You are currently viewing Παυλίνα Παμπούδη: Μικρό σημείωμα στη μνήμη του Κωνσταντίνου Καβάφη (29/4/1863  – 29/4/1933 )

Παυλίνα Παμπούδη: Μικρό σημείωμα στη μνήμη του Κωνσταντίνου Καβάφη (29/4/1863  – 29/4/1933 )

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης, γεννήθηκε και πέθανε την ίδια ημερομηνία – στις 29 Απριλίου, τι σημάδι της μοίρας…

Είναι ο πιο γνωστός Έλληνας ποιητής στον κόσμο. Κι αυτό γιατί η ποίησή του ήταν εύκολο να μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, σε αντίθεση π.χ. με την πλούσια λυρική του Ελύτη ή την λιτή αλλά επίσης ελληνοκεντρική, του Σεφέρη, κυρίως λόγω της πεζολογικής μορφής της αλλά και του «φίλιου», αναγνωρίσιμου  περιεχομένου της: τα περισσότερα ποιήματά του, αποστασιοποιημένα και πάντα σε αναστοχασμό,  αναφέρονται σε γνωστά ιστορικά πρόσωπα και πόλεις, σε ένδοξες περιόδους παρακμής –αλλά και σε διαχρονικές καταστάσεις της ανθρώπινης συνθήκης.

 

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης

  • κινήθηκε μέσα στο σκηνικό του σεβαστικά, αγγίζοντας θωπευτικά τα πράγματα υπαρκτά και φανταστικά, καθαγιάζοντάς τα με την αύρα της μελαγχολίας του:

(…) Κοντά στην πόρτα εδώ ήταν ο καναπές, / κι εμπρός του ένα τουρκικό χαλί· /σιμά το ράφι με δυο βάζα κίτρινα. / Δεξιά· όχι, αντικρύ, ένα ντολάπι με καθρέπτη. /Στη μέση το τραπέζι όπου έγραφε· / κι οι τρεις μεγάλες ψάθινες καρέγλες. /Πλάι στο παράθυρο ήταν το κρεβάτι /που αγαπηθήκαμε τόσες φορές./  θα βρίσκονται ακόμη τα καϋμένα πουθενά…

 (από το ποίημα Ήλιος του απογεύματος)

 

  • περιέγραψε ιστορικά ή ψευδοϊστορικά γεγονότα με διακριτικά αδιάκριτους σχολιασμούς,  με  απαλό υποδόριο σαρκασμό:

(…) Αι ειδήσεις για την έκβασι της ναυμαχίας στο Άκτιον / ήσαν βεβαίως απροσδόκητες / Αλλά δεν είναι ανάγκη να συντάξουμε νέον έγγραφον. / Το όνομα μόνον ν’ αλλαχθή. Αντίς εκεί / στες τελευταίες γραμμές. «Λυτρώσας τους Ρωμαίους / απ’ τον ολέθριον Οκτάβιον, / τον δίκην παρωδίας Καίσαρα» / τώρα θα βάλουμε «Λυτρώσας τους Ρωμαίους / απ’ τον ολέθριον Αντώνιον» / Όλο το κείμενον ταιριάζει ωραία.

(από το ποίημα Εν δήμω της Μικράς Ασίας)

 

  • κατέθεσε σκέψεις βαθιές, σοφές ή αυτονόητες, με ευγένεια, με κάποιον οικείο και ευπρόσδεκτο διδακτισμό:

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις / τούτο προσπάθησε τουλάχιστον / όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις / μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες (…) 

(από το ποίημα Όσο μπορείς)

 

  • και μνημείωσε καταστάσεις και συμβάντα καθημερινά  ως ηδυπαθής παρατηρητής:

(…) Στη ζωγραφιάν αυτή κυττάζω τώρα / ένα ωραίο αγόρι που σιμά στην βρύσι / επλάγιασε, αφού θ’ απέκαμε να τρέχει, / τι ωραίο παιδί, τι θείο μεσημλερι / το έχει / παρμένο πια για να τ’ αποκοιμίση – / Κάθομαι και κυττάζω έτσι πολλήν ώρα / Και μέσα από την τέχνη πάλι, ξεκουράζομαι απ’ τη δούλεψή της. (από το ποίημα Ζωγραφισμένα)

 

