Αναρτώ ξανά περιεχόμενο από μια στήλη μου του 2018Εδώ, την: Δόκιμοι, Δοκιμασμένοι, Δοκιμαζόμενοι στην οποία, εξετάζαμε τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους πραγματεύονται ποιητές διαφορετικών χρονικών περιόδων τις ίδιες έννοιες.
Η στήλη είχε ασχοληθεί με τον κοινό τόπο των εννοιών Ποίηση, Θεός και – ω, ναι! Γάτα.
Εδώ, ασχολείται με τον Έρωτα – έννοια η οποία κι αυτή έχει ταλανίσει, ταλανίζει και θα ταλανίζει ΟΛΟΥΣ τους ποιητές, ανεξαιρέτως. (Εντάξει, υποτίθεται ότι αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει Άνοιξη, όχι Καλοκαίρι αλλά, είπαμε: μιλάμε για διαχρονικές και διαεποχικές σταθερές!)
Θυμίζουμε πως οι Δόκιμοι είναι από παρελθούσες γενιές, οι Δοκιμασμένοι από νεότερες και οι Δοκιμαζόμενοι, προέρχονται από τους νεότατους. Υπάρχουν, βεβαίως και «ξένοι» ποιητές – δηλ. εκπρόσωποι ποίησης γραμμένης σε άλλη μητρική γλώσσα.
Παρατήρηση: Θα μπορούσαμε να βγάλουμε πολλά (επισφαλή) συμπεράσματα εάν διϋλίζαμε και το έμφυλο στην ποίηση στην ροή των χρόνων… Δεν το κάνουμε όμως: παραθέτουμε μόνο τα ποιήματα – εφόσον μιλάνε από μόνα τους.
Ας αρχίσουμε παιγνιωδώς, με στίχους από Δημοτικά τραγούδια:
ΛΙΑΝΟΤΡΑΓΟΥΔΑ
Δεν είν’ ο έρωτας ανθός μαζί του για να παίξεις /Μον’ είναι βάτος μ’ αγκαθιές κι αλίμονό σου αν μπλέξεις.
Δεν είναι πόνος να πονεί, πόνος να θανατώνει /Σαν την αγάπη την κρυφή που δεν ξεφανερώνει.
Απ’ της αγάπης τη φωτιά όποιος καεί δεν γιαίνει /Κι αν γιάνει και καμιά φορά, πάλι σημάδι μένει.
Σα μου τον πήρες πια το νου, πάρε με σκιας και μένα /Κι ίντα με θέλει κουζουλό η μάνα που μ’ εγέννα;
Να ’σουν στον κάμπο λεμονιά κι εγώ στα όρη χιόνι /Να λιώνω, να ποτίζονται οι δροσεροί σου κλώνοι.
Στη γειτονιά σου με πουλούν σκλάβο κι αγόρασέ με /Για ένα φιλί με δίνουνε, δώσε το κι έπαρέ με.
*
Αρχίζουμε όμως επισήμως, από ακόμα πιο παλιά, από τον λυρικό ποιητή Μίμνερμο (600 π.Χ.)
Ι
ΜΙΜΝΕΡΜΟΣ
Τις δε βίος τι δε τερπνόν άτερ χρυσής Αφροδίτης; /Τεθναίην ότε μοι μηκέτι ταύτα μέλοι /Κρυπταδίη φιλότης και μείλιχα δώρα και ευνή- (…)
Ζωή υπάρχει ή χαρά χωρίς την Αφροδίτη τη χρυσή;/Καλύτερα να πέθαινα όταν δεν θα με νοιάζουν πια /Του έρωτα τα μυστικά, γλυκά του δώρα /Και η κλίνη η ερωτική- (…)
*
Και περνάμε στους ΔΟΚΙΜΟΥΣ: Έρωτας κρυφός, έρωτας αβρός, έρωτας σκοτεινός, έρωτας –μάχη, έρωτας τρελός:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΒΑΦΗΣ
Επιθυμίες
Σαν σώματα ωραία νεκρών που δεν εγέρασαν /και τα ’κλεισαν, με δάκρυα, σε μαυσωλείο λαμπρό,/ με ρόδα στο κεφάλι και στα πόδια γιασεμιά-/ έτσ’ οι επιθυμίες μοιάζουν που επέρασαν /χωρίς να εκπληρωθούν- χωρίς ν’ αξιωθεί καμιά /της ηδονής μια νύχτα ή ένα πρωί της φεγγερό.
ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες
(…) Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου /μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα /μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,/μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου. /Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν /με την ψυχή στο βλέμμα, περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,/μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.(…)
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
Έρωτας
Όλη τη νύχτα πάλεψαν απεγνωσμένα να σωθούν από τον εαυτό τους, /δαγκώθηκαν, στα νύχια τους μείναν κομμάτια δέρμα, γδαρθήκανε /σαν δυο ανυπεράσπιστοι εχθροί, σε μια στιγμή, αλλόφρονες, ματωμένοι,/βγάλανε μια κραυγή /σα ναυαγοί που, λίγο πριν ξεψυχήσουν, θαρρούν πως βλέπουν φώτα κάπου μακριά. /Κι όταν ξημέρωσε, τα σώματά τους, σαν δυο μεγάλα ψάρια /ξεβρασμένα στην όχθη ενός καινούργιου μάταιου πρωινού.
ΜΑΤΣΗ ΧΑΤΖΗΛΑΖΑΡΟΥ
Αντίστροφη αφιέρωση
εσένα σ’ έχω Δεινόσαυρο από τους πιο εκπληκτικούς /εσένα σ’ έχω βότσαλο φρούτο απαλό που τ’ ωρίμασε η θάλασσα /σ’ ερωτεύω /σε ζηλεύω /σε γιασεμί
σε καλπασμό αλόγου μες στο δάσος το φθινόπωρο /με φοράω νέγρικο προσωπείο για να μας θέλεις εσύ /(…)/εσύ φεγγάρι που ένα σύννεφο αναβοσβήνει /εσύ δε βαριέσαι παράτα το το σύμπαν έτσι που το’ χουμε αλαζονήσει /και δαύτο πώς να συναντηθούμε ποτέ /εσύ σε τρυφερό λόγο με το λόγο έτσι δεν είναι πες /εσύ σελίδα μου /εσύ μολύβι μου ερμηνευτή μου /
(…) ΜΕ ΕΚΡΙΖΩΝΕΙΣ
ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ
Το πηγάδι
Κοιμισμένο πηγάδι, σιγανό/ και σπασμένο βιβλίο /το χέρι μου άγγιζε ψηλά την κάλτσα σου /κοντά στο όνειρό της /η γλώσσα μου σκεφτότανε τα δόντια σου
το χέρι μου αγαπούσε τον θάνατο /το άλλο χέρι μου ήταν από κερί /και έλιωνε
τα μάτια σου ήταν από κερί και έλιωναν /κι έξω ήταν νύχτα /και έβρεχε /κοιμισμένο πηγάδι, σιγανό /και σπασμένο βιβλίο
*
ΔΟΚΙΜΑΣΜΕΝΟΙ
ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ
Υπαινιγμός
Σε κάρφωσαν τα λόγια μου αυτά /Έτσι στην αμμουδιά ξεγυμνωμένη /Νωχελικά ανοίγοντας τα πόδια /Για να τα ξανακλείσεις ελαφρά /Εγκολπωμένες μες στα δειλινά /Οι πόρτες μοιράζουν το σκοτάδι/ Απ’ το διπλανό σπιτάκι ξέφυγε /Σα νυχτερίδα ένας στεναγμός /Για να ξυπνήσει ξαφνιασμένο /Από μια ιστορία ξαναειπωμένη /Κόκκινη κλωστή δεμένη /
Σ’ ένα σεντούκι κλειδωμένη /Που σπαρταράει όταν βγαίνει /Σαν ψάρι απ΄το νερό/Να ξαναμπεί στη νύχτα /των αιώνων δίχως οδηγό /σε κάρφωσαν στην αμμουδιά /οι τρυφερές ματιές μου /τα μυτερά βυζιά των βράχων/απ’ τα μακριά μαλλιά της /τη θάλασσα σέρνουν στη στεριά /κάτι αέρηδες ανοιχτομάτηδες
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ
Ο Νανοτεχνολόγος
(…) Γιατί, μα την αλήθεια, ο καθαείς /ακόμα και θνητός, μπορεί να μπει / εξ επαφής στο δίκτυ-διαδίκτυο / του σκαπανέως Ηφαίστου, να συλλάβει / τους θείους έρωτες πάνω στην πράξη / της αφανούς τελειότητος των οπτικών ινών / με τις οποίες σφιχτόδεσε τους εραστές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ
Τα παυσίπονα βυζάκια σου. /Οι μυροφόρες παλάμες σου. /Το βάλσαμο της αγάπης σου./Για πόσο καιρό θα τα σκέπτομαι; /Πόσον καιρό θα με βασανίζουν;/Έξι μήνες; Ένα χρόνο; /Κάποτε, το ξέρω, θα γίνουν: /αδιάφορα βυζιά, παλάμες /ανύπαρκτες, αγάπη. //Και από τους ξένους, μια γυναίκα και ένας άνδρας
*
ΔΟΚΙΜΑΖΟΜΕΝΟΙ
ΝΙΚΗ ΧΑΛΚΙΑΔΑΚΗ
περιμένω να γυρίσεις σπίτι, να βγάλεις τα ρούχα /-Θεέ μου πως περιμένω να βγάλεις τα ρούχα- /τα πόδια σου αγαπώ /τις κνήμες
ό, τι σε πάει και σ’ επιστρέφει /μ’ ένα σου νεύμα ν’ ανέβω στο κρεβάτι
να γίνω ολόκληρη κατοικίδια ηδονή
ΣΤΕΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ
Ένας χορός / ωχ / ένας χορός κλαίει / βαδίζει / τα μάτια χαμηλά / σέρνει το πόδι / το σκοτάδι / βαριά πατά / ωχ/ μεθά λυγίζει /(…) /Φταίω / και το’ ξερα από νωρίς / από τη μέρα /που τα πουλιά τραγούδησαν τον έρωτα / κι εγώ τα πρόσβαλα / μιμούμενη τους ήχους τους
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΠΑΚΟΝΙΚΑ
(…) Σχεδόν σιωπηλός, χωρίς γαλιφιές και γλυκόλογα,/με ανυπόμονη ορμή μού έβαζε την τροφή στο στόμα. /Τη δύναμη και τη βιασύνη του αρσενικού /που θέλει να κατακτήσει / μου μετέδιδε η κίνησή του.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΝΔΗΣ
(…) Μη μου αση /μαντεύεις το χλιμίντρισμα /εδώ όπου είμαι όλος σάρκα
(…)Χάρη και χάση / αγνεία και λαγνεία
*
ΑΛΛΟΔΑΠΟΙ
ΤΟΥΜΑΣ ΤΡΑΝΣΤΡΕΜΕΡ
Το ζευγάρι
Σβήνουν το φως και ο λευκός γλόμπος θαμποφέγγει /για μια στιγμή πριν διαλυθεί /σαν χάπι σ’ ένα ποτήρι σκοτάδι. /Κατόπιν μεταρσιώνονται. /Οι τοίχοι του ξενοδοχείου υψώνονται στο σκοτεινό ουρανό. /Οι κινήσεις του έρωτα έχουν κοπάσει και τους έχει πάρει ο ύπνος, /αλλά οι πιο κρυφές τους σκέψεις συναντιώνται /σαν δυο χρώματα που ρέουν το ένα μέσα στο άλλο /
πάνω στο υγρό χαρτί με τη ζωγραφιά του μαθητή. /Επικρατεί σκοτάδι και ησυχία. Η πόλη όμως έχει έρθει πιο κοντά /απόψε. Με σβηστά παράθυρα. Τα σπίτια πλησίασαν. /Στέκονται στριμωγμένα και περιμένουν κοντά -κοντά, /ένα πλήθος με ανέκφραστα πρόσωπα.
μτφρ: Β. Παπαγεωργίου
ΤΣΕΖΑΡΕ ΠΑΒΕΖΕ
Το ένστικτο
Ο γέρος απογοητευμένος απ’ όλα /στέκεται στο κατώφλι του σπιτιού του στον αδύναμο ήλιο / κοιτάει τον σκύλο και σε σκύλα ν’ ακολουθούν το ένστικτό τους. /(…) Ο γέρος θυμάται μια φορά / που έκανε έρωτα σαν σκυλί σε ένα σταροχώραφο / Δεν ξέρει πια με ποια σκύλα, αλλά θυμάται τον μεγάλο ήλιο / και τον ιδρώτα και την επιθυμία να μη σταματήσει ποτέ. (…)
(μετάφραση: Γιάννης Παππάς)
ΖΥΛ ΣΥΠΕΡΒΙΕΛ
Έρωτας
Αυτό το χρώμα ήταν το χρώμα των ματιών σου / κι αυτή η λεπτεπίλεπτη αύρα ήταν επίσης η αύρα σου / τους δρόμους όμως που πηγαίνουν απ’ το χθες στο σήμερα / δεν παύεις να τους αλωνίζεις με τα νεαρά σου άλογα / σε καλπασμό αδιάκοπο που όλο κοντεύει / να χυθεί κατά πάνω μου.
(μετάφραση: Ντενίζ Ανδριτσάνου)
ΝΤΑΙΑΝ ΝΤΙ ΠΡΙΜΑ
ΠΟΙΗΜΑ ΜΑΛΛΟΝ ΕΡΩΤΙΚΟ
Τόσο μεγάλο διάστημα στους δυο μας ανάμεσα / όταν φιλιόμαστε φιλάμε τους πλανήτες / καμιά εγγύτητα ποτέ δεν αποκόβει / τόσο μεγάλο διάστημα στους δυο μας ανάμεσα / (…) εκτός το στόμα από τον ώμο, ο μηρός απ’ τον μηρό / εκρηκτικός αέρας χαλαρώνει τον έρωτά μας / έτσι παραμένει η απόσταση ο έρωτας είναι ασφαλής.
(μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς)