You are currently viewing Συνομιλία του Κοσμά Κοψάρη με τον Ευάγγελο Αυδίκο για το μυθιστόρημά του «Δρολάπι»

Συνομιλία του Κοσμά Κοψάρη με τον Ευάγγελο Αυδίκο για το μυθιστόρημά του «Δρολάπι»

  • Ας πάρουμε το νήμα από την αρχή, ξεκινώντας από τον τίτλο. Τι σημαίνει δρολάπι και με ποια κριτήρια επιλέξατε τον συγκεκριμένο τίτλο;

 

Είναι το δυνατό ανεμόβροχο. Η σφοδρή βροχή-λαίλαπα-που ανακατεύεται με τον νερό και προκαλεί ανεμοσούρι που δυσκολεύει τις κινήσεις. Με άλλα λόγια, το δρολάπι εξελίσσεται σε ανελέητο σφυροκόπημα του ανθρωπίνου σώματος. Οι παλιότεροι λέγανε «έρχεται δρολάπι/δρόλαπας/ντρουλάπι» και αυτό αποτελούσε σήμα για την αναζήτηση καταφυγίου, μιας και η παραμονή στην ύπαιθρο εγκυμονούσε κινδύνους για τους εργαζόμενους.

Η επιλογή της λέξης «δρολάπι» ως τίτλου στο μυθιστόρημα προέκυψε ως μια γόνιμη συνομιλία με το περιεχόμενο αλλά και τη σχέση της με τη γλωσσική και αφηγηματική μορφή. Με άλλα λόγια , ο τίτλος όφειλε, κατ’ εμέ, να συμπυκνώνει όσα ανιστορούνται  . τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που πλαισιώνουν τις ιστορίες, τα πάθη και τις περιπέτειες των ηρώων και ηρωίδων, τις κατεστραμμένες ζωές, την ψυχική τους κατάρρευση, την αγωνιώδη αναζήτηση να απαντήσουν στα υπαρξιακά ζητήματα που προέκυψαν.

Η λέξη «δρολάπι» αποτυπώνει με ενάργεια το φυσικό φαινόμενο. Αποτυπώνει ό,τι συμβαίνει όταν προκαλείται ένα ακραίο φυσικό φαινόμενο. Είναι το δρολάπι η σφοδρή κακοκαιρία που πλήγωσε και τη γέφυρα της Πλάκας με την κατάρρευσή της. Ωστόσο, στη λογοτεχνία κρίσιμο δεν είναι να ιστορηθεί μια πραγματικότητα, όπως έχει  υπογραμμίσει ο Μπαχτίν[1], αλλά να δημιουργηθεί ένας λογοτεχνικός κόσμος, ο οποίος θα αντλεί από την πραγματικότητα και θα την επηρεάζει έχοντας, ωστόσο, μια αυτονομία.

Αυτή η διαπίστωση του Μπαχτίν αποτέλεσε βασικό κίνητρο στην επιλογή της λέξης. Μπορούσε να συμπυκνώσει την κοινωνική περιδίνηση των τριών ζευγαριών που συμμετέχουν στο μυθιστόρημα, των οποίων ο μυθιστορηματικός βίος οργανώθηκε με βάση υπαρκτές κοινωνικές και πολιτισμικές εμπειρίες, σε μια δημιουργική διαπίδυση του κοινωνικού χρόνου στον μυθιστορηματικό και αντίστροφα.

Πέραν των άλλων, η λέξη «δρολάπι» είναι ένας τρόπος ανάδειξης της ολιστικότητας του λογοτεχνικού έργου. Η λέξη δεν είναι ένα απλό  γλωσσικό αντικείμενο . Είναι ένα αισθητικό γεγονός, κατά τον Κιουρτσάκη, – με κοινωνικές διαστάσεις, η οποία συνομιλεί με τον χρόνο, τον τόπο αλλά και με τη λογοτεχνική κληρονομιά.

