Πριν μερικές ημέρες, στις 8 Ιουνίου, έφυγε από τη ζωή μία από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης εικαστικής τέχνης. Ήταν 87 ετών.
Η σειρά μας «Γυναίκα και τέχνη» δεν θα μπορούσε να μην ασχοληθεί με την ιδιαίτερη αυτή καλλιτέχνη που, με το ξεχωριστό, ακραίο συχνά, ύφος της αποτύπωσε και σχολίασε καυστικά και άφοβα τη θέση της γυναίκας στην εποχή μας, σημαδεύοντάς την με την τόλμη της.
Fire Tale (1997)
Η Paula Rego ζωγράφος, χαράκτρια γεννήθηκε στη Λισαβώνα το 1935, τρία χρόνια μετά την άνοδο του σκληρού δικτάτορα Σαλαζάρ στην εξουσία. Ο πατέρας της ηλεκτρολόγος μηχανολόγος, που εργαζόταν στην εταιρεία Marconi και ορκισμένος αντιφασίστας, την έστειλε νωρίς, από τα δεκαπέντε της χρόνια, στην Αγγλία για να τελειώσει εκεί το γυμνάσιο. Στη συνέχεια η νεαρή Paula, που ζωγράφιζε από τα τέσσερα χρόνια της, σπούδασε ζωγραφική στο Slade School of Fine Arts του Λονδίνου. Έκτοτε και για όλη της τη ζωή πηγαινοέρχεται από την Πορτογαλία στη δεύτερη πατρίδα της, την Αγγλία.
Η καλλιτεχνική της καριέρα ξεκινάει στις αρχές του 1966, όταν αρχίζει να εκθέτει με το London Group, μια διακεκριμένη ομάδα εικαστικών που ανάμεσά τους βρίσκονται ο David Hockney και ο Frank Auerbach.
Paula Rego in her studio
Οι φεμινιστική της συνείδηση ξυπνά νωρίς, από την εφηβεία κιόλας, όταν ανάμεσα σε άλλα, διαβάζει το Δεύτερο Φύλο της Simone de Beauvoir. Τα έργα της Paula Rego εστιάζουν πάντα στις γυναίκες, στις χαρές και στους πόνος τους, στους θριάμβους και στις δοκιμασίες τους. Η Rego αποδίδει με τρόπο πρωτοφανή, επαναστατικό θα λέγαμε, τη ζωή και την ιστορία των γυναικών στην εικόνα.
Germaine Greer, 1995
Το καθεστώς του Salazar – βασανιστήρια, μυστική αστυνομία, φυλακίσεις χωρίς δίκη εμφανίζονται από πολύ νωρίς στη ζωγραφική της. Μόλις στα 15 της χρόνια ζωγραφίζει τον πίνακα The Interrogation (1950). Το 1960, και ενώ ζει ακόμα στην Πορτογαλία, ζωγραφίζει τον Σαλαζάρ να ξερνάει πάνω στη χώρα του. Στην ερώτηση αν φοβόταν τις διώξεις από το καθεστώς η απάντηση είναι αρνητική. «Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν φοβόμουν». Ωστόσο απορρίπτει τον χαρακτηρισμό της ατρόμητης λέγοντας: «Κάθε πίνακας χρειάζεται θάρρος για να γίνει. Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που να μην είναι γενναίος».
The Interrogation (1950)
Τα έργα της Paula Rego αφηγούνται πάντα μια ιστορία. Καταπιάνεται με μύθους και λαϊκές δοξασίες, παιδικά τραγουδάκια και παραμύθια, ειδικά των αδελφών Γκριμ, αγαπάει ιδιαίτερα τον Πήτερ Παν και την Τζέιν Έιρ. Στις «αφηγήσεις» της αναγνωρίζουμε επιδράσεις του Σουίφτ, της Άντζελα Κάρτερ, του Ζενέ (το έργο της Οι Δούλες (1987) είναι εμπνευσμένο από το ομότιτλο θεατρικό του Ζενέ (1947) που μιλάει για την πραγματική ιστορία δύο αδελφών, των αδελφών Παπίν, που δολοφόνησαν την οικογένεια στην οποία εργάζονταν). Σαφής είναι επίσης η επιρροή του Γκόγια, του Βελάσκεζ και του Τζέιμς Ένσορ· μάλιστα ο τελευταίος συγκαταλέγεται στους αγαπημένους της ζωγράφους. Μια τελείως προσωπική αίσθηση είναι πως η γλώσσα του σώματος των πρωταγωνιστριών της, η αινιγματική τόλμη της μου θυμίζει τον Balthus. Επηρεασμένη βαθιά από τον καθολικισμό της Πορτογαλίας την συνεπαίρνει η έννοια της αμαρτίας και εξετάζει την ύπαρξη του διαβόλου.
