Αθέατη λεπτομέρεια φωτογραφίας
Κι αν το μεσαίο συρτάρι ανοιγμένο βίαια,
Έτριζε φως, κι αν έσπαζε –
Στα βάθη αιφνιδιασμένοι
Οι νεκροί, σε κόκκους σκόνης
Βίαια θα ξυπνούσαν, θ’ αναδεύονταν
Θ’ αφρίζανε δαντέλες,
Ανάστατα μεταξωτά θα σύριζαν,
Σχίσιμο, ξήλωμα, διαμαρτυρίες,
Λεπτότατα λινά σεντόνια με οσμές στην ύφανση
Τραπεζομάντιλα με μουσικές,
Κουρτίνες μ’ αεράκι αθώο και βροχή,
Αφηρημένα θα ανεμίζανε και πάλι στο κενό
Άυλα θα συστρέφονταν κεντήματα,
Ακόμα φριχτά πονώντας
Από τις αρχαίες βελονιές. Πανιά σε πανικό
Θα κυριεύαν το παραλληλόγραμμο.
Η κάμαρα θα οπισθοχωρούσε, θα εντοπιζόταν Επιτέλους το τυφλό σημείο,
Εκεί που σκάβει η ανήλικη γιαγιά σε κίνδυνο
Σκάβει,
Άηχα σκάβει, επίμονα
Με νύχια μαύρα, χρόνων, όλο χώματα, να βγει
Τρύπα στο χρόνο, στη μνήμη, στα μελλούμενα.