You are currently viewing Στέργιος Φωτόπουλος: Αναφυλαξία, εκδ. Βακχικόν

Στέργιος Φωτόπουλος: Αναφυλαξία, εκδ. Βακχικόν

Γράφει ο Δημήτρης Μπαλτάς*

Αναφυλαξία επιγράφεται η νέα και τρίτη κατά σειρά ποιητική συλλογή του Στέργιου Φωτόπουλου, η οποία κυκλοφορήθηκε πολύ πρόσφατα από τις εκδόσεις Βακχικόν και περιλαμβάνει είκοσι έξι ελευθερόστιχα και ολιγόστιχα ποιήματα. Ο ποιητής – όπως και στα προηγούμενα βιβλία του – συνειδητά επιλέγει την εκφραστική λιτότητα και τη νοηματική πυκνότητα της σύντομης, περιεκτικής και ευθύβολης ποιητικής φόρμας, προκειμένου να διοχετεύσει σε αυτήν τα συστατικά υλικά που δομούν την ποιητική του ταυτότητα. Στο νέο του ποιητικό βιβλίο καταφέρνει να συγκεράσει τη μουσικότητα του στίχου με την περιγραφικότητα της πρόζας χωρίς να υπονομεύεται η μία από την άλλη, τεχνουργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σύντομα ποιητικά κείμενα, τα οποία δεν στερούνται ούτε ρυθμού ούτε αφηγηματικότητας. Ο λόγος του, γλωσσικά πλούσιος, εκφράζει την ειλικρίνεια, τη συνέπεια και την οξυδέρκεια της πένας του. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε, χωρίς να απέχουμε πολύ από την πραγματικότητα, ότι η ποιητική του Φωτόπουλου, όπως εκφράζεται στο ανά χείρας βιβλίο, διακρίνεται αφενός για την υπαρξιακή – φιλοσοφική διάσταση σε ό,τι αφορά στην ανθρώπινη υπόσταση και θέση απέναντι στα (καθημερινά) τεκταινόμενα και αφετέρου για την άλλοτε σωματοποιημένη και άλλοτε πνευματική ερωτική υφή της. Ο ποιητής αναφέρεται σε μια γενιά ανθρώπων – ενδεχομένως και στη δική του γενιά – η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη διαρκώς με αλλεπάλληλες  και πολυεπίπεδες κρίσεις τις οποίες προσπαθεί να διαχειριστεί έχοντας την κατάλληλη εξάρτυση. Κρίσεις που προκύπτουν από την εγγενή τάση του ανθρώπου να καταλαμβάνει θέσεις και να εκπληρώνει στόχους και προσδοκίες, σαν να έχει τον ρόλο του παίκτη σε ένα παιχνίδι αντοχής, δύναμης, ματαίωσης, φόβου, ελπίδας, φιλοδοξίας και παράδοξης χαράς ταυτοχρόνως, σχοινοβατώντας μεταξύ λογικού και παράλογου. Επί της ουσίας ο ποιητής συμπυκνώνει την πορεία του ανθρώπου από την αρχική αφετηριακή θέση και μέχρι την αποπεράτωση του προσωπικού του curriculum vitae, το οποίο είτε έχει επιβάλει ο ίδιος ο άνθρωπος στον εαυτό του είτε πρόκειται για μια συνισταμένη εξωγενών – κοινωνικών – παραγόντων.