Η επισήμανση αυτή είχε καθοριστικό ρόλο στην απόφαση για την επιλογή της λέξης.  Μέσω αυτής οργανώνεται συνομιλία με τους Κρυστάλλη,  Καρκαβίτσα, Σεφέρη και Παλαμά. Πιο πολύ, ανασύρεται μια λέξη από τα λεξικά , γιατί έχει τη δύναμη να εικονοποιήσει τη σκέψη και την ψυχική ανατάραξη. Είναι ο εικονοποιητικός δυναμισμός του λαϊκού λόγου που περιθωριοποιήθηκε, συχνά,  για χάρη ενός λεξιλογίου που περιορίζεται στο νου, τον οποίο αποκόπτει από το αίσθημα-και το συναίσθημα.

 

  • Μπορείτε να μάς μυήσετε λίγο στους βασικούς άξονες της ιστορίας ή των επιμέρους ιστοριών;

 

Στο πραγματολογικό επίπεδο ένας βασικός άξονας είναι η κατάρρευση της γέφυρας της Πλάκας στα Τζουμέρκα της Ηπείρου , ένα ιστορικό τοπόσημο  για τη νεότερη ιστορίας μας. Αποτελούσε (1881-1912) συνοριακό σημείο ανάμεσα στο ελληνικό κράτος και την οθωμανική αυτοκρατορία, ενώ στο εκεί τελωνείο   υπογράφτηκε η συμφωνία ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ (29 Φεβρουαρίου 1944).

Η γέφυρα υποχωρεί στη σφοδρή κακοκαιρία την 1η Φεβρουαρίου 2015 –ανακατασκευάζεται αργότερα. Το ιστορικό γεγονός αποσπάται από τα ιστορικά συμφραζόμενά του και αναλαμβάνει να εκφράσει τα πολιτικά, οικονομικά, κοινωνικά, πολιτισμικά και ψυχολογικά δρολάπια, τα οποία οδήγησαν στην κατάρρευση την οικονομία, τις κοινωνικές σχέσεις, την εσωτερική ψυχική ισορροπία των ανθρώπων.

Πέραν τούτων, ένας άλλος βασικός άξονας είναι η μνήμη και η ταυτότητα ανθρώπων που τα χάνουν και τα δύο εξαιτίας ενός αυτοκινητιστικού δυστυχήματος. Πρόκειται για ένα ζήτημα, το οποίο επανέρχεται τακτικά, με όρους υπαρξιακής διερώτησης. Ποιοι είμαστε, ποιο είναι το βασικό στοιχείο στη διαδικασία διαμόρφωσης του τρόπου που σκεφτόμαστε και ενεργούμε. Αναδεικνύεται, με τον τρόπο αυτό, η φενάκη της πίστης σε διαχρονικές ταυτότητας , πέρα από τα βιολογικά , ιστορικά και πολιτισμικά πλαίσια.

Επιμέρους άξονες είναι η σχέση με το περιβάλλον., ένα θέμα που επανέρχεται στη λογοτεχνία, απαντώντας στις αγωνίες και τα αιτήματα κάθε εποχής. Η λογοτεχνία αναπραγματεύεται μοτίβα γνωστά , τα οποία προβάλλονται σε συγκεκριμένο χρονοτόπο. Στα προηγούμενα προστίθεται η αγάπη ως πυριφλεγέθουσα δύναμη αλλά και η θέση του ανθρώπου ενώπιον της συντριβής του. Πώς διαχειρίζεται την τραγωδία; Μοιρολατρικά;

 

 

  • Ποιοι οι βασικοί σας προβληματισμοί που πυροδότησαν την ανάγκη σας να συγγράψετε ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κοινωνικό μα συνάμα και ως έντονα υπαρξιακό;

 

Η αφετηρία ήταν οι κοινωνικές διαπιστώσεις, όσα συνέβησαν με τις διαδοχικές κρίσεις και την πανδημία τις τελευταίες δεκαετίες. Για τον  λόγο αυτό ο χρονοτόπος τοποθετείται στις μεγάλες πόλεις (Αθήνα-Θεσσαλονίκη), τα πεδία των κοινωνικοοικονομικών κρίσεων. Είναι παρούσα η Ελλάδα της Κρίσης στο βιβλίο και εύκολα μπορεί ο αναγνώστης/τρια  να  αναγνωρίσει και δικές του εμπειρίες.

