Η ΣΙΛΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΕΙ
Η Σίλα βρισκόταν μόνη της στο σαλόνι κι έβλεπε τηλεόραση, που ήταν όπως πάντα ανοιχτή. Συνήθιζε να στοιχηματίζει με τον εαυτό της (και εφτά φορές στις δέκα να τον κερδίζει) τι είδους διαφήμιση θ’ ακολουθούσε: αυτοκίνητο; απορρυπαντικό; αναψυκτικό; καλλυντικό; σνακ; σούπερ μάρκετ; σερβιέτα; σοκολάτα; ηλεκτρική/ηλεκτρονική συσκευή; συμπλήρωμα διατροφής; μακαρόνια; τραπεζικό-ασφαλιστικό προϊόν; ποτό; αρτοσκεύασμα; κτλ. κτλ.
Βέβαια, δεν μπορούσε ν’ αντιληφθεί σε βάθος γιατί υπήρχαν τόσες διαφορετικές μάρκες αυτοκινήτων, τόσες διαφορετικές μάρκες μακαρονιών, σερβιετών κτλ. (αφού όλα αυτά τα αγαθά ήταν βασικά ίδια μεταξύ τους και υπάκουαν στις ίδιες αρχές κατασκευής αναγκών). (Εξάλλου, ούτε γιατί υπήρχαν τόσες μάρκες σκύλων αλλά και τόσες μάρκες ανθρώπων καταλάβαινε.)
Οπότε κατέληγε φιλοσοφώντας –όπως το συνήθιζε– ότι αυτό συνέβαινε μόνο και μόνο για να συντηρείται ο μύθος περί της ελευθερίας της βούλησης και η καταναλωτική ψευδαίσθηση του δικαιώματος της επιλογής, βάσει της ποικιλίας τιμών.
Στα ενδιάμεσα των διαφημίσεων η τηλεόραση έβαζε εκπομπές μαγειρικής, και τότε η Σίλα, που ήταν λιτοδίαιτη, έπαυε να παρακολουθεί σε συνειδητό επίπεδο και αφηνόταν πια τελείως στους φιλοσοφικούς στοχασμούς της.
Εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα, όταν στην οθόνη άναψε ένα φιλέτο φλαμπέ με σος τρούφας Άλπεων σοταρισμένης σε ρακόμελο Ρεθύμνου, αρτυμένο με γκοτζιμπέρι, σταυροειδή γλυκάνισο, μολόχα, αρκουδόβατο και μπλε καυτερή πιπεριά από την Τζακάρτα, η Σίλα πέρασε αυτομάτως σε άλλο επίπεδο και άρχισε ν’ αναρωτιέται περί του προορισμού του σκύλου – το υπαρξιακό ερώτημα που η απάντησή του δεν είναι πιο γνωστή ή πιο πιστευτή απ’ ό, τι η απάντηση για τον προορισμό του ανθρώπου.
Η Σίλα γνώριζε πως, κατά μεν τη θεολογική εκδοχή, οι σκύλοι ήταν άγγελοι εκπεσόντες από τον Παράδεισο (επειδή ο πρωτόπλαστος σκύλος είχε δοκιμάσει να σηκώσει το πόδι του αγενώς στο Δέντρο της Γνώσης του Καλού και του Κακού), κατά δε την επιστημονική εκδοχή προέρχονταν από το σκύλο Σάπιενς (ο οποίος αρχικά βάδιζε στα δύο πόδια, ακολουθώντας όμως το νόμο της εξέλιξης των ειδών κατέληξε να βαδίζει στα τέσσερα, που είναι πιο ξεκούραστο, πιο ασφαλές και πιο χρήσιμο όταν σε κυνηγάνε).
Επίσης, απέκτησε μια ισόβια κομψή οικολογική γούνα παντός καιρού και βελτίωσε το σχήμα του κρανίου του. Διατήρησε πάντως την ουρά του, στην οποία, όπως ξέρουμε, οφείλουν οι σκύλοι την υπεροχή τους απέναντι στους ανθρώπους, καθόσον εκείνοι, ανεξαρτήτως ράτσας και εθνικότητας, μπορούν πάντα να επικοινωνούν με τους πάντες, άψογα, στην κυνική νοηματική, ενώ οι άνθρωποι (που, περίπου την ίδια εποχή, έχασαν τη δική τους ουρά) προσπαθούν ακόμα να συνηθίσουν στην ιδέα της παγκοσμιοποίησης.
«… Aλλά δεν μπόρεσαν ποτέ να ξεπεράσουν το τραύμα του ακρωτηριασμού…» συνέχισε να σκέφτεται η Σίλα, έχοντας αρχίσει να νυστάζει. «Γι’ αυτό και στον καθημερινό λόγο τους γίνονται πάντα νύξεις που αναφέρονται στην ουρά: ο κ. Λάμπρος λέει π.χ. για την κ. Τζέλλα πως κουνά την ουρά της δεξιά αριστερά, εκείνη του απαντά πως άργησε γιατί βρήκε ουρές στην Εφορία, στην Τράπεζα, στο ταμείο, στο μετρό, στο σούπερ μάρκετ κτλ…».
Άλλαξε πλευρό στον καναπέ για να μη βλέπει το φιλέτο που, με την προσθήκη γαρνιτούρας πουρέ γογγυλιών και μπουκέτων αρσενικοβότανου, είχε καταντήσει πια αηδία.
Τι θα έλεγε άραγε ο πρώην ιδιοκτήτης του φιλέτου αν μπορούσε να το δει από τον Παράδεισο των Βοδιών, αναρωτήθηκε η Σίλα καθώς κουλουριαζόταν πάλι μ’ ένα πνιχτό γρύλισμα που σήμαινε: «Θεέ και Κύριε…»
Βέβαια, αυτός ήταν ρητορικός αναστεναγμός. Δεν απευθυνόταν πουθενά συγκεκριμένα, αν και η Σίλα πίστευε, όπως όλα τα ζώα –συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων–, στην ύπαρξη ενός αφεντικού-θεού-Κυρίου. Αλλά διατηρούσε αμφιβολίες -όχι βεβαίως για την ύπαρξή του, όπως μερικοί ριψοκίνδυνοι- (επειδή αυτή έβλεπε συχνά τον κ. Λάμπρο), αλλά μόνο για την αγαθή φύση του.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, λες κι είχε ακούσει την επίκληση της Σίλας, ο κ. Λάμπρος εμφανίστηκε ξαφνικά στο σαλόνι. Η Σίλα βιάστηκε να πηδήξει κάτω κουνώντας την ουρά. «Πάλι στον καναπέ! Παλιόσκυλο!» της φώναξε έξαλλος εκείνος. Άνοιξε την μπαλκονόπορτα και την έβγαλε με μια κλοτσιά στο κρύο το εξώτερο.
Ηθικό δίδαγμα:
Ου λήψη όνομα Κυρίου του θεού σου επί ματαίω