You are currently viewing Βάλτερ Πούχνερ: Δέσποινα Καταϊτζή-Χουλιούμη – Πατρίδα σε αρχαϊκό μεγαλείο

Βάλτερ Πούχνερ: Δέσποινα Καταϊτζή-Χουλιούμη – Πατρίδα σε αρχαϊκό μεγαλείο

Μια αντίστροφη αναδρομή στο ποιητικό έργο της Δέσποινας Καταϊτζή-Χουλιούμη

 

Η σπουδαγμένη στη Σουηδία ψυχολόγος, ψυχαναλυτική ψυψοθεραπεύτρια Δέσποινα Καταϊτζή-Χουλιούμη είναι εδώ και μερικά χρόνια ευρύτερα αναγνωρισμένη ποιήτρια και μεταφράστρια της σουηδικής ποίησης κατευθείαν από τα σουηδικά. Παραπέμπω μόνο στο αφιέρωμα του Φ. Δελιόπουλου (επιμ.), “Της ψυχής νοσταλγός. Η ποιήτρια Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη”, Καρυοθραύστις 12/13 (Νοέμβριος 2022), σσ. 221-310, που περιέχει τα εξής άρθρα: Γ. Δελιόπουλος, Δ. Κ.-Χ., Η άνθρωπος, η επιστήμονας, η ποιήτρια (224-231), Χρ. Ι. Αργυροπούλου, Αφιέρωμα στην Δ. Κ.-Χ. ( 232-251), Δ. Δημητριάδου, Ο άνθρωπος και ο τόπος. Ρίζες και περιπλανήσεις στο έργο της Δ. Κ.-Χ. (252-260), Ι. Μάλαμα, Ο δρόμος της ζωής μέσα από το μονοπάτι των συναισθημάτων (261-271), Κ. Β. Μπούρας, Η μεταφράστρια Δ. Κ.-Χ. (272-290), Ingemar Rhedin, Γλυκόπικρα μειδιάματα απορούν. Η ποίηση και οι μεταφράσεις της Δ. Κ.-Χ. (291-296), Ζωή Σαμαρά, Λέξεις πρόσφυγες φυγάδες (297-301), Λ. Τσούβα, Ο τόπος εντός μας (302-304), Παν. Χατζημωυσιάδης, Η ποίηση μέσα μας 305-310. Υπάρχει και πλήθος από περιστασιακά άρθρα για συγκεκριμένες ποιητικές συλλογές, με αποκορύφωμα βέβαια το Με λένε Εύα (2023), που τράβηξε περισσότερο την προσοχή και είχε μια καθολική απήχηση.

 

Στο προκείμενο άρθρο θα επιχειρήσω μια ανάστροφη αναδρομή στην ποίηση της συγγραφέως, ξεκινώντας από το εμβληματικό αυτό έργο, που γρήγορα αναγνωρίστηκε ως τέτοιο, και πηγαίνοντας πίσω στις αρχές και διαφωτίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις καταβολές της ιδιότυπης ποιητικής αυτής σταδιοδρομίας, που φαίνεται πως ξεκίνησε από τις επιστήμες της ανθρωπογνωσίας και τη διαχείριση των τραυματικών συναισθημάτων της προσφυγιάς, της μετανάστευσης και του κοινωνικού αποκλεισμού λόγω ένδειας. Η οικογένεια της είναι ποντιακής καταγωγής και 19χρονη αναγκάστηκε η Δέσποινα να μεταναστεύσει στη μακρινή Σουηδία για να μπορέσει να σπουδάσει. Στη σκανδιναβική αυτή χώρα, τότε πρότυπο δημοκρατικού κράτους πρόνοιας, όχι μόνο ολοκλήρωσε τις σπουδές της κι έμαθε βέβαια σουηδικά, αλλά εργαζόταν σε κρατική κλινική ως ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια και ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για τα ψυχικά τραύματα των μεταναστών και  των προσφύγων και των παιδιών τους. Έμεινε τελικά 16 χρόνια πριν γυρίσει στην ελληνική επαρχία, για να προσφέρει εκεί τις πολύτιμες υπηρεσίες της. Οι μεταφράσεις της από [του] τα σουηδικά είναι μοναδικές στην Ελλάδα.