Όμως, στόχος μου δεν ήταν να γράψω ένα μυθιστόρημα για την κρίση και όσα συνέβησαν τα τελευταία είκοσι πέντε περίπου χρόνια. Με ενδιέφερε ο άνθρωπος και τα υπαρξιακά του ζητήματα σε περιόδους κρίσεων. Ο άνθρωπος και ο κόσμος συνδέονται όπως το σαλιγκάρι με το κέλυφός του , σχολιάζει ο Κούντερα[2].Αλλάζει ο άνθρωπος αλλά με ποιο τρόπο; Με  ντετερμινιστικό, γραμμικό τρόπο; Μαθαίνει από την πτώση του   ή κρύβεται βαθύτερα στο κέλυφός του; Οι απαντήσεις δεν είναι μονοσήμαντες, πολύ περισσότερο δεν είναι υποχρέωση του λογοτεχνικού έργου να δίνει απαντήσεις. Στόχος του να θέσει ερωτήματα και οι ήρωες να κάνουν τις δικές τους επιλογές.

 

  • Το σοκ της πανδημίας άλλαξε τους συγγραφικούς σας προσανατολισμούς;

 

Όλοι μας έχουμε επηρεαστεί από γεγονότα που υπονόμευσαν τις βεβαιότητές μας, ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο ασφάλειας, χωρίς κοινωνικές και προσωπικές καταρρεύσεις, κάτι που μετέτρεψε την ουτοπία σε δυστοπία.

Μολοταύτα, δεν θα ισχυριζόμουν ότι η πανδημία άλλαξε ριζικά  τους συγγραφικούς μου προσανατολισμούς. Επιτρέψτε  μου να παραθέσω το σχόλιο του Γιάννη Κιουρτσάκη στην «Εισαγωγή του», στο έργο του Μπαχτίν, του οποίου τη λογοτεχνία χαρακτηρίζει ως  ‘έργο εν προόδω’, όχι τόσο επειδή ο συγγραφέας «καινοτομεί από τη μια στην άλλη περίοδο της δουλειάς του, αλλά γιατί εμβαθύνει όλο και περισσότερο σε κάποιες θεμελιακές ιδέες στις οποίες είναι επίμονα προσηλωμένος μια ολόκληρη ζωή» [3].

Η άποψη αυτή με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Με την πανδημία οξύνθηκε η δική μου εμμονική προσήλωση σε θέματα που με έχουν απασχολήσει σε όλα μου σχεδόν τα μυθιστορήματα. Στο «Δρολάπι» η πανδημία συνέβαλε στην επιστροφή αυτών των θεμάτων με περισσότερη ένταση και ευκρίνεια.

 

  • Ποια είναι τα στοιχεία στο μυθιστόρημα που κάνουν τον εκάστοτε αναγνώστη να αισθάνεται μέρος της συγκεκριμένης λογοτεχνικής αναπαράστασης;

 

Πρωτίστως, το ίδιο το δρολάπι ως μεταφορική και συμβολική έννοια. Η ανατροφοδότηση από τους αναγνώστες/τριες είναι διαφωτιστική. Η Ελλάδα έχει μεταβληθεί σε πεδίο συχνών ιστορικών και κοινωνικών κρίσεων (πόλεμοι, προσφυγιά, εμφυλιακές συγκρούσεις, συλλογική και προσωπική πτώση). Έτσι, δεν δυσκολεύονται να οικειοποιηθούν το σύμβολο του δρολαπιού αλλά και της κατάρρευσης της γέφυρας, ανιστορώντας οικογενειακές και προσωπικές περιπέτειες. Με έχει εντυπωσιάσει το πώς ένα λογοτεχνικό μοτίβο εντάσσεται μυθοπλαστικά στο μυθιστόρημα και στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια των παρουσιάσεων του βιβλίου ή κατά την ανάγνωση του βιβλίου,  διασχίζει τη συνοριακή γραμμή του Μπαχτίν, ανάμεσα στον δημιουργημένο κόσμο/μυθιστόρημα και τον δημιουργό κόσμο/κοινωνία, δίνοντας σχήμα στις αφηγήσεις  και τα αισθήματα των αναγνωστών /τριών.

 

 

  • Μπορεί να ξεπεραστεί μια τραυματική εμπειρία, στην κάθε της έκφανση, όπως αποτυπώνεται στη δράση των συγκεκριμένων βασικών ηρώων; Υπάρχει χώρος για μια  διαδικασία υπαρξιακού εξαγνισμού;

 

Δεν είναι μονόδρομος η απάντηση. Δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη η διαχείριση της τραυματικής εμπειρίας. Συντάσσομαι με την πολυφωνική  διαχείριση της αφήγησης. Θα μπορούσε ο συγγραφέας να λειτουργήσει ως τα πάνθ’ ορά. Να έχει απαντήσεις  για όλους στο μυθιστόρημά του.

