You are currently viewing Σάρα Θηλυκού: ΒΥΡΩΝ & BYRON

Σάρα Θηλυκού: ΒΥΡΩΝ & BYRON

(Συμμετοχή του «Γεννάδειου» 1ου Πρότυπου Λυκείου Αθηνών, στο οποίο υπηρετεί η Σάρα Θηλυκού,  στη διασχολική εκδήλωση Πρότυπων και Πειραματικών σχολείων για τα 200 χρόνια του Μπάιρον που θα λάβει χώρα στην Παλαιά Βουλή, Μάρτιο 2025)         

 

Πρόσωπα: ΧΟΡΟΣ, ΜΠΑΪΡΟΝ                                                                                                                                                                       

 

ΧΟΡΟΣ:

Ποιος είσαι, λόρδε Μπάιρον;

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

George Gordon Noel Byron, ρομαντικός ποιητής

και πιο πολύ αγαπώ την τέχνη της ζωής

 

ΧΟΡΟΣ:

Όλα θα μας τα πεις κι ένα ένα, Μπάιρον

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Απ’ το Λονδίνο έφυγα για την Ανατολή

έμπνευση κι ήρωες  να βρω εκεί

 

ΧΟΡΟΣ:

Κι οι περιπέτειές σου θα ‘καναν χλωμή τη woke ατζέντα

για αυτήν γίνεται σήμερα τόση πολλή κουβέντα

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Μέσα μου κάτι μου έλεγε ζωή την τέχνη μου να κάνω

κι αν χρειαστεί για αυτό κι ακόμη να πεθάνω

 

ΧΟΡΟΣ:

Μπάιρον, τέκνο θαυμάσιο της Βρετανίας

ποτέ δεν πάτησε το πόδι στας Ινδίας

μόνον εδώ στην καθ’ ημάς Ανατολή

κι αγάπησε παράφορα τη γη την ελληνική

 

Άσε τους κλασικούς ποιητές ν’ ασχοληθούν

με το… αρχαίο κάλλος

για τους ρομαντικούς είναι οι αγώνες που μετρούν

για την ελευθεριά ο θαυμασμός μεγάλος

 

η σύγχρονη ιστορία!

 

η περιπέτεια!

 

το πάθος!

 

ο έρωτας!

 

η εξέγερση!

 

η επανάσταση!

 

ζήτω η Επανάσταση!

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Ποια επανάσταση όμως; τους Τούρκους για να νικήσουν

πρώτα έπρεπε, κι ενθάρρυνα γι’ αυτό τους Έλληνες, να… επαναστατήσουν

 

ΧΟΡΟΣ:

Μπάιρον, τέκνο θαυμάσιο της Βρετανίας

ποτέ δεν πάτησε το πόδι στας Ινδίας

ένα ένα Μπάιρον κι όλα θα μας τα πεις

ξεκίνα απ’ τις περιπέτειες της πατρικής σου γης

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Τίποτε δεν με σταματά

ούτε κι αυτό το έρμο πόδι που χωλαίνει

κάθε γυναίκα μέσα της πιο πολύ αγαπά

τον άντρα που για χάρη του πολλά υπομένει

Αυγούστα, αδελφή μου αγαπημένη

Άννα, γυναίκα εσύ μου λατρεμένη

και Καρολάιν, γλυκιά μου ερωμένη

κι εσείς, φίλοι θαυμάσιοι των παιδικών μου χρόνων

μαζί σας είν΄ ωραία η ζωή, μη μ’ αφήνετε μόνον

 

ΧΟΡΟΣ:

Εσύ είσαι αυτός που σύντομα θα μας αφήσει

γυρεύοντας την κλήση του ν’ ακολουθήσει

 

Και είναι και τα σκάνδαλα ένα ένα που βαραίνουν

που σε γερνούνε, Μπάιρον και σε μαραίνουν

 

Στην ποίησή σου δεν αρκεί  ρομαντικός που είσαι

ένας ένας οι ήρωές σου σου φωνάζουν: ζήσε!

Τσάιλντ Χάρολντ, Μάνφρεντ, Δον Ζουάν, περσόνες σου όλοι είναι

κι οι Ανατολίτικες Ιστορίες σου φωνάζουν: εδώ μαζί μας μείνε

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Μην πει κανείς πως δεν βοήθησα και τους συμπατριώτες μου

εργάτες που επαναστάτησαν, αυτοί ήταν οι ιππότες μου

 

ΧΟΡΟΣ:

Λουδίτες – κι είμαστε… κατά των μηχανών!

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Μπάιρον – κι είμαι… υπέρ των τεχνών!

 

ΧΟΡΟΣ:

Ζήτω η Επανάσταση!

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Ποια επανάσταση όμως;

Οι Έλληνες, μεταξύ τους πολεμούσαν πιο πολύ

παρά με τον Οθωμανό κατακτητή

ομολογώ πως στην Ελλάδα πρώτη φορά το πόδι μου σαν πάτησα

να γεφυρώσω το νέο με το αρχαίο δεν βρήκα τρόπο

και μόνο μία σύγχρονη Καρυάτιδα που αγάπησα

μου φαίνεται άξιζε τον κόπο

 

Ω, Αθηναία μου, πριν σας αφήσω

Δώστε μου, δώστε την καρδιά μου πίσω

Μα αφού το στήθος μου κι αυτή αφήνει

Κρατήστε την, μαζί κι ό,τι έχει μείνει

Ακούστε τον όρκο μου πριν να χαθώ

Αγάπη μου, ζωή μου, σας αγαπώ

 

Στον ιερό βράχο της Ακρόπολης μία φορά ανέβηκα

και με το ίδιο πόδι το χωλό άλλη μία κατέβηκα

κι όμως για εκείνην την Καρυάτιδά μου

θα ΄δινα κι άλλη μια καρδιά μου

για τις κλεμμένες αδελφές της ποίημα να γράψω

 

ΧΟΡΟΣ:

Την Κατάρα της Αθηνάς!

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Τον λόρδο Έλγιν, συμπατριώτη μου, άγρια να κράξω

 

ΧΟΡΟΣ:

Δώστε μας πίσω τα γλυπτά του Παρθενώνα

τις Καρυάτιδες και τη ζωφόρο

για να ξεπλύνετε μία ντροπή που μένει στον αιώνα

κι αυτά να ξαναβρούν τον φυσικό τους χώρο

 

Στο νέο μουσείο της Ακρόπολης

στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου

και να στηθεί γιορτή μεγάλη σ’ όλη την Αθήνα

και στο Γεννάδειο της Ηπίτου

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Τίποτε πια δεν με κρατούσε πίσω στην Αγγλία

έφυγα πάλι, τελευταία φορά, για Ελβετία, για Ιταλία…

 

ΧΟΡΟΣ:

Τι αγώνες πάλι κι έρωτες

Μαίρη, Τερέζα, Μαριάν – και Καρμπονάρος έγινες!

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Ήμουν και στου μεγάλου Σέλλεϋ την κηδεία

κι ακόμη εξέδωσα τον Κάιν, κι η Μαίρη Σέλλευ τον Φρανκενστάιν

 

Η Ελλάδα όμως για πάντα είχε κλέψει την καρδιά μου

στοίχειωνε τους εφιάλτες μου κι όλα τα όνειρά μου

η Ελλάδα με την ομορφιά, τις νήσους, τα χωριά της

η Ελλάδα με τον πόλεμο για την ελευθεριά της

 

Και αν των Φιλελλήνων έγινα ο πρώτος των μεγάλων

μέχρι και οδός των Αθηνών, αυτό είναι μάλλον

καθώς μες την καρδιά μου πάντρεψα αγάπη αλλά και πράξη

και τη ζωή μου έβαλα, κάπως, σε μία τάξη

 

ΧΟΡΟΣ:

Το δίχως άλλο νίκησες

τον εαυτό σου, Μπάιρον

 

στην καθ’ ημάς Ανατολή

έμπνευση κι ήρωες βρήκες εκεί

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Διέθεσα όλο μου το βιός μου στον δίκαιο αγώνα

διπλωματία, πολιτική, δάνεια, συμφωνίες

πάλεψα για  τις πιο συμφέρουσες συμμαχίες

μαζί με Έλληνες οπλαρχηγούς στον ιερό αγώνα

 

Στρατό δικό μου έκανα, εξόπλισα κι εκπαίδευσα

τον εαυτό μου δεν λογάριασα, τον ζόρισα, τον παίδεψα

κι όλα αυτά για την πιο ιερή, τη νέα μου θρησκεία

της λατρευτής Ελλάδας μου την ελευθερία

 

ΧΟΡΟΣ:

Μπάιρον, τέκνο θαυμάσιο της Βρετανίας

αντιλαλούνε τα βουνά κι οι λόγγοι

ποτέ δεν πάτησε το πόδι στας Ινδίας

μόνον εδώ στο ένδοξο Μεσολόγγι

 

Εκατό μέρες και νύχτες – στο Μεσολόγγι

μέρες και νύχτες εκατό – στο Μεσολόγγι

νύχτες και μέρες εκατό – στο Μεσολόγγι

 

Ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

την ιερή δέξου καρδιά του ποιητή

 

Δέξου την ιερή καρδιά του ποιητή

ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

 

Και να, ζυγώνει, Μπάιρον, του τέλους σου η ώρα

τι θ’ απογίνουμε οι σύντροφοί σου τώρα

Μπάιρον, η θυσία σου δεν επήγε χαμένη

μένει αιώνιο σύμβολο σ’ όλη την οικουμένη

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Θέλω να κοιμηθώ

 

ΧΟΡΟΣ:

Ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

την ιερή δέξου καρδιά του ποιητή

 

Δέξου την ιερή καρδιά του ποιητή

ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

 

Κάθε ελεύθερος άνθρωπος

είναι δημότης Μεσολογγίου – το ‘χεις ακούσει, Μπάιρον;

 

Πολίτης γης και ουρανού, άγγελος, Μπάιρον

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Θέλω να κοιμηθώ

 

ΧΟΡΟΣ:

Ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

την ιερή δέξου καρδιά του ποιητή

 

Δέξου την ιερή καρδιά του ποιητή

ω, Μεσολόγγι, πόλη ιερή

 

Τι έχουν τα δόλια τα βουνά, τι έχουν κι αναστενάζουν

Τι έχεις, καημένη Ρούμελη και βαριαναστενάζεις;

-Το τι καλό ΄χω να χαρώ, να μην αναστενάζω;

Εφτά χρόνους τώρα πολεμώ, με τον Σουλτάν Μαχμούτη

 

Χάνω παιδιά στον πόλεμο, αρματωλούς και κλέφτες,

κάστρα πολλά μου παίρνουνε, ένα κοντά απ’ τ’ άλλο.

Ένα μονάχα μου ‘μεινε, το δόλιο Μεσολόγγι

και τώρα μου το κλείσανε, γυρεύουν να το πάρουν

 

ΜΠΑΪΡΟΝ:

Θέλω να κοιμηθώ

 

ΧΟΡΟΣ:

Λευτεριά για λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί

τώρα σίμωσε και κλάψε εις του Μπάιρον το κορμί                                     

 

 

 

                                                                                                                          

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.