  • Πέρασε τη ζωή του σχεδόν λάθρα βιώσας: κατέφευγε συχνά σε άλλες εποχές επειδή ένιωθε ξένος στην δική του.  Έγραψε μισοκρυμμένος κι απ’ τον εαυτό του (μισοκρυμμένος ίσως στη μελλοντική βαριά σκιά του):

(…) Ξένος εγώ, ξένος πολύ· ένιωθα κιόλα μια αμφιβολία να με σιμώνει: μήπως κι είχα γελασθεί από το πάθος μου, και  πάντα  ήμουν ξένος.—

(από το ποίημα για τον Μύρη)

 

Επιλέγω τυχαία τρία ποιήματά του, στη μνήμη του…

 

Ο καθρέπτης στην είσοδο

 

Το πλούσιο σπίτι είχε στην είσοδο

Έναν καθρέπτη μέγιστο, πολύ παλαιό

Τουλάχιστον προ ογδόντα ετών αγορασμένο.

Ένα εμορφότατο παιδί, υπάλληλος σε ράπτη
(τες Κυριακές, ερασιτέχνης αθλητής),
στέκονταν μ’ ένα δέμα. Το παρέδοσε
σε κάποιον του σπιτιού, κι αυτός το πήγε μέσα
να φέρει την απόδειξι. Ο υπάλληλος του ράπτη
έμεινε μόνος, και περίμενε.
Πλησίασε στον καθρέπτη και κυττάζονταν
κ’ έσιαζε την κραβάτα του. Μετά πέντε λεπτά
του φέραν την απόδειξι. Την πήρε κ’ έφυγε.

Μα ο παλαιός καθρέπτης που είχε δει και δει,
κατά την ύπαρξίν του την πολυετή,
χιλιάδες πράγματα και πρόσωπα·
μα ο παλαιός καθρέπτης τώρα χαίρονταν,
κ’ επαίρονταν που είχε δεχθεί επάνω του
την άρτιαν εμορφιά για μερικά λεπτά.

 

Το πρώτο σκαλί

 

Εις τον Θεόκριτο παραπονιούνταν

Μια μέρα ο νέος ποιητής Ευμένης

«Τώρα δυο χρόνια πέρασαν που γράφω

κ’ ένα ειδύλιο έκαμα μονάχα

το μόνον άρτιον μου έργον είναι.

Αλλοίμονον, ειν’ υψηλή το βλέπω

πολύ υψηλή της Ποιήσεως η σκάλα

και απ’ το σκαλί το πρώτο εδώ που είμαι

ποτέ δεν θ’ αναιβώ ο δυστυχισμένος».

Ειπ’ ο Θεόκριτος «Αυτά τα λόγια

Ανάρμοστα και βλασφημίες είναι.

Κι αν είσαι στο σκαλί το πρώτο, πρέπει

να’σαι υπερήφανος κι ευτυχισμένος.

Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι

τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα

Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο

πολύ από τον κοινό τον κόσμο απέχει.

Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο
πρέπει με το δικαίωμά σου να΄σαι

πολίτης εις των ιδεών την πόλιν

και δύσκολον στην πόλι εκείνη είναι

και σπάνιο να σε πολιτογραφήσουν.

Στην αγορά της βρίσκεις Νομοθέτας

που δεν γελά κανένας τυχοδιώκτης.

Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι

τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα».

 

 

Ιωνικόν

 

Γιατί τα σπασαμε τα’ αγάλματά των

γιατί τους διώξαμε απ’ τους ναούς των

διόλου δεν πέθαναν γι αυτό οι θεοί.

Ω, γη της Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,

σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη.

Σαν ξημερώνει  επάνω σου πρωί αυγουστιάτικο

την ατμοσφαίρα σου περνά σφρίγος απ’ την ζωήν των

και κάποτ’ αιθέρια εφηβική μορφή,

αόριστη, με διάβα γρήγορο,

επάνω από τους λόφους σου περνά.

 

Παυλίνα Παμπούδη

Η Παυλίνα Παμπούδη σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Ιστορία – Αρχαιολογία) και παρακολούθησε μαθήματα Μαθηματικών στη Φυσικομαθηματική Σχολή και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στο κολέγιο Byahm Show School of Arts του Λονδίνου. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 15 ποιητικές συλλογές, 3 βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Επίσης, έχει κάνει 3 ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, και έχει γράψει σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.