Η λογοτεχνία , η τέχνη γενικότερα, κατά την Τζώρτζ Έλιοτ είναι το πιο κοντινό πράγμα στη ζωή[4]. Αυτό της επιτρέπει να δανείζεται ό,τι υπάρχει αλλά ταυτόχρονα η απόσταση που υπάρχει τη διευκολύνει να διαμορφώσει έναν κόσμο δικό της , στον οποίο θα διοχετεύσει την ανθρώπινη εμπειρία , μέσα από μια διαδικασία προσωπικής διήθησης.

Όντως, η τέχνη  , μέσω της εγγύτητας αλλά και της απόστασης από τον δημιουργό κόσμο , μπορεί να λειτουργήσει ως βάλσαμο στην ψυχή των αναγνωστών , καθώς μπορεί να βιώσει αναγνωστικά τα πάθη των ηρώων, να  οικειοποιηθεί τα αδιέξοδά τους και να λάβει μέρος στη διαδικασία απεγκλωβισμού από τα υπαρξιακά αδιέξοδα. Δεν είναι όμως αυτή η εξέλιξη νομοτελειακή.

 

  • Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα συναντάμε ήρωες και από προηγούμενα βιβλία σας, με ποιον τρόπο εξελίσσονται και πώς «εξοικειώνονται» αυτά τα πρόσωπα στο νέο τους λογοτεχνικό περιβάλλον;

 

Θα ήθελα να υπενθυμίσω την απάντησή μου σε προηγούμενη ερώτηση. Εκεί έγινε αναφορά στην εμμονική μου προσήλωση σε μια θεματολογία που επανέρχεται και βαθύνεται κάθε φορά περισσότερο. Επικαλούμαι και πάλι τον Μπαχτίν και την «ιστορική ποιητική» του. Με άλλα λόγια, επαναφέρει την πίστη του στη μυθιστορηματική αφήγηση ως μια αέναη δημιουργία και το πώς κάποια μοτίβα διατρέχουν τον ιστορικό χρόνο, εντασσόμενα σε μεταγενέστερες λογοτεχνικές δημιουργίες.

Στο «Δρολάπι» τα τρία ζευγάρια, λιγότερο ή περισσότερο, προέρχονται  από προηγούμενα μυθιστορήματά μου. Δεν με ενδιέφερε να γράψω διλογία ή τριλογία. Ωστόσο, ήθελα να διερευνήσω τη δυνατότητα των ηρώων να ενταχθούν σε ένα  νέο μυθιστόρημα, υφιστάμενοι/ες αλλαγές που υπαγορεύονται από τον νέο χρονοτόπο. Ουσιαστικά, υπονομεύεται το happy end  και προτείνεται μια πολυφωνική αφηγηματική έκβαση με τους πρωταγωνιστές να υφίστανται τη μετάλλαξή τους και στον αφηγηματικό χρόνο.

 

  • Ποια η σχέση σας με την παράδοση;

 

Δίδαξα λαϊκό πολιτισμό στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης αλλά και στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας, στο Τμήμα Ιστορίας , Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Έχω κάνει πολλές έρευνες κι έχω συγγράψει πάνω από είκοσι βιβλία για τα θέματα του λαϊκού πολιτισμού και της θέσης του στην εποχή μας  είτε με αναβιώσεις είτε με επιβιώσεις. Συνεπώς, θεωρώ την παράδοση ενός λαού-τα τραγούδια του, τις πολιτισμικές πρακτικές, τη γλώσσα, κ.λπ.-ως συστατικό στοιχείο στη διαμόρφωση νεοτερικών μορφών πολιτισμού. Από την απόρριψη, έτσι, διαρρήδην των παραδοσιακών μορφών ως καταλοίπων προβιομηχανικών κοινωνιών, έως και τη δεκαετία του 1980, σταδιακά οι νεότερες γενιές ανακαλύπτουν τις παραδοσιακές μορφές στη μουσική και στη γλώσσα. Στην πρώτη περίπτωση παρατηρήθηκε αναγέννηση της παραδοσιακής  μουσικής, μέσω νέων μουσικών, αποφοίτων μουσικών σχολείων και πανεπιστημιακών τμημάτων Στην περίπτωση της γλώσσας , ιδιαίτερα μετά τη διάδοση της δημιουργικής γραφής, αποτέλεσε αποθετήριο για την άντληση γλωσσικού υλικού από τις  ντοπιολαλιές επιχείρησαν με σκοπό είτε να ανανεώσουν τον γλωσσικό κώδικα είτε να συμφιλιωθούν με την  πολιτισμική τους κληρονομιά.