Προοδευτικά ο λόγος του Φωτόπουλου γίνεται ολοένα και πιο αυτοαναφορικός δίνοντας την εντύπωση περισσότερο μιας εσωτερικευμένης με τον εαυτό συνομιλίας παρά την αίσθηση απεύθυνσης σε ένα τρίτο πρόσωπο. Όμως έγραψα πολλά γι’ ανεξίτηλα σημάδια,/ δεν αντέχω άλλη ενοχή,/ καλύτερα να σωπάσω/ στο φτερωτό κελάηδημα, πριν την ανατολή (από το ποίημα «Γιατί δεν κοιμάσαι τα βράδια;», σ. 10). Αυτή η ενοχική αίσθηση του ποιητικού υποκειμένου συνταιριάζει με τον υπαρξιακό στοχασμό, του οποίου η μορφή είναι δισυπόστατη. Παρατηρούμε αφενός το εγχείρημα της στροφής από την ατομικότητα στη συλλογικότητα, από το εγώ στο εμείς, και αφετέρου την προσπάθεια – αγόγγυστη όσο και οδυνηρή – της αντίστασης και της αντίδρασης απέναντι στους φρενήρεις ρυθμούς της ζωής, στηθέσφατη ικανοποίηση ετοιμόρροπων «πρέπει», εν πολλοίς αμφισβητούμενων και ετεροκατευθυνόμενων. Το αίτημα του ποιητικού υποκειμένου είναι η ένδον στροφή στον εαυτό, με σκοπό όχι την ενδυνάμωση του ούτως ή άλλως κραταιού εγωισμού αλλά την επαναπροσέγγιση του είναι στη βάση της ειλικρίνειας και της αλήθειας. Ουσιαστικά, το μείζον ζητούμενο είναι η κατά μέτωπο σύγκρουση με το ανέκκλητο και, ενδεχομένως, ανεκλάλητο σημείο μηδέν‧ εκείνο της αντιμετώπισης του εαυτού ντεμακιγιάροντας των γραφειακών παρόδων/ εφήμερες φιλοδοξίες/ πρόσκαιρα επιτεύγματα/ ταπεινώσεις, προδοσίες,/ μήπως και τη χαμένη σου παιδικότητα αγγίξεις. (Από το ποίημα «Καθρέφτης», σ. 12) Αυτή η εσωτερική μάχη με την πεμπτουσία της ύπαρξης διαστέλλεται μεταξύ υφέρπουσας σιωπής και εκκωφαντικής κραυγής αποτιμώντας πράξεις, όνειρα, στόχους, αξίες, στάσεις και ιδέες με απώτερο στόχο την ακεραίωση του εαυτού. Προς επίρρωση των ανωτέρω, η ποιητική φωνή πραγματεύεται το μεταιχμιακό όριο, όπου το προσωπικό σημείο αναφοράς του καθενός σχηματίζει το κουκούλι μέσα στο οποίο θρέφεται, δυναμώνει και με βάση αυτό δρα και συμπεριφέρεται κάθε άνθρωπος. Και ό,τι διενεργείται έξω από αυτό (ενν.: το σημείο αναφοράς),/ γνωστικές ή εμπειρικές αναζητήσεις,/ είναι μόνο η αφορμή‧/ ό,τι μέσα του/ η προαιώνια αποστολή/ Και το σημείο μετάβασης των συνθηκών αυτών/ μια διαρκής αναμονή. (Από το ποίημα «Μεταίχμιο», σ. 16) Έχει ενδιαφέρον, επίσης, ότι ο Φωτόπουλος επιχειρεί να γειτνιάσει την ατομικότητα με το συλλογικό καλό. Να αποδείξει, δηλαδή, ότι η αφιέρωση στην κατανόηση του τρόπου με τον οποίο καλλιεργείται ο εαυτός και ο τρόπος με τον οποίο ο τελευταίος αλληλεπιδρά με τον μικρόκοσμό του,  είναι καθοριστικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία του κοινωνικού συνόλου, ειδικά στο πλαίσιο του επικρατούντος αποπολιτισμού, όπου η βιαιότητα και η βαρβαρότητα καλά κρατούν. Έτσι ο βίος μας δεν είναι τίποτα άλλο από άθλοι απροσμέτρητοι,/ μονοπάτια του λογικού/ ή του παράλογου/ με ατέρμονες επιλογές,/ εκπληρώσεις ή ματαιώσεις./ Και όλη η ένυλη πορεία μας/ ανίδωτη διελκυστίνδα/ μίσους και αγάπης‧/ ενδεχομένως αυτό μας αναλογεί. («Καθημερινότητα», σ. 21)

