Η μελαγχολία της νίκης
Έχουμε επισημάνει, κατά το παρελθόν, πως ένα επιπλέον από τα μεγάλα ελλείμματα της καθ’ ημάς βιβλιογραφικής παραγωγής αποτελούν και τα βιβλία που αφορούν το ποδόσφαιρο. Είτε δοκιμιακά είτε λογοτεχνικά. Γεγονός που παραμένει ένα αίνιγμα – καίτοι ερμηνευμένο – ύστερα από την πάλαι απρόσμενη επιτυχία της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Ελλάδας σε εκείνο το Euro αλλά και την λαοφιλία του αθλήματος στην χώρα μας. Έτσι, αποτελεί χαράς ευαγγέλια για τον γράφοντα η ανακάλυψη, έστω και με κάποια καθυστέρηση, του βιβλίου του Άγγελου Χαριάτη «Ο κύριος Χί», από τις εκδ. 24 γράμματα. Για πολλούς λόγους…
Ο Χαριάτης είναι ένας δόκιμος συγγραφέας. Μαζί με το τελευταίο του μυθιστόρημα «Η σκιά του πατέρα» (εκδ. 24 γράμματα, Αθήνα 2022) και το προηγούμενο, που μας αφορά εδώ, «Ο κύριος Χί», έχουν εκδοθεί επτά μυθιστορήματα, δύο ατομικές συλλογές διηγημάτων ενώ μετρά και οκτώ συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους διηγημάτων. Εξαιτίας των μυθιστορημάτων του συγγραφέα ανακαλύπτουμε μια ροπή προς το αστυνομικό αφήγημα, γεγονός που το βρίσκουμε με ακόμα μεγαλύτερη χαρά και στο παρόν βιβλίο. Διότι «Ο κύριος Χί» πατάει με το ένα πόδι στην αστυνομική λογοτεχνία και με το άλλο στην αθλητική. Αν, δε, μπείτε στον κόπο και προσπαθήσετε να καταμετρήσετε στην ελληνική λογοτεχνική βιβλιογραφία την αυτή θεματολογία δεν θα ξεπεράσετε τα δάκτυλα του ενός χεριού!
Κι ενώ η πλειονότητα των κριτικών που έχουν γραφεί για αυτό το βιβλίο εμμένει, κατά το πλέον, στο αστυνομικό κομμάτι του, εμείς θα το πιάσουμε από την παραγνωρισμένη του μεριά, από το αθλητικό. Αφενός γιατί και ο συγγραφέας ως γνήσιο τέκνο του Πειραιά είναι και οπαδός της ομάδας του Ολυμπιακού και αφετέρου γιατί κάπου εκεί εντοπίζουμε και εκείνη την συγγραφική σπίθα που λαμπαδιάζει κατά περιστάσεις και οδηγεί τους συγγραφείς να γράψουν για κάτι που πραγματικά το αγαπούν και τους «ιντριγκάρει».
Το στόρι έχει περίπου ως εξής: Η ομάδα του Ολυμπιακού «πηγαίνει τρένο» για την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Με δεμένη ομάδα, ταλαντούχους παίκτες, χαλκέντερο προπονητή – πάλαι ίνδαλμα της ομάδας, πρόεδρο στο πλευρό τους για ό,τι χρειαστεί και φανατικούς οπαδούς να την ακολουθούν. Κι ενώ φαίνεται ξεκάθαρα για το ποιος θα είναι και αυτή την χρονιά ο πρωταθλητής μέχρι τις τελευταίες αγωνιστικές, η ομάδα αρχίζει να γκελάρει από φαινομενικά στην αρχή τυχαία γεγονότα μεμονωμένων παικτών της. Την διαλεύκανση της υπόθεσης αναλαμβάνει ο Άλκης Μπαμπαλής ύστερα από απευθείας ανάθεση του προέδρου της ομάδας. Ο Μπαμπαλής είναι ιδιωτικός ερευνητής, που κινείται στα πρότυπα της παραδεδομένης και κλασσικής νουάρ αστυνομικής λογοτεχνίας φερμένης στα καθ’ ημάς, αίφνης συχνάζει σε εναπομείναντα παρακμιακά στέκια της παλιάς Τρούμπας, κινείται στα όρια του αλκοολισμού, πάλαι αστυνομικός της ασφάλειας εκδιωγμένος ύστερα από ένα γεγονός που αναδεικνύει τις αρχές του ατομικού κώδικα ηθικής του, καλείται να λύσει ένα μυστήριο που απειλεί αφενός την πρωτιά της ομάδας αλλά και την ζωή μαζί με την καριέρα ποδοσφαιριστών αυτής. Στους ήρωες του βιβλίου προστίθεται ο χαμένος στις προσωπικές του αγκυλώσεις δημοσιογράφος της ομάδας Σωτήρης Παπατριανταφύλλου, που καίτοι λειτουργεί υπό την πίεση των γεγονότων και αντιδρά σπασμωδικά σε διάφορες περιπτώσεις, στο τέλος κάνει αυτό που θα λέγαμε «το σωστό», με κάποιο ατομικό κόστος, προκειμένου να διαλευκανθεί η υπόθεση και να λυθεί, έστω εν μέρει, υπό το βάρος της απειλής ζωών. Επιπλέον, ο Βλαδίμηρος, εξαιρετική προσωπικότητα του περιθωρίου, ιδιοκτήτης γραφείου παράνομου στοιχήματος στην καρδιά της Αθήνας κυριολεκτικά, Έλλην εκ του σιδηρούν παραπετάσματος, ξεσκολισμένος στην παρανομία και την απόκρυψη, που όμως συμβάλει στην τελική διαλεύκανση των γεγονότων με τον δικό του τρόπο και τέλος φυσικά ο κύριος Χί. Ο ιθύνων νους της όλης πλεκτάνης, που σέρνει πίσω του πτώματα παρεπιδημούντων τη Ιερουσαλήμ, απόκληρων επαιτών, πρεζάκηδων και ανωμάλων, χρησιμοποιώντας τους ως εργαλεία για τον σκοπό του.