The Maids (1987)
«Η Paula Rego μοιάζει με κίσσα, μαζεύει από παντού. Γι’ αυτήν δεν υπάρχει υψηλή και λαϊκή τέχνη», λέει η ιστορικός τέχνης και curator Elena Crippa. «Μέσα από τις εικόνες που δημιουργεί η Paula στοχάζεται βαθιά. Σε πηγαίνει σε μέρη που θα προτιμούσες να μην πας· εκεί που ο Γιούνγκ λέει ότι κατοικεί η Σκιά μας. Υπάρχουν μέρη που θεωρούνται ταμπού, μέρη που αγάπη και βαναυσότητα συναντώνται και εφάπτονται, εκεί που ζουν τα πάθη και οι φόβοι μας». Τα ασαφή αυτά όρια είναι «ακριβώς το σημείο που θέλει να μας βάλει… Ωστόσο τα ζωγραφίζει με απέραντη συμπόνια. Και έτσι μας παίρνει μαζί της σε αυτό το γεμάτο ενσυναίσθηση ταξίδι».
«Αντλούσα πάντα μεγάλη ευχαρίστηση από πράγματα που υποτίθεται ότι δεν είναι τέχνη», λέει η ίδια στο BBC Culture. «Υπάρχει ένας σνομπισμός που παίζει τον ρόλο του λογοκριτή. Λόγου χάριν, εμένα πάντα που άρεσαν τα καρτούν, οι ταινίες του Ντίσνεϋ και πολλές εικονογραφήσεις».
The Artist in Her Studio (1993)
Παρατηρεί πως όταν ζωγραφίζει βγαίνει από μέσα της η «αρσενική της πλευρά». Συγκεκριμένα λέει, «Τη δεκαετία του -50 η επικρατούσα άποψη δεν ήθελε τις γυναίκες να ανακατεύονται με την τέχνη· το καρότσι του μωρού στο χολ και τα σχετικά. Ο ρόλος των γυναικών ήταν να συντροφεύουν και να στηρίζουν τους καλλιτέχνες συζύγους τους. Εγώ δεν ανήκα ποτέ σε αυτή την κατηγορία. Ήθελα πάντα να ανήκω στη λέσχη των αγοριών, να είμαι στη λέσχη των μεγάλων ζωγράφων που θαύμαζα. Όπως ήθελα πάντα να είμαι ο Ρομπέν των Δασών και όχι η Μάριον. Για την ακρίβεια, είχα ένα κουστούμι του Ρομπέν των Δασών», συμπληρώνει γελώντας.
From Annunciation to Adoration.
Εδώ επιτρέψτε μου να κάνω μια μικρή προσωπική παρένθεση· σας το οφείλω. Ομολογώ πως, όταν είδα για πρώτη φορά τα έργα της Paula Rego, η καρδιά μου σφίχτηκε, ήθελα να αποστρέψω το βλέμμα. Όμως δεν μπόρεσα, στάθηκε αδύνατον να τραβήξω τα μάτια μου από τους σκληρούς πίνακές της, κάτι με ωθούσε να μάθω περισσότερα για αυτή την ζωγράφο.
Ο καιρός πέρασε, ζούμε αυτά που ζούμε – την παράνοια που αποκάλυψε και ασφαλώς όξυνε η συνθήκη του εγκλεισμού μας, τους βιασμούς, τις γυναικοκτονίες· την άσχημη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Που, κατά κανόνα, στρέφεται εναντίον της γυναίκας. Είπα ο καιρός πέρασε· πέρασε ή έκανε αναστροφή και γύρισε μερικούς αιώνες πίσω; Υπήρχαν άραγε όλα αυτά και η κοινωνία δεν ήταν έτοιμη να τα αποκαλύψει, να τα αντιμετωπίσει καταπρόσωπο; Δεν είμαι εγώ που θα απαντήσω στο ερώτημα. Ωστόσο τα τραύματα που δεχόμαστε εξηγούν τον μαγνητισμό που ασκεί πάνω μας το έργο της Paula Rego.