Η παράδοση, ο λαϊκός πολιτισμός, σε ό,τι με αφορά υπάρχει σε όλες της μορφές του λόγου μου, είτε του λογοτεχνικού είτε του επιστημονικού. Κι αυτό γιατί αποτελεί αποθετήριο , διά του οποίου μπορεί να αναζητηθεί το καινούργιο.

 

  • Σάς γοητεύουν περισσότερο οι απόκοσμοι και μοναχικοί ήρωες ή αυτοί που καταφέρνουν τελικά να ενσωματωθούν πλήρως στον κοινωνικό ιστό;

 

Κατά κανόνα, εκείνοι/ες που διεγείρουν αφηγηματικά το ενδιαφέρον μου είναι οι ήρωες που κινούνται στα κράσπεδα. Πλάθονται από έντονες αντιφάσεις, ενώ η περιπέτεια και η ασέβεια συνιστούν δομικά της προσωπικότητά της. Αντίθετα, όσοι εντάσσονται και συμμορφώνονται με τον κανόνα παρουσιάζουν, για μένα μειωμένο ενδιαφέρον, εκτός κι αν υπάρχουν εσωτερικές πλευρές στην προσωπικότητά τους που αναιρούν την αίσθηση της ακύμαντης επιφάνειας.

 

  • Πώς επιτυγχάνεται η τόσο αριστοτεχνική αληθοφάνεια στα μυθιστορήματά σας;

 

Ευχαριστώ για το σχόλιο. Συνοδοιπορώ με την άποψη όλων εκείνων-θεωρητικών, δοκιμιογράφων και συγγραφέων-, που υποστηρίζουν ότι  η λογοτεχνία στήνει γέφυρες επικοινωνίας με το αναγνωστικό κοινό από τη στιγμή που  μπορεί να βάλει στη θεματολογική της παλέτα ζητήματα που αφορούν τη ζωή των ανθρώπων. Η προσφορά του Μπαρτ είναι πολύ σημαντική στη μελέτη , ωστόσο δεν ταυτίζομαι μαζί του στην απολυτότητα ότι αυτό που υπάρχει στη λογοτεχνία είναι μόνο η γλώσσα και το σύμπαν της. Αντίθετα , συνοδοιπορώ με την Βιρτζίνια Γουλφ ότι η πεζογραφία δεν φτιάχνεται μόνο από ωραίες .λέξεις . Πέρα από το ύφος,  υπάρχουν οι ζωές των ανθρώπων, ό,τι προσδιορίζεται ως περιεχόμενο, σε μια ενιαία αλληλόδραση. Και όλα αυτά οφείλουν να δημιουργούν εικόνες και να εκλύουν αισθήματα και συναισθήματα, τα οποία μπορούν να προσφέρουν ιαματική αφήγηση. Να συνομιλήσει η λογοτεχνία με τους αναγνώστες/στριες για ό,τι απασχολεί τον άνθρωπο, χωρίς να δικαιώσει τους φόβους του Κούντερα: «Τρέμω τους καθηγητές που βλέπουν την τέχνη σαν παράγωγο φιλοσοφικών και θεωρητικών ρευμάτων;»[5]

 

  • Το «δρολάπι» τελικά απεικονίζει απαισιόδοξες ή ευοίωνες κοινωνικές καταστάσεις;

 

Δυσκολεύομαι να θέσω το λογοτεχνικό έργο, γενικότερα, ενώπιον διλημμάτων. Δεν είναι αυτός ο στόχος. Η ανάγνωση είναι πολύ προσωπική και μοναχική διαδικασία, κατά την οποία οι αναγνώστες/στριες οικειοποιούνται το μυθιστόρημα με τον δικό τους τρόπο που εξαρτάται από πολλούς παράγοντες.

