αν πλησίαζε η θρησκευτική αστυνομία. Το πρόγραμμα συνεχίστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης των Ταλιμπάν
Ο καθηγητής Rahyab έγινε μέντορας της Anjuman στη γραφή και τη λογοτεχνία. Σε μια εποχή που οι γυναίκες δεν επιτρεπόταν να βγαίνουν από τα σπίτια τους μόνες τους, ο Rahyab δίδαξε την δεκαεξάχρονη Anjuman και τη βοήθησε να αναπτύξει μια προσωπική γραφή. Όταν το καθεστώς των Ταλιμπάν εκδιώχθηκε το 2001, η Anjuman, ήταν 21 χρονών. Ελεύθερη πια να παρακολουθήσει μαθήματα, έγινε δεκτή στο Πανεπιστήμιο Herat, σπούδασε λογοτεχνία και, παίρνοντας το πτυχίο της, εξέδωσε ένα ποιητικό βιβλίο με τίτλο «Gul-e-dodi» («Λουλούδι του καπνού») που είχε θερμή υποδοχή στο Αφγανιστάν,το Πακιστάν και το Ιράν.
Η Anjuman παντρεύτηκε τον Farid Ahmad Majid Neia, απόφοιτο του Πανεπιστημίου Herat , επίσης με πτυχίο λογοτεχνίας, και διευθυντή βιβλιοθήκης, και απέκτησε έναν γιο. Ο Neia και η οικογένειά του προσπάθησαν να αποτρέψουν την Anjuman από τη συγγραφή γιατί αυτή η ενασχόληση ήταν ντροπή για μια γυναίκα, αλλά εκείνη συνέχισε να γράφει ποίηση..
Το 2005, κατά τη διάρκεια του Eid al-Fitr (την τελευταία ημέρα του ιερού μήνα του Ραμαζανιού), η Anjuman θέλησε να βγει έξω και να επισκεφθεί την οικογένεια της αλλά ο σύζυγός της δεν της το επέτρεψε και τη χτύπησε μέχρι θανάτου. Η δολοφονία της καταγράφηκε ως αυτοκτονία.
Τα Ηνωμένα Έθνη καταδίκασαν τη δολοφονία λίγο αργότερα. [4] Ο εκπρόσωπός τους, Adrian Edwards, είπε ότι «ο θάνατος της Nadia Anjuman, είναι πράγματι τραγικός και μεγάλη απώλεια για το Αφγανιστάν….”. [8]
Τόσο το πρώτο της βιβλίο, όσο και η μεταθανάτια έκδοση του δεύτερου (Yek Sabad Delhoreh) κυκλοφόρησαν στο Αφγανιστάν και έχουν πουλήσει πάνω από 3.000 αντίτυπα.
Η Κριστίνα Κοντίλι, η Έντες Σκαρπόλο και ο Μ. Μπαντιχιάν Αμίρ μετέφρασαν το έργο της Αντζούμαν στα ιταλικά σε έναν τόμο με τίτλο Elegia per Nadia Anjuman, που εκδόθηκε το 2006.