Secrets of Faith
Οι βίαιες εικόνες της δεν είναι αυτό που έχουμε συνηθίσει από τις εικαστικές τέχνες· δεν είναι η ίαση, η λύτρωση που επιζητούμε από την τέχνη. Έλα όμως που είναι αυτό που έχουμε συνηθίσει από την κοινωνία! Είναι αυτό που χρόνια, αιώνες παραμένει θαμμένο, ένα θέμα ταμπού. Και κυρίως χωρίς εικόνα. Η βία που υφίσταται η γυναίκα από την αρχή του χρόνου, δεν συνηθίζεται να απεικονίζεται στις καλές τέχνες. Είναι κάτι που μένει στη σφαίρα της φαντασίας, ενώ η λογική, η αυτοσυντήρηση, η αυτοπροστασία αναλαμβάνει να σκουπίσει την εικόνα κάτω από το χαλί. Ποιος θέλει να βλέπει μπροστά του στα μάτια του τη σκοτεινή πλευρά των οικογενειακών σχέσεων, τις ανισόρροπες δυναμικές, την καταπίεση των ανίσχυρων μελών; Τη διαδικασία μιας παράνομης έκτρωσης, τον πόνο και τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχει η γυναίκα που αναγκάζεται να καταφύγει σε ύποπτες συναλλαγές όταν αποφασίσει ότι δεν έχει άλλη επιλογή. Όλοι ασφαλώς προτιμάμε να βλέπουμε, να φανταζόμαστε τη γυναίκα σαν μια γλυκιά, πειθήνια κουκλίτσα, σαν μια γατούλα του σεξ, ή σαν μια σεξοβόμβα – και κυρίως οι άνδρες. Ο κοινωνικός ιστός ξεχειλώνει κάθε μέρα και περισσότερο, καθώς προσπαθεί να βολέψει στη συνείδησή του την από δεκαετίες κατακτηθείσα «γυναικεία απελευθέρωση» με την αμείλικτη πραγματικότητα που μόνο αυτό δεν μαρτυρά.
Η Paula Rego δεν μας κάνει τη χάρη. Μέσα από τα έργα της δίνει γενναίες μάχες. Το 1998 στην πατρίδα της την Πορτογαλία το δημοψήφισμα για την νομιμοποίηση των εκτρώσεων απέτυχε. Τότε η ζωγράφος διοχέτευσε την οργή, το πάθος για την αυτοδιάθεση των γυναικών σε 10 μεγάλους πίνακες με παστέλ, που φέρουν τον τίτλο Untitled 1998, και αναπαριστούν εκτρώσεις σε παράνομες κλινικές. Ήταν μια βίαιη κίνηση διαμαρτυρίας με όπλο την εικόνα κατά της σκληρότητας του νόμου. Βρίσκουμε τις γυναίκες της Rego σε αυτοσχέδιες κλινικές που λειτουργούν χωρίς το κατάλληλο προσωπικό, χώρους αμφιβόλου καθαριότητας χωρίς την απαραίτητη αντισηψία, πάνω σε ράντζα αντί για κρεβάτια χειρουργείου ή καθισμένες ανακούρκουδα στο πάτωμα με ένα πανί κι ένα κουβά ανάμεσα στα πόδια τους. Δεν υπάρχει αίμα, μόνο το συναίσθημα, μια ατμόσφαιρα τόσο ζοφερή και κλειστοφοβική που νιώθεις τον φόβο, τον πόνο, στα ρουθούνια σου έχεις την οσμή του αίματος, του ιδρώτα, αισθάνεσαι την αφόρητη ζέστη, το δέρμα σου κολλάει.
