«Χειμερινές ποιητικές πτήσεις»
Το Χειμερινό πτηνολόγιο είναι η τέταρτη ποιητική συλλογή της Φωτεινής Βασιλοπούλου που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κουκκίδα. Τίτλος πρωτότυπος, που προκαλεί ένα νοητικό ξάφνιασμα στον/στην αναγνώστη/-στρια εγείροντας με δημιουργικό τρόπο ερωτηματικά. Η ποιητική συλλογή αποτελείται από τρεις θεματικές ενότητες: «Ο κήπος των οδυνών», «Η σφαγή των χρωμάτων» και «Πτηνά αναρριχητικά».
Η απώλεια και ο πόνος που προκαλείται από αυτήν, η θλίψη, ο φόβος και ο τρόμος καθώς και η μοναξιά αποτελούν βασικά θέματα που απασχολούν και βιώνει το ποιητικό υποκείμενο και στις τρεις ενότητες. Οι «αδελφές της Περσεφόνης/[…] Τρέμουν μήπως μείνει πιστή στον έρωτα» (σ. 15) και μένουν σαν «άδεια ρούχα» κι «αόρατες γυναίκες» (σ. 13) στο ποίημα με τίτλο «Σκιάχτρα στα σταροχώραφα» (σσ. 13 – 14). Τρέμει και ο συγχορευτής στο ποίημα «Ο χορός» (σσ. 11 – 12), όπως θα δηλώσει το ποιητικό υποκείμενο σε β΄ ενικό πρόσωπο: «χορεύω μοναχά με τα κόκαλα/κοκάλινοι αυλοί νανουρίζουν τους τρόμους σου/είμαι εσύ είσαι εγώ για αιώνες/στον έρωτα στον χορό τυλιγμένοι/στη φρίκη» (σ. 12). Την πίκρα και τη θλίψη νιώθει κάθε βράδυ και ο άντρας στο «Καλλιεργητής άλατος» (σσ. 15- 16), τις οποίες δεν επιθυμεί να απαλύνει η Τουλώτ, που «φοβάται την υγρασία. Τις βροχές./Πάντα μπερδεύει τον κατακλυσμό με τα Σόδομα» (σ. 16). Η Τουλώτ όπως και η Λίλιθ στ’ ομώνυμο ποίημα, πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης μεταπλάθονται σε ποιητικά σύμβολα του πόνου, της απώλειας, της υποταγής και της ευθραυστότητας πλασμένα «από αλάτι» (σ. 15), τα οποία ζητούν και παίρνουν εκδίκηση, το καθένα με τον δικό του τρόπο. Η Λίλιθ δέχεται επίθεση από «Το φίδι πειρασμός/[που] μπήκε στο υγρό μου φύλο/με καταβρόχθισε ως τη μήτρα/τα στήθη, τα σπλάχνα, τον λαιμό./Αποκαμωμένη απ’ τη βία στη λάσπη/ – ας πλάστηκα πρώτη – /έμεινα δίχως πόδια, χέρια, φωνή, ακοή/ δίχως όνομα./ Ένα άδειο πουκάμισο […] αφήνοντας μια γλιστερή στρώση φόβου/και προσδοκάς θανάτου ανάμεσα στο χόρτο» (σσ. 18 – 19). Η μεταμόρφωση της Λίλιθ σε φίδι οδηγεί τον πρωτόπλαστο Αδάμ σε μια κατάσταση απελπισίας και αδιεξόδου, ο οποίος «ουρλιάζει απελπισμένα/έχω απομείνει δυστυχής σε τόση ερημιά/πλάσε μου, επιτέλους, μια εύα της προκοπής» (σ. 19). Η Φ. Βασιλοπούλου καταφέρνει με έντονες ακουστικές εικόνες να αποδώσει το υπαρξιακό αδιέξοδο, τη μοναξιά και τον φόβο. Και εδώ γεννιέται το ερώτημα: «Θα κατορθώσει ο άνθρωπος να απαλλαχθεί από τον αρχέγονο τρόμο και πόνο;». Θα μπορέσει η Αλθαία, η θεραπαινίδα του Απόλλωνα «[…] να αλθαίνει τραύματα αλλότρια;/[…] να ψαύει αποκόμματα φίλα; (σ. 21). Θα μπορέσει να θεραπεύσει τον πόνο στις «Μικρές Πηνελόπες»; (σσ. 22 – 26) Γιατί και η Πηνελόπη «τρέμει να μείνει πίσω με τον Λαέρτη» (σ. 22), «Δεν αντέχει στο μαξιλάρι της/να βλέπει τούφες/φύλλα ξερά φθινόπωρο/χημιοθεραπείας» (σ. 23) και «Έδωσε τον Τηλέμαχο σε ανάδοχη οικογένεια/Πώς να θηλάσει βρέφος/με κομμένο στήθος;» (σ. 24). Η Φ. Βασιλοπούλου αντλεί το υλικό της – πρόσωπα και μοτίβα – από τον Τρωϊκό μυθολογικό κύκλο και μεταφέρει την αγωνία και τον ανθρώπινο πόνο στη σύγχρονη εποχή. Έτσι η Πηνελόπη μεταπλάθεται σε διαχρονικό σύμβολο που βιώνει σκληρά την απώλεια των αγαπημένων άλλων αλλά και της ίδιας της ζωής. Η Φιλομήλα και η Φιλοτέρα – δύο πρόσωπα εμπνευσμένα από την αρχαία μυθολογία – βιώνουν τον πόνο και την πίκρα, η καθεμιά για διαφορετικούς λόγους. Η Φιλομήλα, θύμα του έρωτα κρύβει «μυστικά βαθιά θαμμένα/σε γυναικεία στήθη και μπαούλα!