Ντ. Χ. Λώρενς, έξι ποιήματα, μτφρ Έφη Φρυδά
Επέλεξα να σας παρουσιάσω την ποιητική πλευρά του Ντ. Χ. Λώρενς, μια πλευρά που δεν είναι τόσο γνωστή όσο αυτή του μυθιστοριογράφου. Πρόκειται για έξι μικρά ποιήματα με θεματική από…
Επέλεξα να σας παρουσιάσω την ποιητική πλευρά του Ντ. Χ. Λώρενς, μια πλευρά που δεν είναι τόσο γνωστή όσο αυτή του μυθιστοριογράφου. Πρόκειται για έξι μικρά ποιήματα με θεματική από…
Το έργο αναπτύσσεται σε επτά ενότητες. Ένας ώριμος στην ηλικία αφηγητής ανακεφαλαιώνει τη ζωή του. Δικηγόρος κοντά στον μεγαλοδικηγόρο ευεργέτη του, ζει την πληκτική ζωή της πόλης και αναπολεί την εφηβική…
Μια και η ημέρα το απαιτεί ας κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα στη θάλασσα, όπως τη βλέπουμε στην Ποίηση. Τη θάλασσα που γοητεύει, προκαλεί και θέλγει τους κοινούς θνητούς, εμπνέει ζωγράφους,…
ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ Φυσάει στη θάλασσα σήμερα, φυσάει σκοτάδι εκτυφλωτικό κι οι ανοιχτοί ορίζοντες φέρνουν σπιθίζοντα φύλλα και πουλιά. Σπείρες τα σύννεφα τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες προς το δικό τους κέντρο.…
IN MEMORIAM Μου στερέψανε την πηγή, για να ξεχάσω τη δροσιά. Μου κάψανε τις συστάδες των πεύκων, για να μη συνομιλώ με τον άνεμο. Μου μολύνουν τη θάλασσα και δε…
ΕΓΩ ΦΕΥΓΩ ΜΕΝΕΙ Ο ΚΗΠΟΣ ΜΟΥ Με τον τρόπο του Carlos Castaneda Έρχεσαι και χορεύεις στη θανή σου σε τούτη την ακτή στο τέλος της μέρας. Καθώς…
Ο Περιδάκης, σπάνια παραφθορά ονόματος (ίσως Περικλάκης), ήταν ένας πολύ ήσυχος άνθρωπος. Είχε τρία παιδιά, ένα από τον πρώτο γάμο και δύο από το δεύτερο. Σύζυγο δεν είχε, από κάποια…
«Μια ζαριά – μουρμούρισε – ποτέ δεν θα καταργήσει το τυχαίο» και συνέχισε να περπατά ανάμεσα σε άγρια χόρτα, σε εγκαταλελειμμένους κήπους ευκλείδειας γεωμέτρησης· όλα στον τόπο αυτό ήταν τρίγωνα, μικρά τρίγωνα, μικρότερα…
Η ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ ΤΟΥ HERBERT LIST Έτσι όπως κοιτάζω το περίγραμμά σου Να ραγίζει από επιθυμία Θυμάμαι τα σώματά μας πάνω σε ιδανικά παραπτώματα Αναλογίζομαι την απόγνωση της μελλοντικής απουσίας…
Ίσως η θάλασσα Μεταξύ κενού και καινού μια ανυπόταχτη πολιτεία κατοικημένη από μυστικές παραστάσεις παραπέρα τίποτα ίσως η θάλασσα κι ένα άσπρο φουστάνι ξυπόλητο στα πέτρινα δρομάκια, στην άκρη γνώριμων…
«Λάλησε, πάει λάλησε». «Βικέντη, σύνελθε. Δε γίνονται αυτά», έκανε ο πλοιοκτήτης. Τέσσερεις κυβερνήτες του ‘φυγαν. Χωρίς να ζητήσουν καμιά αποζημίωση. Το ‘βαλαν στα πόδια μόλις πάτησαν στεριά, κοιτώντας πίσω τους…
Στάθηκε στην άκρη του βράχου κι αγνάντεψε τη θάλασσα. Δροσερή την ένιωθε, ρίγησε κι αυτός μαζί με την επιφάνειά της, γαλαζομέλανη, σε κάποια σημεία βαθυπράσινη, τι βάθος να’ χε άραγε…