Η λογοτεχνία θέτει ερωτήματα και υποθέσεις. Δεν προτείνει βεβαιότητες.  Οι ήρωες /ίδες  κάνουν τις δικές τους επιλογές και οι αναγνώστες αξιολογούν την έκβαση με βάση τη δική τους οπτική. «Ο μυθιστορηματικός συλλογισμός δηλαδή είναι εκ φύσεως ερωτηματικός, υποθετικός», σχολιάζει ο Κούντερα.

 

  • Ποια τα επόμενα λογοτεχνικά σας σχέδια;

 

Πάντα υπάρχουν σχέδια, ιδέες , θέματα. Ωστόσο, δεν βιάζομαι , δεν αγχώνομαι ώστε να γίνει αμέσως η επόμενη έκδοση. Μου αρέσει να απολαμβάνω το ταξίδι με κάθε βιβλίο μου. Αυτό κάνω και τώρα, ενώ παράλληλα καταγράφω σκέψεις για το μέλλον.

Να μου επιτρέψετε, ολοκληρώνοντας την επικοινωνία μας, να σας ευχαριστήσω, κύριε Κοψάρη.  οι ερωτήσεις ήταν καίριες, γεγονός που αποδεικνύει τη στενή αναγνωστική σχέση σας με το «Δρολάπι». Ακόμη, ευχαριστίες θερμές στο «Περί ου» και την κυρία  Παμπούδη. Ο λογοτεχνικός της ιστότοπος είναι ένας τόπος συνάντησης απόψεων και αγωνιών για το μέλλον της λογοτεχνίας. Εύχομαι σε όλους σας υγεία και το «Περί ου» να συνεχίσει την παρέμβασή του στο λογοτεχνικό πεδίο.

 

 

 

Βιογραφικό Σημείωμα

 

Γεννήθηκε στην Πρέβεζα, με καταγωγή από το Συρράκο. Ακόμη, θεωρεί πατρίδες του όλους τους τόπους , στους οποίους υπηρέτησε τόσο ως φιλόλογος καθηγητής (Πρέσπα, Φλώρινα, Καστοριά, Λευκάδα, Βόνιτσα, Καναλλάκι) όσο και  ως πανεπιστημιακός δάσκαλος (Αλεξανδρούπολη, Κομοτηνή, Ξάνθη, Βόλος, Καρδίτσα, Λάρισα)  αλλά και ως  διοργανωτής  του Θερινού Σχολείου Τζουμέρκων και Νοτιοανατολικής Πίνδου (Κέδρος Καταρράκτη Τζουμέρκων, Γέφυρα Πλάκας,  Συρράκο, Άγραφα, Δυτική Φθιώτιδα). Είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με είκοσι μία (21) επιστημονικές μελέτες, ενώ έχει επιμεληθεί 25 τόμους πρακτικών επιστημονικών συνεδρίων. Είναι παντρεμένος με τη φιλόλογο Φωτεινή Λεοντάρη.

Έχει εκδώσει τα λογοτεχνικά βιβλία:

  1. Το βλέμμα στον τοίχο με τη μαντανία, συλλογή διηγημάτων. Εκδόσεις    Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα
  2. Ο δικός μου Θεός, μυθιστόρημα. Εκδόσεις Ταξιδευτής, Αθήνα 2004.
  3. Η κίτρινη ομπρέλα, μυθιστόρημα. Εκδόσεις  Μεταίχμιο, Αθήνα  2007 (ήταν στη μικρή λίστα του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ για το βραβείο μυθιστορήματος 2008).
  4. Η Σκιά της Μίκας, μυθιστόρημα. Εκδόσεις Ταξιδευτής , Αθήνα
  5. Οι τελευταίες πεντάρες, μυθιστόρημα. Εκδόσεις  Ταξιδευτής, Αθήνα
  6. Οδός Οφθαλμιατρείου, μυθιστόρημα. Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2019. (Βραβείο ελληνικού μυθιστορήματος από το The Athens Prize for Literature 2020. ήταν στην μικρή λίστα των βραβείων του Public 2020, στην κατηγορία «ελληνικό μυθιστόρημα»). Ακόμη, η ΟΔΟΣ είναι στα 9 μυθιστορήματα που προτείνονται από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Υπουργείου Παιδείας για τη διδασκαλία της Λογοτεχνίας στο πρόγραμμα των Λυκείων.
  7. Δρολάπι, μυθιστόρημα. Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2023