/Σε καμβά κρυφά κεντημένα/τατουάζ σε λαιμούς και υπογάστρια» (σ. 27). Για την καταλυτική δύναμη του έρωτα η ποιήτρια θα γράψει στο «Λιωμένο φιλί»: «Βρέφος ο έρωτας/αδηφάγο. Καταβροχθίζει όνειρα/αυταπάτες για άνθιση, έκφραση καλλιτεχνική/προσωπική εξέλιξη./Ρουφά δύο ανθρώπους εις φρίκην μίαν» (σ. 40).
Η «Μοιχεία, [η] αιμομιξία, [το] μίσος, [το] αίμα./Μαγειρεμένα al dente./Απόλαυση στον ουρανίσκο/τρόμος τα κόκαλα στο πιάτο» (σ. 27). Η Φιλοτέρα, πάλι, «περίλυπη μονάχη/[…] περίλυπη/μακριά που φεύγεις/[…] μακριά τώρα που φεύγεις μόνη» (σ. 28) στέκεται στο «Βάθρο 66 Αρχαιολογικού Μουσείου Θηβών» (σ. 28). Η αδυσώπητη μοναξιά είναι απόρροια της απώλειας, την οποία καταφέρνει να αποδώσει με θεατρικό και δραματικό ύφος η ποιήτρια με τον διάλογο.
Στην Β΄ Ενότητα, «Η σφαγή των χρωμάτων» η Φ. Βασιλοπούλου δια-λέγεται καλλιτεχνικά με την ζωγραφική τέχνη. Έτσι η ποίηση συμπλέκεται με τη ζωγραφική, οι δημιουργοί – ποιητής και ζωγράφος – συν-εργάζονται, συν-αγωνιούν προκειμένου να αποδώσουν με καλλιτεχνικό τρόπο τόσο την εσωτερική όσο και την εξωτερική απώλεια. Τα χρώματα της παλέτας του ζωγράφου γίνονται λέξεις ποιητικές που μετουσιώνονται σε στίχους από την δημιουργό. Τόσο ο ζωγράφος όσο και η ποιήτρια είναι «Κυνηγοί στο χιόνι» (σσ. 31 – 32), στο «Ένα τοπίο/αν δεν κατοικείται./[…] Τα μέλη ακόμα και κομμένα σφαδάζουν/την απώλεια/τον τρόμο του κενού στο κάδρο/το χιόνι/το λευκό σκοτάδι» (σ. 32). Τον τρόμο και τη φρίκη του πολέμου προσπαθεί να αποδώσει εικαστικά ο Έγκον (Egon Schiele), τον τρόμο και τη φρίκη του πολέμου αποδίδει ποιητικά και η Φ. Βασιλοπούλου στην «Εκπλήρωση τρόμου» (σ. 33) συν-ομιλώντας διακαλλιτεχνικά με την ζωγραφική. Την αδικία, την ωμή βία και την αγριότητα αποτυπώνει ποιητικά και στο ποίημα «Η σφαγή των αθώων» (σ. 38 – 39). Οι έντονες αντιθέσεις του λόγου: «Ένα μικρό κορίτσι γαντζωμένο/στη φούστα της μάνας/μάταια προσπαθεί να ξαναμπεί στη μήτρα/πριν το λεπίδι του στρατιώτη/την κόψει φέτες σαν συκώτι χήνας» (σ. 38) αποδίδουν τη βαρβαρότητα και την εξαχρείωση των ανθρώπων, οι οποίοι «καθώς θηρία στραγγίζουν/κροντήρια ξέχειλα αθώο αίμα/αρπάζουν με τα δόντια τους/της νύχτας τα κομμάτια» (σ. 38). Κι εδώ τίθεται από την ποιήτρια το ερώτημα: «Ποιος είναι ο ρόλος του καλλιτέχνη;» Η απάντηση δίνεται μ’ ενάργεια στους στίχους: «Η τιμή του καλλιτέχνη σώζεται/από την ευσπλαχνία των πετούμενων μονάχα» (σ. 39). Η αγωνία του δημιουργού υποδηλώνεται με την «καθιερωμένη προσευχή/στον Θεό των αδικημένων ζωγράφων./Κύριε, δος ημίν/τον τρόμον ημών τον επιούσιον/και λίγη ίσατη βαφική!» (σ. 35). Ο τρόμος είναι ο άρτος του καλλιτέχνη, το βασικό υλικό που μετουσιώνεται σε Τέχνη/δημιούργημα. Την απώλεια αγαπημένων προσώπων, «οι οικογενειακοί θάνατοι» (σ. 49) μαστίζουν και την Άννα Γκόρενκο αλλά και το ποιητικό υποκείμενο στο ποίημα «Σαν ακριβό κρασί» (σ. 51) «στα όνειρά της έχει τρία παιδιά./Στα όνειρά της δε θα οδηγηθεί στην εκτέλεση/για εσχάτη προδοσία./» (σ. 51). Το σχήμα του κύκλου εντείνει την κατάσταση της απώλειας και την αντίθεση ονείρου και πραγματικότητας.
