You are currently viewing Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης:  Μαρία Χατζηχριστοδούλου, ΕΡΩΤΑΣ ΟΠΩΣ ΘΑΝΑΤΟΣ – Μια νύχτα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, , εκδ. ΣΜΙΛΗ, 2024

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης: Μαρία Χατζηχριστοδούλου, ΕΡΩΤΑΣ ΟΠΩΣ ΘΑΝΑΤΟΣ – Μια νύχτα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, , εκδ. ΣΜΙΛΗ, 2024

 

Ω της ποιήσεως Δευτέρα Παρουσία

 

 

Τον Κήπο της μνήμης είχα υπόψη (εκδ. Μπαρτζουλιάνος Ι. Ηλίας, 2021), μια συλλογή διηγημάτων που δεν με συγκίνησε. Και μόλις τώρα ανακαλύπτω ότι προϋπήρξε και μια ακόμη συλλογή, Ο κάβος του φεγγαριού (εκδ. Σμίλη, 2019). Η προκατειλημμένη εικόνα ήταν έτοιμη μ’ ένα μόλις δείγμα. Κι ούτε ο πληθωρισμός της παραγόμενης φλυαρίας ούτε το πλήθος των προσωπικών υποχρεώσεων δεν αρκούν σαν δικαιολογία – όθεν και η αυτοκριτική ομολογία: ενίοτε βιάζομαι, ενίοτε δογματίζω. Αλλά πόση έκπληξη, πόση χαρά, πόσα διδάγματα, όταν έρχεται η θριαμβευτική διάψευση. Ιδού λοιπόν ο τίτλος της νέας σύνθεσης και το όνομα της συγγραφέα: Έρωτας όπως θάνατος – Μια νύχτα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (Σμίλη, 2024) της Μαρίας Χατζηχριστοδούλου.

 

Άδης απελπισμένος

 

Αχ, γυναίκα μου κι ανάσα μου! Ας μ’ άγγιζε το χέρι σου που τούτο το γράμμα έγραψε. Θνητός να γίνω μια μέρα μοναχά. Στο πιο ψηλό βουνό ν’ ανέβω, το σώμα σου αγνάντια μου.

Τα μάτια κλείνω, οσφραίνομαι. Ευωδιά λεβάντας, σχίνου και θυμαριού. Αναρριχώμαι σε.

Βήμα το βήμα στο καρφί την πέτρα άτσαλα μπηγμένο. Με το σκοινί στη μέση του έρωτα.

Ίλιγγος. Κάτω μου το κενό. Εσύ η κορυφή μου. Πατώ το βράχο σου. Αρπάζομαι απ’ το σκίνο.

Γέρνει η λεβάντα. Γελά το θυμάρι. Μοσχοβολά το βουνό. Εσύ ψηλά. Εγώ να αιωρούμαι.

Θα μείνω εκεί. Να σε κοιτώ. Να με κοιτάς. Ο ίλιγγος δικό μας μυστικό.

Ή πέφτεις.

Ή πεθαίνω.

(σ. 51)

Αφήνω στην άκρη, τη μελωδική ρυθμικότητα και την οικονομία του ποιητικού και πεζού λόγου, που ούτε ακκίζεται αυτάρεσκα ούτε σεμνύνεται πονηρά, για να εστιάσω λίγο παραπάνω στην εικονοπλαστική δύναμη και στη δραματική ένταση της γραφής, που υποβάλλει την ιδέα όχι διά της βροντερής ανακοίνωσης αλλά με τρόπο αφαιρετικό και συναισθηματικά ελεγχόμενο, δίχως δηλαδή μελοδραματικές εξάρσεις, συν την απλότητα και την αυτάρκειά της, που προκύπτουν  από τη λελογισμένη χρήση του λεξιλογίου και των εκφραστικών μέσων, συν την υφολογική και ευρύτερη γλωσσική ευκαμψία της, που της παρέχει την άνεση να αντεπεξέρχεται στις απαιτήσεις πολύ διαφορετικών κειμενικών ειδών.

