Το όνειρο
(Αναδιφώντας
Πεύκα αρχαία με παραπομπές στο μύθο
Περπατούσα
Στον ελαιώνα που δεν ήταν πια εδώ
Και, πάμφωτος, ανήκε ήδη στη γαλήνη του.
Στον ύπνο μελετούσα
Τα κληροδοτημένα αρχεία, τ’ αδιάθετα
Τόμους ανέμων
Θάλασσες αθησαύριστες
Μ’ όλα τα λήμματα της λύπης.
Αιώνες έμεινα, ως το πρωί
Καθηλωμένη.
Επιτύμβια κι εγώ
Ολόγλυφη
Από τον αμερόληπτο μαΐστρο
Που ξεσήκωνε
Μια ταραχή εφήμερη
Εννοιών και συνωνύμων.)
Η ερμηνεία
Βαθύς καημός που σε βαθαίνει
Αναλφάβητη
Είπε ο Αρχειοθέτης.
Θαρρείς στα σκοτεινά πως μελετάς
Δεν συλλαμβάνεις τίποτα.
Σπατάλη λέξεων που σου δόθηκε –
Παραπλανήθηκες
Ακολουθώντας τη ζωή σου
Που διέφευγε
Σε παρελθόντα άλλων
Καθώς εσύ
Αλλού
Στο μέλλον κοίταζες
Κι ανύποπτη
Έκαιγες χρόνια.
το σχόλιο
(Σε χρόνο άλλο καταφεύγω, το αδέσποτο
Διωγμένο από παντού
Ιχνηλατώντας μάταια
Επιμένοντας.
Τι μου ξεφεύγει ολοένα
Άναρχο, ατελεύτητο
Στην πανταχού παρούσα μνήμη
Των απόντων;)