 

Ξεκινώντας από την τελευταία της ποιητική συλλογή Με λένε Εύα (2023) θα περιοριστώ στο να παραθέσω το περιεκτικό κείμενο  “Ένα σημείωμα”, όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Θευθ της 18 Δεκεμβρίου 2023, προσθέτοντας απλώς τους τίτλους των επιμέρους κεφαλαίων.

 

“Διάβασα το βιβλίο Με λένε Εύα της Δέσποινας Καϊτατζή-Χουλιούμη, ποιητική συλλογή, που εξέδωσε ο Μανδραγόρας το 2023, τελευταίο έργο της γνωστής ποιήτριας, συγγραφέως, μεταφράστριας (κυρίως από τα σουηδικά) και κλινικής ψυχολόγου, και αισθάνομαι την ανάγκη να πω δύο λόγια για το έργο αυτό. Μετά την αναλυτική παρουσίαση της δομής του συνθέματος και του περιεχομένου της συλλογής από την Χριστίνα Ι. Αργυροπούλου (Περί ου, 9 Σεπτεμβρίου 2023) απαλλάσσομαι μάλλον από το περιγραφικό μέρος και θα σταθώ στις προσωπικές εντυπώσεις.

Μου άρεσε πολύ, για την πανοραμική γνωσιολογική προσέγγιση, που ενώνει πολλές πτυχές του επιστητού, από την κοσμογονία ώς την ψυχανάλυση, από το βιβλικό μεγαλείο της Παλαιάς Διαθήκης ώς τα τετριμμένα κοινωνικά και ιστορικά στερεότυπα του φύλου, από την τεχνητή νοημοσύνη ώς τις τεχνικές της αυτοανάλυσης, από την αρχετυπική μεταφυσική των μυθολογιών ώς τον μυητικό χαρακτήρα όλων των λογοτεχνιών· για τα τόσα πραγματολογικά στοιχεία από το ζωικό βασίλειο και από της ανθρώπινης ψυχής την αχανή χώρα.

 

Μου άρεσε η επεξεργασμένη διάρθρωση και δομή του βιβλίου, που δίνει τον ειρμό στα επιμέρους ποιήματα, ο ουσιαστικός οντολογικός φεμινισμός που ξεπερνά κατά πολύ τον συμβατικό κοινωνικό, ο πλούτος της γλωσσικής και στιλιστικής έκφρασης, η ποικιλία στον χειρισμό του στίχου, το ευρηματικό λεξιλόγιο, η φιλοσοφική ενατένιση του συνόλου της ύπαρξης, ακόμα και το αυγό της αρχής και το ανάποδο του τέλους, η σύζευξη του οικουμενικού με το προσωπικό, το πάντρεμα της στοχαστικής και φιλοσοφικής διάθεσης με τον ομολογητικό οίστρο, αλλά και πολλά άλλα.

 

Ως προς την τεχνοτροπία, πρόσεξα ιδιαιτέρως και την έντεχνη χρήση της επανάληψης ως μέσον κλιμάκωσης, που αποκτά σε ορισμένα κείμενα έναν καθαρά τελετουργικό χαρακτήρα. Η συγγραφέας εκμεταλλεύεται με λελογισμένο τρόπο και συνηχήσεις και ομοηχίες, όπου συζευγνύονται έννοιες και καταστάσεις τελείως διαφορετικές σε ένα ηχητικό και ποιητικό σύνολο, αποδίδοντας με αυτόν τον τρόπο εννοιολογικές αποχρώσεις και διαστάσεις σε σημασιολογικά δεδομένες λέξεις.

 

Νομίζω, το βιβλιαράκι αυτό αξίζει ιδιαίτερη προσοχή, γιατί εξέχει σαν νησίδα στο πέλαγος της ποιητικής παραγωγής που κατακλύζει τη χώρα στο νέο αιώνα”.