Το πιο σημαντικό εδώ, ό,τι δηλαδή κάνει τη διαφορά, είναι η δημιουργική σύλληψη της υπέρβασης των εσκαμμένων κειμενικών κατηγοριών διά του χωνέματος, της μείξης και του πειραματισμού. Αλλά περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Με κίνδυνο να αδικήσω το βιβλίο θα μπορούσα να πυκνώσω το «στόρι» ως εξής: το ποιητικό υποκείμενο καλεί, εν είδει ομηρικής Μούσας, τον Λόρκα ως αρωγό της έμπνευσης, ανταποκρινόμενος ο ποιητής θα μας εμπιστευτεί την επιστολή που συνέγραψε κι ενώ θα περιμέναμε η μορφή του να μονοπωλεί το ενδιαφέρον, το θέμα μετακινείται σε μια «πειραγμένη» εκδοχή του μύθου του Πλούτωνα και της Περσεφόνης, για να ξαναβρούμε τον ποιητή μόνο στο τέλος, οπότε κλείνει ο κύκλος με έναν «επίλογο ερωτικό».

Σε δύο  βασικά επίπεδα ο μεταιχμιακός χαρακτήρας του βιβλίου:

Αφενός, σε θεματική κλίμακα: ένα βιβλίο για τον Λόρκα που δεν είναι ακριβώς για τον Λόρκα, μια που ο νοηματικός άξονας μετακινείται στον αρχαιοελληνικό μύθο, αλλά την ίδια στιγμή επανέρχεται διαρκώς στον Λόρκα, κομίζει πληροφορίες για τον Λόρκα, ανασυστήνει το εργαστήριο του Λόρκα και συνομιλεί με τον Λόρκα. Το βρίσκω εξαιρετικό να μιλάς για το θέμα σου χωρίς να μιλάς για το θέμα σου και να μην είναι όλο αυτό μια συνήθης αλληγορία.

Αφετέρου, σε κειμενική κλίμακα: ένα βιβλίο που θεατρικώ τω τρόπω ονομάζει πρόσωπα, υιοθετεί τη δομή της αρχαίας τραγωδίας, προσλαμβάνει τη μορφή της επιστολικής πρόζας, γίνεται καθαρός θεατρικός μονόλογος, εξελίσσεται σε διαλογική απεύθυνση κτλ., ουχί χάριν λογοτεχνικής παιδιάς, τουτέστιν από ελιτισμό ή κυκλοθυμία ή ακραίο πειραματισμό, αλλά έτσι που να υπηρετείται η συγγραφική πρόθεση με τρόπο γόνιμο, χωνεμένο και δημιουργικό.

Ο Έρωτας όπως θάνατος είναι ένα φιλολογικά αταξινόμητο κείμενο, μια μπαχτινική αρένα ποικίλων φωνών και ειδών, όπου μορφή και περιεχόμενο αποποιούνται τις τρέχουσες συμβάσεις και δοκιμάζουν τα όριά τους, ώστε από κοινού να υπερασπιστούν μια καινούρια αισθητική. Είναι εδώ η ανάγκη μιας άλλης «ποιητικής» έκφρασης, έξω από τα βολικά ειωθότα, πέρα από τα γνωστά σχήματα, το ίδιο ελευθεριάζουσα και άναρχη όσο και το θέμα του έρωτα που θίγει. Αρχαίοι μύθοι, εμβληματικοί ποιητές, αρχετυπικά σύμβολα, τρόποι έκφρασης, κειμενικές κατηγορίες βγαίνουν από τα κουτάκια τους, για να συνομιλήσουν, για να συνυπάρξουν και από κοινού να εκφράσουν τη ζωοποιό δύναμη όχι μόνο του έρωτα αλλά και της ίδιας αυτής της ποίησης, που όλα μπορεί να τα αναγεννά – ακόμη και αυτή την κακοπαθημένη μορφή του Πλούτωνα-Άδη: κι ιδού ένας αγαπητικός Άδης που φλέγεται από πόθο, οδύρεται από την απώλεια, αρνείται αυτό ακόμη το βασίλειό του χάριν μιας γυναίκας.

Κάπου έγραφα σε μια δική μου ποιητική αποστροφή «Πού δε το παυσίλυπον της μνήμης; Ω της ποιήσεως Δευτέρα Παρουσία». Θαρρώ ότι ταιριάζει γάντι.

 

(Θα ’ταν παράλειψη αν δεν το ανέφερα: εξαιρετικά φροντισμένη η έκδοση της Σμίλης, εξαιρετικά φροντισμένη η εισαγωγή της Γιούλης Χρονοπούλου)

 

 

 

 

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, πεζογράφος

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.