Παράλληλα, θεμελιακή είναι η παρουσία του έρωτα και της αγάπης στο ποιητικόcorpusτου Φωτόπουλου. Η αδυναμία και η ευαλωτότητα του ερωτευμένου ποιητικού υποκειμένου αποτελούν πρόσφορο έδαφος, ώστε τα σημάδια του έρωτα να μείνουν ανεξίτηλα και αλησμόνητα στην ψυχή του πρώτου. Ο ερωτισμός που εμφυσεί στην ποιητική φωνή, συχνά ανώφελος και επ’ ουδενί ανέφελος, σωματοποιείται τόσο σε ό,τι αφορά στο αγαπημένο πρόσωπο, το οποίο εξιδανικεύεται,  όσο και στις συνέπειές του – σωματικά εκδηλούμενες – στον πάσχοντα από έρωτα. Το ερωτευμένο ποιητικό υποκείμενο είναι άνευ όρων παραδομένο στη μαγεία του έρωτα αλλά και της τοξικότητας, της χειριστικής αγάπης και της δύσπεπτης απάτης εις βάρος του, της απατηλής εξιδανίκευσης και της θλιμμένης ψευδαίσθησης. Γλυκό, μα τοξικό μου μέλι/ το στομάχι μου αντιδρά σφοδρά,/ δεν σε θέλει,/ μα το μυαλό μου αφελώς επιμένει/ σε τούτην την παραφορά. (Από το ποίημα «Τοξικό μέλι», σ. 27) Συχνά το ποιητικό υποκείμενο παρουσιάζεται αμήχανο και αδύναμο να κατανοήσει ή και να ακούσει την αλήθεια, τις λέξεις της αγάπης και της ομορφιάς, ενώ συνάμα διακριτικά προσεγγίζει όσους αναλώθηκαν ώρες ατέρμονες στην αναζήτηση μιας ευτυχίας λειψής, διάτρητης, φευγαλέας και εν τέλει μάταιης. Γιατί είναι στην ανθρώπινη φύση έμφυτο να προσπαθεί να βολευτεί σε καλούπια στενά και να έλκεται απ’ το σκοτεινό, το κίβδηλο, το φτιασιδωμένο, το ψευδές, το πεπερασμένο, το απαγορευμένο. Ο Φωτόπουλος, εντούτοις, στην ποίησή του, ενώ με ψυχραιμία και συνειδητότητα καταγράφει τη σύγχρονη ανθρώπινη συμπεριφορά, επιλέγει και θέτει ως στόχο του να παραμένει άνθρωπος σε πείσμα των καιρών – θυμίζοντάς μας το ποίηματης Κατερίνας Γώγου[*] – και να κατακερματίζει τον εγωισμό του δίχως φόβο αλλά με πάθοςεδώ,/ σε τούτην την υπόσταση‧/ άλλη δεν έχει. (Από το ποίημα «Σκοπός», σ. 34)

 

* Ο Δημήτρης Μπαλτάς είναι φιλόλογος και ποιητής.
[*]«Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος»./ Θα την αλλάξουμε τη ζωή!/ Παρ’ όλα αυτά, Μαρία. Οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος «Θα ʼρθει καιρός που θ’ αλλάξουν τα πράματα» από τη συλλογή Ιδιώνυμο στη συγκεντρωτική έκδοση Κατερίνα Γώγου, (2013), Τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε, Ποιήματα 1978-2002, Αθήνα:Καστανιώτης, σ. 87-88.

Παυλίνα Παμπούδη

Η Παυλίνα Παμπούδη σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Ιστορία – Αρχαιολογία) και παρακολούθησε μαθήματα Μαθηματικών στη Φυσικομαθηματική Σχολή και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στο κολέγιο Byahm Show School of Arts του Λονδίνου. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 15 ποιητικές συλλογές, 3 βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Επίσης, έχει κάνει 3 ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, και έχει γράψει σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.