Η ΑΤΡΟΠΟΣ
Μια φωσφορίζουσα ψυχή πεταλουδίζει στο σκοτάδι
Τινάζει γύρω σκόνη αστρική, πεταλουδίζει
Αποσυνθέτοντας, ανασυνθέτοντας στιγμιαία
Την ακατάληπτη αιωνιότητα-
Λέγεται Σφιγξ Αχερουσία
Είναι η Άτροπος
Σε μελανόμορφο αγγείο / κτέρισμα
Πότε την είχα ξαναδεί
Με το κοπίδι έτοιμο να εξετάζει συνοφρυωμένη το κουβάρι μου;
Μα όχι, πώς την είχα δει; Αφού
Έβλεπα μόνο ράχη – Α, κατάλαβα…
Είχα κι εγώ τότε τη ράχη γυρισμένη
Στα μελλούμενα: ω, ναι
Την είχα δει –