Untitled 1998
Η Paula Rego έδωσε εικόνα στα τραυματικά και κάποτε μοιραία βιώματα των γυναικών κατά τη διάρκεια παράνομων εκτρώσεων. Έτσι, το 2007, πριν γίνει το 2ο δημοψήφισμα στη Πορτογαλία, η σειρά αυτή κυκλοφόρησε ευρέως. Και τότε έγινε κάτι σπάνιο για τα ιστορικά και καλλιτεχνικά δεδομένα. Οι ιστορίες που αφηγήθηκε η Rego μέσα από τους πίνακές της ανέτρεψαν το προηγούμενο δημοψήφισμα. Το νομοσχέδιο για τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων στην Πορτογαλία εγκρίθηκε, έστω με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Untitled 1998
«Προσπαθώ να αποδώσω δικαιοσύνη για τις γυναίκες… στις εικόνες τουλάχιστον… εκδίκηση επίσης… Είναι μεγάλο σφάλμα να πολιτικοποιείται η κατάσταση των γυναικών, σαν να μην έφταναν όλα τα άλλα. Αρκετά υποφέρει μια γυναίκα σε αυτή την κατάσταση. Βέβαια όλα αυτά έχουν τη ρίζα τους στο ολοκληρωτικό παρελθόν της Πορτογαλίας, που θέλει τις γυναίκες με την ποδιά, να ψήνουν γλυκά σαν καλές νοικοκυρές. Υπάρχουν ακόμα κάποια κατάλοιπα αυτής της καταπίεσης στη σημερινή δημοκρατική Πορτογαλία… Το θέμα της έκτρωσης είναι μέρος αυτής της βίας».
Untitled 1998
Ο μαγικός ρεαλισμός της Paula Rego, η εικονοποιία της είναι επιθετικά προκλητική. Με συνέπεια, με πάθος επιτίθεται στην εξουσία, καταγγέλλει την καταπίεση, την σεξουαλική διαστροφή. Πρόκειται για ένα πολύ ιδιαίτερο κράμα της καθολικής της παράδοσης της Rego και του ζωγραφικού ρεαλισμού της Αγγλίας. Ένα πάντρεμα του κλασικισμού του William Hogarth και Josep de Ribera με τον Goya και τον Buñuel να κρύβονται κάτω από το κρεβάτι.
Bride 1994
«Είτε καταπιάνεται με τον πόλεμο, είτε με τα εγκλήματα «τιμής», απεικονίζει με μεγάλη σαφήνεια και καθαρότητα τις προκλήσεις της ζωής… Σοκάρει και συναρπάζει· αυτός όμως είναι ο ρόλος της τέχνης», λέει στο BBC Culture για την Rego η ιστορικός τέχνης και Catherine Lampert.
The Fitting (1989-1990)
Οι γεροδεμένες γυναίκες της καμία σχέση δεν έχουν με τις εξιδανικευμένες/ εξωπραγματικές φιγούρες που μας ταΐζουν οι διαφημίσεις και τα media. Οι γυναίκες αυτές, που με κάτι αινιγματικό ασχολούνται μας, προβληματίζουν, προκαλούν συχνά την αποστροφή. Το ανθρώπινο σώμα δεσπόζει στο έργο, ογκώδες, άγαρμπο, κουβαλώντας ανεπιθύμητες σκέψεις, ενοχές, φόβους, βαριά συνείδηση, καταπίεση, προκατάληψη, ανικανοποίητες επιθυμίες.
Looking Out 1998
Η ριζοσπαστική τέχνη της δονείται από ανησυχαστική εικονοποιία, μια αίσθηση του «ωραία γκροτέσκου», όπως το χαρακτηρίζει η ίδια. Ακόμα και στους πιο φαινομενικά ανώδυνους πίνακές της, θα βρεις σχεδόν πάντα υπόγειο τρόμο σε μια αλλόκοτη πτυχή της ιστορίας.
Snow White Playing with her Father’s Trophies. 1995
Στον πίνακα Snow White Playing with her Father’s Trophies η ζωγράφος παίρνει το παραμύθι της Χιονάτης και αφηγείται τη δική της ιστορία. Παιδικές αναμνήσεις, σκέψεις για τα γυναικεία βιώματα μας εξιστορούν ένα παραμύθι όπου ο τρόμος συγκλίνει με μια υπόνοια οιδιπόδειου συμπλέγματος. Η Rego χρησιμοποιεί τη γυναικεία ματαιοδοξία για να υπογραμμίσει ανησυχαστικά την αφήγηση περί οικογενειακής πολιτικής. Η Χιονάτη, ντυμένη βέβαια στα λευκά, μοιάζει να σχολιάζει σκωπτικά, με μια λοξή ματιά και χαμόγελο πλήρες νοήματος, την παρθενία και την αθωότητα που της αποδίδεται. Καθισμένη άγαρμπα, ασφαλώς όχι όπως θα καθόταν μια κυρία, καμαρώνει με το κεφάλι ενός νεαρού αρσενικού ελαφιού ανάμεσα στα μισάνοιχτα πόδια της. Σεξουαλική αφύπνιση με μια υπόνοια ανάρμοστων συναισθημάτων για τον πατέρα. Καμία σχέση δεν έχει η φιγούρα της με την λεπτεπίλεπτη, αέρινη Χιονάτη του παραμυθιού μας. Η Rego είναι αμείλικτη απέναντί στα παιδικά μας πρότυπα· κοντοπόδαρη, αφού τα πόδια της δεν φθάνουν στο πάτωμα, αλλά ακουμπάνε σε ένα φαρδύ μαξιλάρι, έχει κάτι ξεκάθαρα χυδαίο όχι μόνο στη στάση του σώματος αλλά και στην έκφραση του προσώπου.