 

Παραθέτω τους τίτλους των ποιημάτων: τι είμαι, έρχομαι, [Γαία], φωνή Ι, με λένε Εύα, Αδάμ ή ο Κανένας, Λίλιθ η όφις ή Λιβιδώ, ο Καιν στον καναπέ, είμαι η Αφροδίτη του Χόλα Φελς, είμαι ο ιερός φαλλός, αντιφώνηση Ι, φωνή ΙΙ, φουρκισμένη Αφροδίτη, όταν διετέλεσα όμηρος, “τώρα είμαι η Μήδεια”, παραπαίω άλυτο οιδιπόδειο, μεταμορφώνομαι σύνδρομο της Περσεφόνης, καταβυθίζομαι στην οδύσσεια της Ποίησης, αντιφώνηση ΙΙ, φωνή ΙΙΙ, μετασχηματίζομαι εικασία, γίνομαι θεία κωμωδία, όταν με έριξαν σε πυρά μισαλλοδοξίας, η ιδιότυπη μοναξιά του Τζορντάνο Μπρούνο, φλέγομαι στο σώμα της Ιλδεγάρδης, με είπαν “Homo Universalis”, αντιφώνηση ΙΙΙ, φωνή IV, αιώνες τώρα Αριάγνη ψάχνω τον μίτο, Ο Λυκάνθρωπος ήμουν εγώ, το μανιτάρι της Χιροσίμα, Angelus Novus, κουρασμένη Καρυάτιδα, τα όνειρα δείχνουν, αντιφώνηση IV, φωνή V, Artificial intelligence, η Νάρκισσος, ο Νάρκισσος, ανδροειδής, Σίσυφος ανδρόγυνος, αντιφώνηση V, αναζωπύρωση, γαλάζιο (που είναι το αντεστραμμένο “αυγό” του πρώτου ποιήματος). Ο αρχετυπικός πρωτεϊκός πλούτος των θεμάτων εκτείνεται σχεδόν σε όλο το επιστητό, το εμπράγματο και το μυθολογικό. Η εν μέρει εξπρεσιονιστική γραφή διαθέτει πολλές υφολογικές αποχρώσεις και τεχνικές καθώς και ένα ασυνήθιστα πλούσιο λεξιλόγιο. Αυτό το βιβλίο μάλλον θα βρει μόνιμη θέση στις μελλοντικές ιστορίες της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όταν μιλούν για τον 21ο αιώνα.

 

Ο τόπος μέσα μας (2020) 50 ολιγοσέλιδα πεζογραφήματα. Το βιβλίο είναι κομβικής σημασίας για την κατανόηση της πορείας της Δέσποινας. Από ιστορική άποψη αυτό το είδος της short story, τουλάχιστον φορμαλιστικά, ανήκει στην παράδοση της ηθογραφίας, αλλά πολύ ανανεωμένης και διαφορετικής: όχι γαλήνια ειδύλλια, γραφικές τοπικές λεπτομέρειες στο πλαίσιο μιας αστικής νοσταλγίας για την αγνή ζωή στο ύπαιθρο, αλλά εικόνες σχεδόν νατουραλιστικής σκληρότητας με μια ψυχολογίζουσα εσωτερικότητα κι εμβάθυνση, σκηνές από τον κόσμο των φτωχών (έως της έσχατης ένδειας), της επαρχίας, των μεταναστών, των προσφύγων, εν μέρει και νευρωτικών, ακόμα και ψυχωτικών ατόμων, απάτριδες με μνήμες από τον τόπο καταγωγής, – μετανάστευση είναι όλη η ζωή κατά την κοσμοθεωρία του Ρομαντισμού. Πρόκειται για στιγμιότυπα ανθρώπων σε κρίσιμες φάσεις της ζωής τους, σκηνές, από όλα τα milieu, με τη χρήση τοπικής διαλέκτου και ιδιωμάτων (ποντιακά, βορειοελλαδικά ιδιώματα, βλάχικα, νοτιοσλαβικά, αρβανίτικα, τουρκικά και σουηδικά στο πρωτότυπο, με μετάφραση σε υποσημειώσεις). Η συγγραφέας προφανώς χρησιμοποιεί υλικό από τον κόσμο της κλινικής ψυχολογίας σε νοσοκομεία και ιδρύματα και της κοινωνικής λειτουργού για μετανάστες και πρόσφυγες με πολλαπλά τραύματα του χωρισμού. Υπάρχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα παιδιά και για το ζωικό βασίλειο (γάτες, σκυλιά). Τα επιμέρους διηγήματα (ή καλύτερα κείμενα) χρησιμοποιούν ένα μεγάλο εύρος αφηγηματικών τεχνικών, πολύ εσωτερικό μονόλογο· το κεντρικό πρόσωπο μερικές φορές είναι μόνο η αρχή συνειρμικών σκέψεων, και η αφήγηση περνάει και σε άλλα πρόσωπα, σε αναμνήσεις και αποτελεί ένα βιογραφικό καλειδοσκόπιο της μεταπολεμικής Ελλάδας.

