Αθήνα, Θέατρο Τέχνης, 31η Ιανουαρίου 1949
Η ΔΙΑΛΕΞΗ
( Μικρή ακολουθία σονέτων )
Στον Μάνο Χατζιδάκι μετά τη γνωστή σχετική διάλεξή του
[…] αποδίδουν γενικά το φούντωμα του ενδιαφέροντος για
το ρεμπέτικο […] Στην πραγματικότητα […] είναι παλαιότερο,
τεχνητό και… ιδιοτελέστερο: […] μετά τα Δεκεμβριανά,
το στρατηγείο των αγγλικών δυνάμεων του Σκόμπι έστειλε
έγγραφο στον τότε Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, συνιστώντας
τη διάδοση του ρεμπέτικου ( αποκηρυγμένου από το ΕΑΜ και
την Εθνικήν Αντίσταση για λόγους «ήθους», με την
αρχαιοελληνική σημασία του όρου).
ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΕΩΤΣΑΚΟΣ
α΄
Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πληροφορήσω*
Μιλάς για τους λεπτούς γυαλένιους ήχους,
για τους τρεις γυμνούς, απέριττους ρυθμούς,
μετρημένους κι ακριβείς σαν αριθμούς,
για αυτή την ένταση βαθιά στους στίχους.
Κι έξω μια χώρα δες πίσω από τους τοίχους,
κάτω απ’ τα στενά και τους αναβαθμούς,
κάτω απ’ τους συρμούς στους έρημους σταθμούς,
μια χώρα προσφορά στους τυμβωρύχους.
Κι εμείς εφ’ όπλου λόγχη εις τους στρατώνας,
χώρα Σαλαμίνων, νίκη των Σεβρών,
υψώνομεν ιδού νέους Παρθενώνας
(βλέπε τας κολόνας ως σειρές σταυρών).
Ω Ελλάς, με τρεις δραχμάς εις τας «Εικόνας» ,
τρεις εις το «Ρομάντζον» και εις τον «Θησαυρόν».
β΄
ένα λαϊκό τραγούδι καθρεφτίζει με μοναδική
ένταση όχι μόνο μια τάξη ή μια κατηγορία ανθρώπων
μα τις επιδράσεις μιας ολάκερης εποχής σε μια φυλή
Οι αντάρτες θέλανε να παίζω δικά μου κομμάτια και να
μην είναι χασικλήδικα για να μη μαθαίνει ο λαός τέτοια
πράματα[…] Ενώ οι χίτες λέγανε. Παίξε ό,τι γουστάρεις
και δεν μπορεί να σ’ εμποδίσει κανένας.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΕΛΛΟΥ-ΚΑΪΛ, ΜΑΡΚΟΣ
ΒΑΜΒΑΚΑΡΗΣ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Μιλάς για λόγο και για μελωδία,
που δεν θα μπουν στα λίγα τους ωδεία,
για κάποιο ελληνικό καινούργιο τρόπο,
που δεν ευφραίνει απλώς τον χαροκόπο·
μιλάς για την κρυμμένη του υμνωδία,
με θέρμη που τους φέρνει θυμηδία,
με πείσμα που θυμίζει ραβδοσκόπο
σ’ ένα φρυγμένο πια κι άνυδρο τόπο.
Θα πεις για το βυζαντινό του μέλος,
για το δημώδες χρώμα του και τέλος
δυο μουζικάντες μπροστά τους θα φέρεις.
Σε τι διαφέρεις; Και τι θα τους δείξεις;
Κι αν, χρόνια αργότερα, τ’ αποκηρύξεις;
Είναι νωρίς ακόμα για να ξέρεις…
γ΄
Οι λαμπροί αυτοί μουσικοί στο είδος τους
προσεφέρθηκαν ευγενώς να παίξουν απόψε
με τους… μπαγλαμοσυνθέτες
να… μπουζουκοστιχουργώ!…
ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΕΛΑΚΗΣ
Μας είπες για ποιαν έκφανση τ’ ωραίου,
μίλησες για ποιους μακρόσυρτους χορούς,
ποιου τραγουδιού λαϊκού μα και μοιραίου
σε καιρούς πικρούς σαν μέταλλο σκληρούς;…
Να πεις περί ενός είδους αγοραίου
με βλακώδεις στίχους, τόσο βλαβερούς
για την τιμή κάθε νοικοκυραίου,
που σχετίζεται μ’ ανθρώπους σοβαρούς.
Αναμφιβόλως, νοσεί το λαϊκό μας
– ενώ αντιθέτως, το δημοτικό μας,
είναι γεμάτο λεβεντιά κι υγεία!