Στο βάθος η μητριά της, ντυμένη βέβαια στα μαύρα και καθισμένη ανακούρκουδα σαν απωανατολίτικο αγαλματίδιο, την κοιτάζει με φθόνο και μοχθηρία. Μάλλον δεν τα καταφέρνει με το επιδιωκόμενο ζεν.
Με αυτή την οπτική δεν θα δυσκολευτούμε να αποκωδικοποιήσουμε και τον επόμενο πίνακα, Snow White and her Stepmother, όπου η Χιονάτη και η μητριά της απεικονίζονται σε μια κοινωνικά αναμενόμενη συνεργασία.
Snow White and her Stepmother, 1995
Το εσωτερικό τοπίο της Rego αντλεί και από την ίδια της τη ζωή. Το έργο The Family αποτελεί ένα σχεδόν πλήρες σενάριο της ταραχώδους ζωής της. Ένα κορίτσι και μια γυναίκα αγωνίζονται να ντύσουν έναν άνδρα που μοιάζει ανήμπορος να κάνει οτιδήποτε. Με συγκίνηση και θλίψη ο θεατής μαθαίνει ότι ο πίνακας έγινε το 1998, το έτος που ο σύζυγός της Βίκτορ πέθανε από σκλήρυνση κατά πλάκας, ασθένεια με την οποία έζησε – αυτός και η οικογένειά του – για πάνω από 20 χρόνια. Παρατηρήστε την έκφραση της γυναίκας. Είναι άραγε απελπισία, είναι συναισθηματικό πάγωμα, αδιαφορία, ή μήπως αγανάκτηση; Ή μήπως χαμογελά χαιρέκακα; Εμένα πάντως μου μοιάζει να αναρωτιέται πότε θα τελειώσουν όλα αυτά. Όσο για το μικρό κορίτσι, δείτε την προσπάθεια που καταβάλλει στη στάση του σώματός της, δείτε τον θυμό στο προφίλ της. Παρατηρείστε την απόσταση που κρατάει το δεύτερο κορίτσι, το μικρότερο ίσως, που στέκεται μακριά με τα χέρια δεμένα μπροστά της – προσευχή, αμηχανία, απώθηση;
The Family 1988
Έπειτα η Rego μας παίρνει σε ένα εξίσου σκοτεινό και στοχαστικό τόπο. The Dance (1988). O πίνακας αυτός ανήκει σε μια σειρά έργων που όλα διακρίνονται από μια μελαγχολική νοσταλγία. Ο σύζυγός της Rego, Victor Willing εμφανίζεται δύο φορές στον μεγάλο αυτό ονειρικό πίνακα. Τη μία χορεύει μαζί της και την άλλη με κάποια άλλη γυναίκα· έμμεσο σχόλιο για τις απιστίες τους. Kι ύστερα είναι και μια γυναίκα που στροβιλίζεται μόνη της. Είναι ένας πίνακας για το παρελθόν, για τη νοσταλγία που ανασχηματίσει τη μνήμη ακόμα και ενώ την διατηρεί. Στο βάθος δυο γυναίκες χορεύουν με ένα μικρό κορίτσι, εκπαιδεύοντας το ίσως για τις σχέσεις που επικρατούν ανάμεσα στα ζευγάρια του έργου. Οι χορευτές συγκεντρωμένοι σε μια σεληνόφωτη αμμουδιά, με παλιομοδίτικα ρούχα, κάτω από ένα κάστρο που φορτίζει δυσοίωνα, κι είναι σαν να δηλώνει ότι η γαλήνη και η ευτυχία τους δεν είναι παρά μια μικρή χρονική αναστολή από κάτι βάναυσο.