 

Καλύτερα θα λέγαμε πως πρόκειται για ψυχογραφίες, προσωπικές προφορικές αυτοβιογραφίες, δοσμένες με ψυχολογική ενσυναίσθηση, ένα μωσαϊκό μικρών σκηνών από την καθημερινότητα της φτωχολογιάς μαζί με τον αναστοχασμό των εκάστοτε πρωταγωνιστών για την κατάστασή τους, τα όνειρα τους, τους εφιάλτες τους, τις νευρώσεις τους, τις τεχνικές και στρατηγικές της επιβίωσης. Θεματικά και αφηγηματικά προβάλλεται μια πολύ μεγάλη ποικιλία, σε ζωντανή και συχνά πρωτότυπη αφήγηση μαζί με γενικότερους αναστοχασμούς, δοσμένη με μια φιλανθρωπική συμπάθεια για τα θύματα της ζωής και της ιστορίας. Οι ιστορίες αυτές ξεκινούν με αυτοβιογραφικά θέματα (το ταξίδι προς τη Σουηδία, η δουλειά ως ψυχολόγου εκεί), αλλά γρήγορα εξαπλώνεται σε ένα πολύ ευρύτερο πεδίο, με υλικό από παιδικές αναμνήσεις δικές της αλλά και μελών της οικογένειας, καθώς και πολύ υλικό από περιπτώσεις της δουλειάς της. Εκεί δεσπόζει η αγάπη για τους φτωχούς και αδικημένους, τους ψυχικά τραυματισμένους· περιγράφει σημαντικές στιγμές της ζωής τους ή και καθημερινότητα με στοχαστική υπέρβαση και προβληματισμό, συχνά σε κρίσιμες ψυχολογικά στιγμές, η ζωή των προσφύγων στους καταυλισμούς, μαύροι γυρολόγοι στις παραλίες, ΑΜΕΑ, παιδιά με προβλήματα μάθησης κτλ.

 

Το σύνολο είναι ένα πολύ πλούσιο μωσαϊκό μικρών ολιγοσέλιδων σκηνών, προς το τέλος εμφανίζονται πάλι κάποια πιο αυτοβιογραφικά στοιχεία, και στο τέλος ο γυρισμός στις Σέρρες μετά τη Σουηδία (αναμνήσεις από το σχολείο), θρύμματα και θρύψαλα ολόκληρης εποχής, των τελευταίων δεκαετιών του 20ού αιώνα· βιογραφίες από κλινικές περιπτώσεις, αναμνήσεις, το Zeitgeist της τότε Σουηδίας (σοσιαλδημοκρατία, εύνομο κράτος πρόνοιας, με προγράμματα ένταξης για μετανάστες και πρόσφυγες, κτλ.). Το ότι η συγγραφέας είναι ψυχολόγος, ψυχαναλύτρια και ψυχοθεραπεύτρια, το μαρτυρεί και η εσωτερικότητα της αφήγησης, το ψυχολογικό της βάθος, η παρατηρητικότητα και η ψυχαναλυτική ματιά.

 

Μόνο ειδολογικά σχετίζεται ίσως ιστορικά με το ηθογραφικό κίνημα, ως ηθογραφία βάθους με δυστοπική θεματολογία, από τις παρυφές της κοινωνίας, που αποτελούν αγάλι αγάλι το κέντρο της, αναλύονται τα επιμέρους κοινωνικά δεδομένα και η εσωτερική ζωή του ατόμου, η διαλεκτική κοινωνίας – ψυχής, τα πολλαπλά τραύματα· πρωταγωνιστές είναι συχνά μεγάλοι και ανήμποροι άνθρωποι, ΑΜΕΑ, προβληματικά παιδιά,  έντονα προβάλλεται η βόρεια Ελλάδα: ένα puzzle από εθνότητες, γλώσσες και πολιτισμούς, η συγγραφέας προσέχει τη διαφύλαξη της γλωσσικής ιδιαιτερότητας.