Εμφανές το στοιχείο της διακειμενικότητας και στις τρεις ενότητες της συλλογής, με ιδιαίτερη έμφαση στην τρίτη, «Πτηνά αναρριχητικά». Η Φ. Βασιλοπούλου αξιοποιεί ποιητικά πρόσωπα όπως τη ρωσίδα ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα, κόρη του Γκόρενκο στο ποίημα με τίτλο «Γκόρενκο σημαίνει καίγομαι» (σσ. 49 – 50), την ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα στο «Σαν ακριβό κρασί» (σ. 51), τον στίχο «Όταν το σώμα» από την ομότιτλη συλλογή της Κατερίνας Αγγελάκη – Ρουκ όπως και στον στίχο «Προσευχητάρια Ποιητών και Αγίων Πάντων» στις «Προετοιμασίες ταξιδίου Ι» (σσ. 57 – 58) ο αναγνώστης ανακαλύπτει την αναφορά στην ποιήτρια Γιώτα Αργυροπούλου. Οι «Απορίες ποιήτριας» (σσ. 62 – 63), πάλι, συν-ομιλούν με το ποίημα «Η Αλίκη ανακάμπτει» της Χλόης Κουτσουμπέλη ενώ ο στίχος «ότι μόνον νυξ σοι υπάρχει» στο «Taraxacum officinale» (σ. 68) ανήκει στο Τροπάριο της Κασσιανής. Η Φωτεινή Βασιλοπούλου έχοντας ως οδηγό ένα προηγούμενο σημειωτικό σύστημα, το μεταμορφώνει και «υφαίνει» τους δικούς της, προσωπικούς στίχους. Καταφέρνει με τον ιδιαίτερο ποιητικό της τρόπο αυτό, το οποίο σημειώνει η Kristeva:
«Κάθε κείμενο, είναι ένα μωσαϊκό που συγκροτείται από υπομνήσεις. Κάθε κείμενο αφομοιώνει και μεταμορφώνει ένα άλλο» (Κristeva, 1978:85).
Τα μυθολογικά πρόσωπα και στοιχεία, τα πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης, ο διάλογος της ποίησης με άλλες μορφές τέχνης και η διακειμενικότητα συνδυάζονται ποιητικά από τη Φωτεινή Βασιλοπούλου ώστε να μεταδώσουν στο αναγνωστικό κοινό τον φόβο και τον τρόμο, τον πόνο και τη μοναξιά, τον έρωτα και την αγάπη που βιώνει ο άνθρωπος διαχρονικά.
Νίκη Μισαηλίδη
Βιβλιογραφία
Αργυροπούλου, Γ. (2013). Ποιητών και Αγίων Πάντων, Αθήνα: Μεταίχμιο
Delcroix, M. & Hallyn, F. (1997). Εισαγωγή στις σπουδές της λογοτεχνίας, Μέθοδοι του κειμένου, μτφρ. Βασιλαράκης, Ι.Ν., Αθήνα: Gutenberg
Κουτσουμπέλη, Χ. (2018). Το σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ, Αθήνα: Πόλις
Kristeva, J. (1978). Σημειωτική: Recherches pour une semanalyse, Paris: Seuil.
Ρουκ – Αγγελάκη, Κ. (1988). Επιλογή 1963 – 1988, Αθήνα: Ύψιλον