Κι ό,τι έπαιξαν απόψε στο κοινό μας
οι γνωστοί σου που ονομάζεις μουσικούς,
παίζεται μόνο στα καφωδεία – τ’ ακούς;
δ΄
Γιατί θα ’ναι κάπως ανόητο αν νομίσουμε,
ότι ο χασάπικος μπορεί ή πάει ν’ αντικαταστήσει το ταγκό
[…] κάποιος μου τη φέρνει [1947] και […] μας στέλνουνε στο
Χασάνι[…] Ήτανε η 335η μονάδα δράσης […] 25 στείλανε, όλους
χαρακτηρισμένους κομμουνιστές. Κι από κει για Μακρόνησο ή
για τα βουνά που είχαν αρχίσει οι επιχειρήσεις με τους αντάρτες
[…] και μια μέρα έρχεται ένας επισμηναγός […] και μου λέει […]
Ήσουνα ποτέ αντάρτης εσύ, ήσουνα Ελασίτης; Τρελοί είσαστε, λέω
εγώ […] άλλο απ’ το μπουζούκι δεν ήξερα, ούτε ξέρω […] Και
κάνει έτσι και βγάζει κάτι χαρτιά και μου λέει υπόγραψε ότι
αποκηρύσσεις. Υπογράφω κι εγώ ότι αποκηρύσσω […]Υπέγραψα
καμιά 400.000 τόμους αποκηρύσσω!
ΙΩΑΝΝΑ ΚΛΕΙΑΣΙΟΥ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΜΠΕΤΑΣ, ΒΙΟΣ ΚΑΙ
ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Με σέρβικα ή συρτά περνούν οι μέρες,
φίνες ζεϊμπεκιές πρωτίστως ανδρικές,
χασάπικα σε κέντρα ή σε βεγγέρες,
πες με διασκεδάσεις ρεμπετολαϊκές,
με μπούκι μπούκι, λάγνες χαμπανέρες
και με ρούμπες αμιγώς ελληνικές.
Πάντα με δανεικές δίχρωμες σφαίρες,
πάντα με συρράξεις αναδελφικές.
Μια κάποια μάνα ας μην αναστενάζει
κι υπομονή ας μην κάνει – το διατάζει
όλως… ασφαλώς η Ασφάλεια Πειραιώς.
Εις το επουράνιον, νυν αγλαόν ατλάζι,
ως οδηγός αστήρ πλέον καταυγάζει
ο χρυσούς ημών γκλικσβούργειος θυρεός.
ε΄
Ποιος ξέρει τι καινούργια ζωή μας επιφυλάσσουν
τα νωχελικά κι απαισιόδοξα 9/8 για το μέλλον
Ενώ όλα φαίνονται ρόδινα, […] ενώ τα μαγαζιά σε θέλουν,
τα πρωινά, μετά τη δουλειά, πρέπει να πάω συνοδεία στο σπίτι
μου. […] μέχρι την κρεβατοκάμαρα. […] Τόσο εξαγριωμένα
ήταν τα γύρω μαγαζιά. Ο κίνδυνος ήταν απ’ τους ψευτονταήδες
που ερχόντουσαν να πάρουν μίζα. Πολλές φορές τους βάζαν και
οι ίδιοι οι δικοί μου σωματοφύλακες για να φανεί ότι έχουν
δουλειά […]και να δικαιολογούν τα ποσοστά που παίρνουν. Γιατί
οι μπράβοι παίρναν πολλά λεφτά. Πέντε ως εφτά τα εκατό απ’ τα
ακαθάριστα. Μου κάναν διαφόρων ειδών προτάσεις οι μπράβοι
των άλλων μαγαζιών. Κάποτε ένας τους μου είπε ότι το
αιτούμενο ήταν να φύγω απ’ το μαγαζί όπου δούλευα ( για να
μπορέσουν να δουλέψουν τα άλλα μαγαζιά τριγύρω ).
ΥΠΑΡΧΩ, ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΟΝ
ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΣΙΛΙΚΟ
«Χειλάς», «Φαληρικόν», «Μαυριτανία»,
«Φλόριδα», «Κομπαρσίτα» κι «Ανεμώνες»·
ένοπλοι σερβιτόροι στη γωνία,
τζιμάνια, μπράβοι κι εύποροι θαμώνες…
Πιάτα να σπάσεις τη μονοτονία,
άνθη παντού, σαν να κοιτάς λειμώνες
και μια οριεντάλ λικνίζουσα λαγνεία,
για να δονούνται μέχρι κι οι κολόνες.
Λαϊκός ο κλασικός ήχος του πιάνου,
λαϊκή κι η τέταρτη χορδή του Οργάνου,
που πρόσθεσε μας είπαν κάποιος Χιώτης.
Στο κέντρον διασκεδάσεως «Κουλουριώτης»
ακούς τις εξ ανατολών: «Μαγκάλα»,
«Ζιγκουάλα», «Μαντουμπάλα» και πολλά άλλα.
*Ως τίτλοι των σονέτων επιλέχθηκαν αυτούσια αποσπάσματα από την εν λόγω διάλεξη του Μάνου Χατζιδάκι.
Από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή: Αστοχία υλικού, Αναψηλάφηση, Γ΄