Ως σημείο ενδεχόμενης κριτικής θα μπορούσε να αναφέρει κανείς, αλλά αυτό είναι προσωπική μου εντύπωση, πως οι ιστορίες αυτές είναι παρά πολλές, και ίσως κάποιος περιορισμός θα είχε το ίδιο εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Αλλά τότε θα παράβλεπα τα ψυχολογικά κίνητρα της συγγραφής, που έγκεινται στην προσωπική επαφή με όλες τις περιπτώσεις αυτές και το ψυχικό αντίκρισμα στην αναπόφευκτη συναισθηματική “αναμετάθεση” στη σχέση του αναλυτή με τον “άρρωστό” του. Με την έννοια αυτή ο τόμος είναι έργο και προϊόν της αυτοανάλυσης της συγγραφέως, όπως συμβαίνει άλλωστε συχνά στη λογοτεχνία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε ένα  περίπλοκο μωσαϊκό ψηφίδων με συνειρμική σύνδεση, από κλινικές περιπτώσεις που αναδεικνύουν την κρυφή άσχημη πλευρά της Ενωμένης Ευρώπης (ένδεια, ψυχολογική κρίση, μετανάστευση, άσυλο, πρόσφυγες), που αντιμετωπίζεται με φιλελεύθερη ματιά (μιας ψυχολόγου στην προηγμένη στα κοινωνικά θέματα Σουηδία), και ταυτόχρονα, και πριν και μετά τη Σουηδία αντιμετωπίζει  τα “καθυστερημένα” κοινωνικά στρώματα της υπανάπτυκτης ελληνικής επαρχίας, που σιγά σιγά έχει εγκαταλείψει τον παραδοσιακό βίο στις κοινότητες με τις καθιερωμένες αξίες και συμπεριφορές τους. Έτσι το όλο έργο μπορεί να αντιμετωπισθεί και ως κείμενο αυτοανάλυσης της συγγραφέως και των προσώπων της αφήγησης· τα διδάγματα στο τέλος κάθε ιστορίας αναφέρονται συχνά ήδη στον τίτλο. Αυτό όμως δεν μειώνει σε τίποτε την αφηγηματολογική μαεστρία των ιστοριών αυτών.

 

 

Όλα σιγούν εκκωφαντικά ηχούν ακατάληπτα (2020) συλλογή με 55 ποιήματα, δυστοπικά με συχνά καταγγελτικό λόγο, πού και πού εμφανίζονται και τα ποντιακά. Εδώ εμφανίζεται ήδη το ιδιαίτερα  πλούσιο λεξιλόγιο με τη χρήση επιστημονικής ορολογίας (γεωπονικής, βοτανολογίας, ιατρικής), ομοηχίες και συνηχήσεις, τελετουργικές επαναλήψεις που δίνουν έμφαση, μερικά διακείμενα με πλάγια γραφή. Τα ποιήματα είναι εν μέρει σύντομα εν μέρει εκτενή, η θεματολογία είναι φυλακή, πνιγηρή ατμόσφαιρα, δίψα, ειρωνεία, σαρκασμός, ρακοσυλλέκτες, του κόσμου τα πεινασμένα παιδιά.

Έμφαση και κλιμάκωση της επανάληψης βρίσκονται ήδη στην αφιέρωση: στα δάση που καίγονται, στους δούρειους λύκους, τη στάχτη στα ίχνη του νομά, στον κύκνο που πνίγεται, στα ανδράποδα άπληστα στόματα, τους απαθείς που κρύβονται στο κουκούλι τους, τις άδοξες μέρες του σκότους.  Ασκείται κοινωνική κριτική και αυτοκριτική, εν μέρει με εξπρεσιονιστικά μέσα: Η Ιφιγένεια θυσιάζεται, Ακολουθία (όλοι οι στίχοι αρχίζουν με Α), βία και βιαιοπραγίες, ναυάγια, προσφυγιά, φυλακή και εσωτερική φυλακή, απόγνωση, έλλειψη μέλλοντος, θυμός για την κατάσταση του κόσμου (“Μια θυμωμένη φάλαινα πλέον με κατοικεί”). Ως δείγμα γραφής αναφέρω ένα απόσπασμα από το Ναυάγιο: … Κάδοι σε κεντρομόλο υπόσταση / απέκτησαν θαμώνες νυχτόβιους / λέσχη λερή σ’ ανυπέρβλητη δημοφιλία / Τυμβωρύχοι απορριμάτων / εκσκαφείς σκάβουν ελπίδες… Το πρώτο μέρος τελειώνει με το Ο Τύμβος: … Ο Τύμβος κοσμικού Όλου απείκασμα… Η οικουμενική διάσταση της ποιητικής κοσμοαντίληψης έχει ήδη καθιερωθεί.