Η σειρά αυτή περιλαμβάνει έργα που εκτυλίσσονται σε απροσδιόριστο χρόνο, σε τόπο ακραία συντηρητικό, ίσως φασιστικό, που υπονοεί διαφθορά και διαστροφή. Σε έναν όρθιο καμβά μια κοπέλα με κόκκινο φόρεμα γονατίζει για να δέσει το κορδόνι του καλογυαλισμένο παπουτσιού ενός νεαρού ένστολου. Η σκληρή δερμάτινη τσάντα της, ανοιχτή αποκαλύπτοντας το βαθυκόκκινο εσωτερικό της, βρίσκεται καταγής πλάι στα γάντια της. Ένας κόκορας βαδίζει καμαρωτός πλάι στον νεαρό. Και, καθώς εκείνη του δένει τα κορδόνια, το λευκόγαντοφορεμένο χέρι του σφίγγεται σαν δαγκάνα, ενώ το πρόσωπό του λιώνει θαρρείς από την έκσταση. Πίσω από τις δυο μορφές ένα ψηλός μαντρότοιχος ανοίξει σε μια αλέα που περιβάλλεται από ψηλά κυπαρίσσια και δεν βλέπουμε που οδηγεί. Μια νοσηρή και σουρεαλιστική νύξη πριν ακόμα διαβάσεις τον τίτλο του έργου: The Cadet and His Sister (Ο δόκιμος και η αδελφή του).
The Cadet and His Sister
Στην ίδια σειρά ανήκει και ο πίνακας The Policeman’s Daughter, που απεικονίζει μια κοπέλα ντυμένη στα λευκά να γυαλίζει τη στρατιωτική μπότα του πατέρα της. Το γυμνό μπράτσο της είναι χωμένο ολόκληρο μέσα στην ψηλή μαύρη μπότα. Θα έλεγε κανείς ότι την εσωκλείει καθώς την γυαλίζει με τα μάτια χαμηλωμένα κάνοντας σκέψεις μυστικές. Η γάτα ετοιμάζεται να σαλτάρει έξω από το δωμάτιο, κάτι παραπάνω από εμάς μοιάζει να ξέρει.
Όλοι οι πίνακες αυτής της εκπληκτικής σειράς από το 1987-8 έχουν τον σαφή υπαινιγμό ενός καταπιεστικού, ανειλικρινούς κοινωνικού περίγυρου όπου βιτσιόζικες περιπλοκές μαζεύονται σαν τη σκόνη πάνω στην ψηλή μπότα του πατριάρχη.
The Policeman’s Daughter, 1987
Λίγο πιο πριν χρονικά έχουμε τη σειρά Dog Women (1994). Η Σκύλα πέφτει στα τέσσερα και, από το συστραμμένο πρόσωπο της, κρίνουμε ότι αλυχτάει. Άνδρες δεν υπάρχουν σε αυτούς τους πίνακες, αλλά οι αλλόκοτες στάσεις των γυναικών ίσως τους έχουν επιβληθεί από κάποιον αόρατο άνδρα που δίνει διαταγές. Ίσως και όχι. Ίσως να υποφέρουν για τον Θεό (δεν ξεχνάμε ότι η Rego φέρει το αποτύπωμα του καθολικισμού της χώρας της). Πρόκειται για πίνακες βασανιστηρίων και οδύνης που αντηχούν την Ισπανική τέχνη του 17ου αιώνα και ειδικά τους πίνακες του Jusepe de Rivera όπου απεικονίζεται η τιμωρία των αμαρτωλών.
Dog Women 1994
Good Dog 1993
Στο έργο της Rego τα πάντα είναι ανησυχητικά. Είναι όμως και υπέροχα στην αγριότητά τους, στην αλήθεια τους, στην κάθοδό τους στο γκροτέσκο, στη βούλησή τους να ξεσκεπάσουν την υποκρισία, να ουρλιάξουν ενάντια στην αδικία.
The Interrogator’s Garden
Την ευχαριστούμε ως μια άξια απόγονο της τόλμης και της θεματικής και εικονοποιητικής ακρότητας της Artemisia Gentileschi. Που και αυτή με τη σειρά της δημιουργεί τις δικές της απογόνους στον εικαστικό χώρο.
*η χαρακτηριστική εικόνα του άρθρου μας είναι το έργο “Obedience and Defiance” ή “Angel” (1998)