- Τι αντιπροσωπεύει για εσάς η ποίηση;
Έναν συγκεκριμένο τρόπο να υπάρχουμε. Μέσα στην αδιάκοπη ροή της ζωής. Να μπορούμε να είμαστε ό,τι βλέπουμε, ό,τι αγγίζουμε, αλλά και ό,τι δεν βλέπουμε: φύλλο πάνω στο δέντρο, φρούτα στο τραπέζι, πανωφόρι στην κρεμάστρα, ρίζα μέσα στο χώμα. Πιστεύω στα πολλά μας πρόσωπα. Για αυτό εξασκήθηκα στα ψέματα – από πολύ μικρή.
- Ποιοι ποιητές/ ποιήτριες θεωρείτε ότι καθόρισαν την ποιητική σας διαδρομή επιδρώντας στην ποιητική σας;
Αυτή η ερώτηση με βρίσκει πάντα αμήχανη. Οι ποιητικές φωνές, ξέρετε, χύνονται η μια μέσα στην άλλη, γυρνώντας σιγά σιγά το μύλο τους ώσπου να κατασταλάξουν μέσα μας. Και δεν είναι λίγες, μείζονες και ελάσσονες, αυτές οι φωνές. Πλάι στον Οδυσσέα Ελύτη, τον Γιώργο Σεφέρη, δεν θέλω, για παράδειγμα, να ξεχάσω τον Αλέξανδρο Μπάρα ή τον Χρίστο Λάσκαρη. Πλάι στην γενιά του 70, την οποία ξεχωρίζω, δεν θέλω να ξεχάσω τον μέγα Σολωμό, τα Σονέτα του Σαιξπηρ, τον Φρανσουά Βιγιόν, τους αρχαίους λυρικούς ποιητές που στάθηκαν για μένα αποκάλυψη. Γυναικείες ποιητικές φωνές στις οποίες επανέρχομαι είναι η Άννα Αχμάτοβα, η Μαρίνα Τσβετάγιεβα, η Αν Σέξτον, η Τζόυς Μανσούρ, η Μάτση Χατζηλαζάρου, η Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ, η Τζένη Μαστοράκη, η Γλυκερία Μπασδέκη. Και ήδη έχω παραλείψει πολλούς. Και πολλές.
- Μιλήστε μας για την ποιητική σας συλλογή, «Άδης απαλώς» ξεκινώντας από τον ιδιαίτερο και γοητευτικό τίτλο. Με ποια κριτήρια τον επιλέξατε;
Ο «Άδης απαλώς» είναι κείμενο, εν πολλοίς, θανατοκεντρικό. Τον προσεγγίζω απαλά, σαν ξόρκι. Για το λόγο αυτό και η χρήση του επιρρήματος – προσπέφτει ως ικέτης στα πόδια του τρομερού ουσιαστικού. Στα νερά της Στύγας δεν φιλοξενούνται μόνο οικείοι νεκροί και πολυαγαπημένοι. Την ζώνη αυτή των ίσκιων διασχίζουν και έρωτες που δεν άντεξαν το ίδιο τους το βάρος. Ο έρωτας δεν είναι έρωτας αν δεν κάνει, έστω άπαξ, τον γύρο του θανάτου. Και όπως γράφω σε κάποιο ποίημα, τον προτιμώ από όλους τους νεκρούς μου.
- Η συλλογή σας είναι συνυφασμένη με την ποίηση που ταξιδεύει σε τόπο και χρόνο, με την γυναικεία ψυχοσύνθεση, με τον έρωτα; Με τι από όλα αυτά;
Η συλλογή διαρθρώνεται σε πέντε ενότητες. Η δεύτερη ενότητα αφορά στον πατέρα μου. Γράφοντας, αντέχω και πείθομαι ότι τον έχασα. Τέσσερις ιστορίες έρωτος και θανάτου απαρτίζουν την πέμπτη και τελευταία ενότητα της συλλογής η οποία λειτουργεί σαν ένα είδος αναμνηστικού φακού προσώπων της οικογένειάς μου. Στις υπόλοιπες ενότητες κυριαρχεί ο έρωτας και η μνήμη. Θα έλεγα πως ολόκληρη η συλλογή εκκινεί από το θηλυκό μου δέρμα. Τόποι και αγέρωχοι χρόνοι σφίγγονται πάνω της.
5.Από πότε αρχίσατε να επεξεργάζεστε τα ποιήματα της συλλογής;
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ο θάνατος του πατέρα μου υπήρξε κομβικός στη ζωή μου. Η επιδημία μου χάρισε ικανοποιητικό ελεύθερο χρόνο, γεγονός που συνέτεινε καθοριστικά στην γραφή μου. Υπάρχουν και κάποια, λίγα, προγενέστερα.