Το δεύτερο μέρος: Απόγονος της Ωκυρρόης (Νύμφη) περιέχει πολλά πρωτοπρόσωπα ποιήματα Ξεκινάει με ένα έξοχο ποίημα Βακτριανή Καμήλα / Camelus bactrianus (με την τελετουργική επανάληψη “Άλλοι”). Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να το καταθέσω εδώ ολόκληρο: Άλλοι τρων τα ερέβη τους με βουλιμία / Άλλοι τα καίνε σε γυμναστήρια υπαίθρια / Άλλοι τα απωθούν πίσω από προσωπεία / Άλλοι τα προβάλλουν με μένος στον απέναντι / Άλλοι τα πνίγουνε θολά σε λίμνες αλκοόλης / Άλλοι τα βαυκαλίζουν με βαρβιτουρικά / Άλλοι τα ανασύρουν σε ενύπνια οράματα /
Άλλοι τα δηούν σε ψυχεδέλειας σκευάσματα
/ Άλλοι τα εκστομίζουν σε παραληρήματα / Άλλοι τα φέρουν πρόσφορο σε ποιήματα / νάρκης τοῦ ́λγους δοκιμές, ἐν Φαντασίᾳ καὶ Λόγῳ. / Άλλοι αυτόχειρες μοιραία τα καρατομούν / Εγώ Βακτριανή καμήλα με μνήμη ελέφαντα / Τα έχω αποθηκεύσει στους δυο ύβους μου / Να έχω να δαγκώνω λιπίδια λύπης αποθέματα // Της έσχατης ματαίωσης πέρασμα στέπας. Αλλού υπάρχουν και ψυχολογικές ερμηνείες και υποθέσεις (της δουλειάς του ψυχολόγου, ποια θα μπορούσε να είναι η αιτία της διαταραχής στο Μήπως), τύψεις και ενοχές, πνίξιμο στο λαιμό, εξπρεσιονιστική συμπύκνωση (Φεγγάρι χλωμό πίνει σκοτάδι / λιβάδι τσιμέντο πλέκει στεφάνι / η στέρνα στεγνή η δίψα μεγάλη – στο Επί ματαίω), πέτρες βαριές (στο στήθος – τύψεις) σε μορφή σονέτου υπάρχει η Κλαίουσα / Salix sepulchralis, αλλά και άλλα λουδούδια: Αγριοτριανταφυλλιά / Rosa canina, Tρελή ροδιά / Punica granatum (με αγγλική μετάφραση). Μόνιμα θέματα: η μοναξιά, η ματαιότητα, η έρημος του κόσμου, η έλλειψη νοήματος, η επιμονή, αλλά εμείς συνεχίζουμε.

Το τρίτο μέρος έχει τον τίτλο Το Κλειδί: Μια Γυναίκα είναι η ποίηση, Κι άνθισε μέσα μας (σονέτο και με ατελή ομοιοκαταληξία), και πάλι η μεγάλη αγάπη για τα φυτά και λουλούδια, ποιητολογικά ποιήματα, εν μέρει άλλης υφολογίας και ίσως παλαιότερα. Η αντίθεση στον κόσμο τον υπαρκτό βρήκε έκφραση κι εξωτερικεύτηκε· παρηγοριά η φύση.

 