Πολλές εθνολογικές και ανθρωπολογικές αναγωγές μπορούν να γίνουν μέσα από το βιβλίο του Χαριάτη, που αφορούν την σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, μέσα από τους τομείς που κινείται με αυτό. Αυτές αποτελούν και την ιδιαιτερότητα του κάνοντας το να ξεχωρίζει, ακριβώς σε αυτούς τους τομείς. Και εξηγούμαι…
Η πλεκτάνη που στήνεται από τον κύριο Χί, συνοδευόμενη από σωρεία εγκλημάτων, προκειμένου να αποτύχει ο Ολυμπιακός εν προκειμένω να στεφθεί πρωταθλητής δεν πετυχαίνει. Ακόμα κι αν από πίσω της, μέσα σε όλα, παίζονται και μεγάλα χρηματικά ποσά μέσω παράνομου ή και νόμιμου στοιχήματος. Άρα το όλο σκηνικό δεν φαίνεται να υπακούει στο χρήμα ως κίνητρο για να ευοδωθεί. Δηλαδή το «όλα γίνονται για το Στοίχημα» δεν ισχύει – κάτι που το έχουμε δει να συμβαίνει σε άλλα βιβλία παρόμοιου τύπου. Αντίθετα, κάτι άλλο κρύβεται πέραν των χρημάτων και μάλλον υπακούει σε κώδικα τιμής και ηθικής. Χωρίς στο τέλος να αποκαλύπτεται πλήρως η ταυτότητα του κύριου Χί – μόνο υπονοούμενα αφήνει ο συγγραφέας σοφά να αιωρούνται – και ενώ το «κακό» έχει αποσοβηθεί, αυτό που μένει είναι η πλήρης κατάλυση του διαμέσου της επικράτησης της καθεστηκυίας τάξης. Ήτοι του καλού! Κάπως έτσι εκπληρούται και το αστυνομικό δίπολο. Και επιπλέον, το σημαντικότερο, το άθλημα, δηλαδή το ποδόσφαιρο, βγαίνει αλώβητο από τα πολύ χοντρά, βρώμικα και διεφθαρμένα στοιχεία του και επανέρχεται σε μια καθαρότητα και θέση που του αξίζει. ΄
Αυτό που περιγράφει γλαφυρότατα ο Χαριάτης και που καταδεικνύεται μέσα στο βιβλίο του είναι εκείνο που κυρίως έχουμε νοιώσει όλοι όσοι ασχολούμαστε με το ελληνικό ποδόσφαιρο. Αυτή την απροσμέτρητη μελαγχολία που αίφνης δεν καταλαβαίνουμε πόθεν προκύπτει, τοποθετώντας την είτε στην ήττα της ομάδας είτε στην τελική επικράτηση της, εφόσον αισθανόμαστε την συνεχόμενη παρουσία της ακόμα και μετά από αυτήν την τελική νίκη. Και που αποδίδεται τότε αυτή ερμηνευόμενη; Στην υπάρχουσα πραγματικότητα, που όμως το όριο της φτάνει μέχρι την ιδιότυπη ελληνική ατομικότητα. Όπως στο τέλος αποκαθίστανται όλοι και όλα, ήτοι το τυπικό τελετουργικό που συμπορεύεται δίπλα στο εσχατολογικό παρατιθέμενο, έτσι και τα πράγματα θα παραμείνουν ως έχουν, εφόσον έχουν αποσοβηθεί οι κίνδυνοι της ανθρώπινης ζωής… Περιμένοντας ίσως πάλι έναν Άλκη Μπαμπαλή να βγει από τις υπόγες κάποιας άλλης Τρούμπας να δώσει λύση.