You are currently viewing Νίκος Παπάνας: «Όψιμον φως» της Άννυς Κουτροκόη (Εκδόσεις Μελάνι, 2024)

Νίκος Παπάνας: «Όψιμον φως» της Άννυς Κουτροκόη (Εκδόσεις Μελάνι, 2024)

Ίσως η ποίηση ν’ αποτελεί πάντοτε Ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι έρμο (Διονύσιος Σολωμός). Με αυτήν τη διαπίστωση μπορεί κανείς να υποδεχθεί τη νέα ποιητική συλλογή της Άννυς Κουτροκόη, η οποία περιέχει 20 ποιήματα και δύο διηγήματα και τιτλοφορείται «Όψιμον φως» (Εκδόσεις Μελάνι, 2024). Πράγματι, όπως και στα προηγούμενα βιβλία της, η σημασία του φωτός είναι ξεχωριστή. Στην παρούσα συλλογή πρόκειται για την αγωνιώδη αναζήτηση, ή καλύτερα για τη διάσωση, του φωτός. Η ποιήτρια επιθυμεί την παραμονή της στο ηλιόλουστο τοπίο της αλήθειας («ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ»). Γνωρίζει, ωστόσο, πως τίποτε δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στου φωτός την ανεπαίσθητη τροπή/προς το ωραίο σκότος («ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ»). Ακόμη και το φως του ομότιτλου ποιήματος είναι ασθενές, με αδύναμο το ρίγος των ματιών, γιατί έρχεται πια του σώματος η φθορά («ΟΨΙΜΟΝ ΦΩΣ»).

Η φθορά είναι το άλλο πρόσωπο του χρόνου, ο οποίος διαβρώνει προοδευτικά το στολίδι της νιότης, καθιστώντας τα έτη ακόσμητα («ΟΨΙΜΟΝ ΦΩΣ»). Ο χρόνος αδυσώπητος κυλά, με μέρες μήνες χρόνια («ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ»), βυθίζοντας τη ζωή μας στη μονοτονία. Ο αμετάκλητος ρυθμός του χρόνου («ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ») απορροφά και, τελικά, εξουδετερώνει τις αναζητήσεις, τις αγωνίες, τις αμφιβολίες μας («ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ»). Το μόνο που παραμένει ανθεκτικό, θαρρείς για να περιγελά την απώλεια των ημερών μας, είναι τα άψυχα αντικείμενα, λουλούδια πλαστικά της αφθαρσίας («Η ΤΡΙΚΥΜΙΑ»).

Δύο σταθερές δυνάμεις, οι οποίες μπορούν να προσφέρουν τη σωτηρία είναι ο έρωτας και οι λέξεις. Ο έρωτας μπορεί να μας οδηγήσει στην αμαρτία («Η ΜΟΙΡΑΣΙΑ»), μπορεί να μας μεθύσει, να μας πυρπολήσει: Από το κάψιμο του έρωτα εξάλλου/δεν γλύτωσε κανείς («ΕΓΚΑΥΜΑ ΕΝ ΤΩ ΒΑΘΕΙ»). Διαθέτει εκθαμβωτική ομορφιά, επιμελημένη γοητεία, αλλά αναδεικνύεται διπρόσωπος και παροδικός («Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ»). Όμως, κι ο έρωτας υπόκειται στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου. Η άνοιξη του έρωτα δίνει προοδευτικά τη θέση της στο χειμώνα («ΣΚΛΗΡΟ ΡΟΜΑΝΤΖΟ»):

Τώρα που ο αληθής χειμώνας στα λευκά μας ντύνει

έλα να σ’ αγκαλιάσω σαν νοτιάς

κύμα που γαλανά σε ξεμυαλίζει.

Ας θυμηθούμε εδώ, με αφορμή τον έρωτα στον χειμώνα της ζωής, και τους στίχους του Μιλτιάδη Μαλακάση:

Και μάθε το, τις μελιχρές λαμπράδες του Δεκέμβρη,

και τις φεγγαροσκέπαστες του Γενναριού ομορφιές,

μήτε στις τρέλλες του Απριλιού κανένας θα τις εύρει

και μήτε στις μονότονες του Μάη καλοκαιριές. («ΑΓΑΠΗ»)

Τελικά, ο έρωτας μετατρέπεται σε σκληρό ρομάντζο για ήρωες τρυφερούς/γλυκιά ωριμότητα για πεθαμένο κάλλος («ΣΚΛΗΡΟ ΡΟΜΑΝΤΖΟ»), για να εξατμίζεται, όπως χάνονται τα σύννεφα («ΑΠΟΡΙΑ»).