Λιγοστεύουν οι λέξεις, 2017, συλλογή των 58 ποιημάτων, που ασχολούνται κυρίως με τα δυστοπικά βιώματα της ξενιτιάς στη Σουηδία. Ο οικουμενικός τόνος της κοινωνικής κριτικής στην επόμενη (εδώ προηγούμενη) συλλογή αποδεικνύεται πως έχει συγκεκριμένες ρίζες: την αναγκαστική μετανάστευση, τις μνήμες της προσφυγιάς στην οικογένεια, τον κοινωνικό αποκλεισμό, την ένδεια· οι οικογενειακές αναμνήσεις από τον τόπο καταγωγής (Πόντιοι πρόσφυγες), η μοναξιά, το τραύμα του χωρισμού (η 19χρονη ήξερε μόνο το χωριό, έμπαινε πρώτη φορά σε τρένο), βιώματα μεταναστών στη δουλειά της στη Σουηδία, ψυχοθεραπεία, προσωπικά και βιογραφικά (στο ποίημα Ό,τι βαθιά κοιτάξαμε: ό,τι μας σφράγισε ξεριζωμός / ό,τι πίσω αφήσαμε μαχαίρι / ότι βαθιά κοιτάξαμε ελπίδα / ό,τι ονειρευτήκαμε επιστροφή), πρόσφυγες, μετανάστες εσωτερικοί, μετανάστες εξωτερικού (και τα παιδιά: Ξεριζωμένα δέντρα οι τόποι μας), σχολεία προσφύγων, ξένοι μουσικοί του δρόμου, άνοστα φαγητά, μυθολογικά στοιχεία (νύμφες), μερικά ποντιακά, συνταρακτικά βιογραφικά ασθενών (π. χ. Άγνωστες λέξεις: Βρέφος της Άρνισσας κόρη αντάρτη / Χαμένο νήπιο σε οικοτροφείο Πράγας / Μαθήτρια στο χωριό του Μπελογιάννη / Έφηβη φυγάς στην Ιταλία / Παράνομη πρόσφυγας σε στρατόπεδο στη Ρώμη / Άπατρις δίχως ιθαγένεια στο Μάλμε / Πολίτης του κόσμου πλέον στη Στοκχόλμη / Ζει εφτά φορές κομματιασμένη / θρυμματισμοί θαμπού καθρέφτη / Εφτά θρυμματισμένα προσωπεία / Με τόσα θρύψαλα / θαμπά γυαλιά καρφιά / πού φως κουράγιο πού / να δέσεις την κοτσίδα μ’ ηλιαχτίδες / Καθρέφτης καθρεφτίσματα / λάμψεις φωταγωγίες / χαμένη υπόθεση / άγνωστες λέξεις).

Πολύ παραστατικός ο τίτλος: Μια τσάντα σπίτι και πατρίδα έγινα (παίρνει την πατρίδα μαζί της). Λιγοστεύουν οι λέξεις: Λιγοστεύουν οι λέξεις / Μουδιασμένες / λιώνουν στο στόμα / χάπι πικρό / Κόμπος στο λαιμό / με πνίγουν / Τελειωμένα λόγια οι λέξεις / Ακατάληπτα / μουρμουρητά και κραυγές / ανακούρκουδα καθισμένα / κουνιούνται πέρα δώθε / Θρηνούν / Θρήνος που λέξεις δεν γίνεται / Φρίκη που δεν τη φτάνουν λέξεις. Άλλοι τίτλοι που ομιλούν: Φάλαινες πληγωμένες, Πρόσφυγες, Ανέστιος, Περσεφόνη marginal man (παραλήρημα πεζογραφικό χωρίς στίξη, όπως το Κάιν στο Με λένε Εύα), Ό,τι πολύ αγαπήσαμε, κτλ. Νομίζω πως εδώ βρίσκεται η θεματολογική και υφολογική/εκφραστική/γλωσσική μαγιά για το αρχαϊκό μεγαλείο του Με λένα Εύα. Στα βιώματα της Σουηδίας, όπου βρίσκει μόνη της το δρόμο της στην επιστήμη και την τέχνη, και με την (εκραστικότητα ) εκφραστικότητα της ποίησης θεραπεύει τα πλήγματα της μοίρας και τα τραύματα του χωρισμού από τον γνωστό της κόσμο.

Τίτλοι από το δεύτερο μέρος : Γίνομαι γιαλός: Σε δαιδαλώδεις δρόμους, Η γη ο κόσμος ένα θέατρο, Τα δέντρα γνωρίζουν, Στεγνές σταγόνες βροχήςΌλοι βουλιάζουμε έντρομοι, Θα παίξουμε τον πόλεμο, Δέντρο στεγνό, Επίγονοι, Στου βράχου την κόγχη, Πατρίδα μου η αγάπη, Γίνομαι γιαλός (μόνο με λέξεις που αρχίζουν με γ – τέτοιες “ασκήσεις” βρίσκονται σε άλλα σημεία). Η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια σε μονάδες Εκπαίδευσης, Αποκατάστασης και Ψυχικής Υγείας, αναστοχάζεται την πορεία της και δουλεύει πάνω στη θεραπεία των τραυμάτων που υπέστη, σκύβοντας ταυτόχρονα και στα τραύματα του πρόσφυγα και του μετανάστη γενικότερα, που είναι μέρος της δουλειάς της, με ιδιαίτερη συμπάθεια και ενσυναίσθηση για τα παιδιά σε μικρή και προσχολική ηλικία.

