κατοικούσα με τις αράχνες και τους σκορπιούς
σε βάραθρο μέσα και σπήλαιο κατοικούσα γαίης
μόνος
σταλαγμός
οι άλλοι δεν ήξεραν τίποτα
και τα παιδιά στις καφετέριες
συζητούσαν για ποδόσφαιρο και σερπαντίνες
κι έβλεπα
έβλεπα Διογένης
τα πουλιά στις Πλάτρες
λέξεις μυρήκαζα
πώς να τον πούμ‘
σώματα λυγρά ανέσπερα
ανεσπέρου εν βαράθρω βιωτής
και ζητούσα
παρέκει η έξοδος ΔΕΛΦΟΙ
κι έκανα τον σταυρό σατυρό μου
σύ Αγαμέμνων κοιμήθηκες ποτέ
σε τούτα εν Γλά τα μέλαθρα
ένθα κι οι αποχετεύσεις λουτρῶν
οἷς ἐνοσφίσθης *
καμαρούλα δύο επί τρία pater
κι είδες όνειρο να σε ρωτά·
– ποιητής;
ὦ Περσέφασσα γαία *
* Αισχύλος, Χοηφόροι (στ. 490-1)
20.1.024, Θοδωρής Σαμαράς