- Πόσο προφητικά αντηχεί ο «Άδης απαλώς» στην μεταπανδημική εποχή;
Η πανδημια έχει σχεδόν λησμονηθεί, και ευτυχώς, ο άνθρωπος έχει πάντοτε επιλεκτική μνήμη. Αν οφείλει κάπου ο «Άδης απαλώς» το κρίσιμο κεφαλαίο άλφα του -δρώντας προφητικά- είναι στη σύμπλευση έρωτος και θανάτου. Ο έρωτας είναι η αρχή και το τέλος της συλλογής, είναι ο σκοπός και η πράξη της. Και, όπως είπα νωρίτερα, ένας έρωτας δεν είναι έρωτας αν δεν κάνει, έστω άπαξ, τον γύρο του θανάτου. Όσες διαψεύσεις, όσους θανάτους κι αν υποστεί, δεν θα γίνει ποτέ μια νεκρή φύση. Ακόμα και υπό αυτό το πρίσμα, είναι πάντα μια ακαταμάχητη νεκρή φύση.
- Ως δημιουργό, σας τρομάζει ο χρόνος που κυλά αμείλικτα;
Μεγάλωσα σε ένα χωριό του κάμπου με πολύ πράσινο και πρωτίστως, πολλή αγάπη – όση και τα φύλλα των δέντρων ενός δάσους. Αν προσθέσουμε στο παζλ και τα πολλά ψέμματα που έλεγα από μικρή, ο καθρέφτης της σκληρής πραγματικότητας αμέσως θαμπώνει. Και για να γίνω σαφέστερη: με τρομάζει, ασφαλώς, ο χρόνος ως αμείλικτη φθορά, τερματικός σταθμός, ως αύξουσα μνήμη, ως τρομερό σπαθί πάνω από το κεφάλι μου. Αλλά έχω στραφεί σε άλλες ιδιότητές του, όπως στον ιαματικό, ας πούμε, χρόνο, στον συμπονούντα χρόνο – και στις μικρές αιωνιότητες που μας χαρίζει, αν ξέρουμε να βλέπουμε. Και φυσικά στη μνήμη, στη δράση της, σε ό,τι αυτή συμβολίζει. Ο δημιουργικός μου εαυτός δεν εξαιρείται.
- Ποιο ποίημα της συλλογής θα θέλατε να μοιραστείτε με το κοινό και για ποιο λόγο;
Είμαι ανάμεσα σε δύο. Αλλά επειδή πρέπει να επιλέξω, θα μοιραζόμουν το ποίημα «Τσάι στη Σαχάρα» από την τρίτη ενότητα. Και θα σας πω γιατί. Πρόκειται για ένα ποίημα ερωτικά φορτισμένο με πολλές προσδοκίες όπως αρμόζει στο θρυλικό σώμα του έρωτα. Και ενώ το ποίημα λαμβάνει υπόσταση και αναπνέει χάρη στις τόσες φανταστικές αλήθειες και την υπερπραγματική του σκηνοθεσία, το τέλος ανήκει στην αδήριτη πραγματικότητα. Για να αποδείξει ότι η ζωή κινείται αφ’ εαυτού της, είτε μας αρέσει είτε όχι, και οι ελπίδες / βεβαιότητες που νομίζουμε ότι μας ανήκουν, δεν είναι οι εξαιρέσεις του κανόνα που εμείς ονειρευόμαστε.
Η ποιήτρια στο τέλος, βεβαίως, αυτοσαρκάζεται παραφράζοντας Εγγονόπουλο: «..Και τώρα πες μου, ποιητή – τι γύρευα στη Λάρισα, εγώ, μία, Λερναία»
- Θα περιμένουμε σύντομα την επόμενη συλλογή σας;
Μολονότι έχω κλείσει τα πενήντα έξι, δεν θέλω να βιάζομαι. Δεν είναι καλός δάσκαλος η βιασύνη, δημιουργεί νευρώσεις και ψυχαναγκασμούς που στοιχίζουν. Ο χρόνος δεν είναι μόνο δήμιος, μπορεί να είναι και γενναιόδωρος και τρυφερός απέναντι στους πόθους μας. Εικάζω πως δεν θα έρθει σύντομα.
- Αν σας ζητούσα έναν ορισμό της ποίησης, ποιος θα ήταν;
Πράξη. Καθημερινή πράξη. Και μύθος. Εν αρχή ο μύθος.
Σύντομο Βιογραφικό
Η Κ.Σ γεννήθηκε το 1967 στην Αδελαίδα Αυστραλίας. Ήρθε στην Ελλάδα το 1971. Σπούδασε κλασική φιλολογία στο ΕΚΠΑ. Έχει εκδώσει ένα βιβλίο για τον Αριστοτέλη (εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ, 2008). Άρθρα της έχουν δημοσιευτεί σε εφημερίδες και περιοδικά όπως Το Βήμα, Καθημερινή, Νέα Παιδεία, Ποιητική, Χάρτης, Φρέαρ. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα ισπανικά και δημοσιευτεί στο ηλεκτρονικό περιοδικό του Μεξικου Circulo de poesia. Διδάσκει σε ιδιωτικό σχολείο.