 

Πέρα από αυτά, έχει δημοσιεύσει διηγήματα σε α. περιοδικά: ΙΑΜΒΟΣ (Είμαι Η Παπαλίνα, η γόησσα του Αμβρακικού), Μανδραγόρας(Η καμπάνα, Η ταράτσα, Ένα αταίριαστο ζευγάρι, Η Saab, Η Τέτα) , Περιοδικό Κ εφ. Η Καθημερινή (Ελπίδααααα!!!Βοήθειααααα!), Εντευκτήριο (Διαβαίνω αγιάτρευτος μες το όνειρό μου), Παρέμβαση (Παραμονή του Ζίζεκ),  Ηλεκτρονικό περιοδικό “ Ο αναγνώστης” (Η γλώσσα των δέντρων), περιοδικό culturebook.gr (Ιχνηλάτηση, Η κυρά Δομνίτσα, Η ζιάκα). β. σε συλλογικούς τόμους (α.Ο Θαλής. Στον τόμο Α. Λυδάκη (επιμ.),  Ο άνθρωπος και τα άλλα ζώα. Εκδόσεις  Παπαζήσης, Αθήνα 2018, σσ.2009-13. β. Ο πέτακας της Λένως Μπότσαρη Στον συλλογικό τόμο Συνομιλίες με τα πρόσωπα του 1821. 21 συγγραφείς για το ’21. Διηγήματα και αφηγήματα, επιμ. Αλεξία Καλογεροπούλου. Εκδόσεις 24 Γράμματα 2021, σσ.42-57. γ. Η αλλαξιέρα της Κυανής Ακτής. Στο αφιέρωμα Έμυ Ντούρου( επιμ.), Τα μυστικά της αμμουδιάς. Επτά Έλληνες συγγραφείς γράφουν, Εφ. Documento/ Docville, 13 Αυγούστου 2022. δ. Το πλατύφυλλο χαμόγελο. Ημερολόγιο 2023. 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου .Με κείμενα μελών του PEN Greece. Εκδόσεις Αγγελάκη/Pen Greece, Αθήνα 2022.

Γράφει εβδομαδιαίο χρονογράφημα στην Εφημερίδα των Συντακτών και διατηρεί τη στήλη «Εξ ημισείας» στο λογοτεχνικό περιοδικό culturebook.gr, Επίσης συνεργάστηκε με το περιοδικό Νέα Εστία (2001) για την επιμέλεια αφιερώματος στον ποιητή και πεζογράφο Κώστα Κρυστάλλη. Ακόμη,  δημοσιεύει κριτικές παρουσιάσεις βιβλίων στα περιοδικά Νέα Εστία  Μανδραγόρας, Παρέμβαση, Το Κοράλλι, Νέα Ευθύνη oanagnostis.gr, bookpress, fractalart.gr, χάρτης,  vakxikon.gr, diastixo.gr,  periou.gr και το ένθετο ΝΗΣΙΔΕΣ της Εφημερίδας των Συντακτών.

 

 

 

[1] Μπαχτίν Μιχαήλ, Μορφές του χρόνου και του χρονοτόπου στο μυθιστόρημα. Δοκιμές για μια ιστορική ποιητική, μτφρ. Πινακούλιας. Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2022, σελ. 290.

 

[2] Μίλαν Κούντερα , Η τέχνη του Μυθιστορήματος .Δοκίμιο, μτφρ. Γιάννης Η. Χάρης.Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, Αθήνα 2023, σελ. 48-49..
[3] Γιάννης Κιουρτσάκης , «Εισαγωγή. Όταν ο διάλογος με το μυθιστόρημα γίνεται μαθητεία ελευθερίας», στο Μπαχτίν Μιχαήλ , ό.π., σελ. x.
[4] Δάνειο από Τζέημς Γουντ, Πώς δουλεύει η λογοτεχνία,  μτφρ Κώστας Σπαθαράκης. Αντίποδες, Αθήνα 2023, σελ. 16..
[5] Κούντερα, ό.π., σελ. 45.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.