Ευτυχώς, οι λέξεις είναι πιο ανθεκτικές. Συμφιλιώνουν το φως και το σκοτάδι/επάνω στο λευκό χαρτί και συλλέγουν την ομορφιά από του κόσμου τη λαλιά («ΕΓΩ, Η ΓΡΑΦΗ»). Οι λέξεις προσφέρουν θέλγητρα ισχυρά στον έρωτα («ΕΓΚΑΥΜΑ ΕΝ ΤΩ ΒΑΘΕΙ»). Αντλούν τη δύναμή τους από την αιώνια μητέρα της ποιητικής γραφής, πέρ’ από τα δεσμά του χρόνου («ΕΓΩ, Η ΓΡΑΦΗ»).

Για όποιον αρέσκεται στις οι ετικέτες θα μπορούσαμε να εντάξουμε τη συλλογή στην υπαρξιακή ποίηση. Ιχνηλατεί το μαύρο σημάδι που ενυπάρχει στην ύπαρξή μας από την αρχή της, από την πρώτη μας κραυγή («ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΣΗΜΑΔΙ»). Ακόμη κι ο έρωτας ολοκληρώνεται, κορυφώνεται, όταν αποτελεί το νόημα της ύπαρξής μας, όπως στο ποίημα «ΠΡΟΦΑΣΗ»:

Δεν είναι για τον έρωτα λοιπόν

όταν σε θέλω απεγνωσμένα

μα για την ύπαρξή μου.

Το ύφος είναι σαφές. Η γλώσσα αξιοποιεί και μερικές εκφράσεις από την καθαρεύουσα, καλλιεργώντας την αδιόρατη ειρωνεία. Δημιουργείται η εντύπωση ότι η ποιήτρια ελέγχει απόλυτα τα εκφραστικά της μέσα: δεν τσιγκουνεύεται ούτε τα επίθετα, ούτε τα ρήματα, ούτε τις εικόνες, αλλά δεν πλατειάζει. Συχνά τα ποιήματα ολοκληρώνονται εμφατικά με μια περιγραφή ή με την ανατροπή της αφήγησης:

Μέχρι το τέλος

το μαύρο το σημάδι

να φαντάζει ανεξίτηλο («ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΣΗΜΑΔΙ»)

Οι περισσότεροι στίχοι είναι σε ιαμβικό μέτρο, το οποίο ακολουθείται αυστηρότερα στους τελευταίους στίχους των ποιημάτων, για παράδειγμα το ακόλουθο δίστιχο, που συνολικά απαρτίζει ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο:

Είν’ η ζωή ο αρχηγός

κι ο χρόνος παραπαίδι. («ΟΨΙΜΟΝ ΦΩΣ»)

Ανάλογα ο καταληκτικός στίχος σε ιαμβικό ενδεκασύλλαβο:

που αναίμακτα κι αργά με τεμαχίζεις. («ΑΜΦΙΒΟΛΙΑ»)

Στην αρχή και στο τέλος της συλλογής βρίσκεται από ένα διήγημα. Στα διηγήματα η γραφή μπορεί να χαρακτηριστεί ποιητική, με την έννοια ότι η αφήγηση είναι λυρική και κινείται μεταξύ μύθου και πραγματικότητας. Και τα δύο διηγήματα αναφέρονται στην απώλεια ως ανατροπή: στο πρώτο συναντούμε την απώλεια του έρωτα και στο δεύτερο την απώλεια της ίδιας της ζωής. Οι επιλογές αυτές εκφράζουν τη διάθεση ολόκληρης της ποιητικής συλλογής. Η απώλεια, η φθορά, η απογοήτευση, αλλά και οι απρόοπτες εξελίξεις, κυλούν στις φλέβες των ποιημάτων, επιχειρώντας έναν παρήγορο συμβιβασμό με το νόημα της ζωής («ΦΟΒΟΣ»):

Φοβήθηκες

κι έτσι δεν δοκίμασες

του απρόοπτου την ηδονή

ή της οδύνης τον λυγμό

που η ζωή υπογράφει.

 

 

 

 

Νίκος Παπάνας

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.