Μαρτυρία για την ειδίκευση στα ψυχικά προβλήματα των μεταναστών είναι και η διπλωματική της εργασία Invandring och psykisk störning (Μετανάστευση και ψυχική διαταραχή), Τμήμα Εκδόσεων Πανεπιστημίου Uppsala, 1987.

 

Διαδρομές 2015, 33 ποιήματα με έντονο αυτοβιογραφικό φόντο. Το Α΄μέρος Διαδρομές, αρχίζει με εφτά ποιήματα χωρίς τίτλο, και συνεχίζει με κεντρικό μοτίβο την αναχώρηση από τον Παράδεισο, την πορεία της σε εσωτερική έρημο, σε πέτρινα χρόνια, από τη θάλασσα έμεινε το αλάτι, παρά ταύτα προχωράει στη ζωή (ο άνθρωπος, η γη και το σύμπαν). Στο Β΄ μέρος Μέχρι τις εκβολές του ποταμού (Μη ρωτάς: οι ερωτήσεις χαλούν την ποίηση, Το κόκκινο μήλο, Το κλαράκι [επαφή με τη φύση], Οικογενειακή φωτογραφία, Σπίτια, Απώλεσα, Ακρωτηριασμένη, Τώρα που τους καθρέφτες θρυμματίσαμε, Να κρατηθούμε απ’ τις ρίζες, Το κεχριμπάρι, Τα λιμάνια, Πώς γίνεται, Πού πάει, Κοιτά ψηλά τ’ αστέρια [τρία ποιήματα για το θάνατο του Παύλου Φύσσα], Τρεις επιθυμίες, Παραμύθια, Να κρατάτε το σπίτι ανοιχτό (τελευταία επιθυμία της μάνας), Μέχρι να φτάσουμε στις εκβολές του ποταμού, με το γνωστό συμβολισμό του ποταμού ως ζωή.

 

Συναισθηματικό αλφαβητάρι. Στα παιδιά με δυσκολίες μάθησης, 2009. Ένα ποιητικό πείραμα, πώς να εμπεδωθούν ήδη από τη βρεφική ηλικία βασικές έννοιες της κοινωνικής και μαθητικής ζωής και τρόποι διαχείρισης συναισθημάτων στα παιδιά, που συχνά έχουν τη ρίζα τους σε τραυματικές εμπειρίες και τα ανάλογα συναισθήματα. Όπως σημειώνει και η ίδια: “Το «Συναισθηματικό αλφαβητάρι» πηγάζει από τις συγκινήσεις και τις σκέψεις που μου γεννήθηκαν ερχόμενη σ’ επαφή με το παιδί και τον έφηβο, αλλά και με εκπαιδευτικούς και γονείς τόσο εξατομικευμένα, όσο και μέσα από ομάδες συμβουλευτικής γονέων”. Με την προσωποποίηση των συναισθημάτων επιτυγχάνεται η εξωτερίκευση του προβλήματος και με τη γλωσσική μορφή η δυνατότητα του μοιράσματος.

Στην ποιητική συλλογή θεματοποιούνται συναισθήματα όπως η αγάπη, η ζήλια, η ηρεμία, ο θυμός, η λύπη, η μοναξιά, η ντροπή, ο πόνος, η τρυφερότητα κλπ., καθώς και συναισθηματικές διαθέσεις και αξίες όπως η αποδοχή, η βοήθεια, η ισότητα, η καλοσύνη κλπ., “παίρνουν μορφή και περιγράφονται απλά και κατανοητά «διεκδικώντας» ν’ αγγίξουν την ψυχή του παιδιού και να του ανοίξουν το δρόμο για συμφιλίωση με τα δικά του συναισθήματα”. Συνήθως είναι προβλήματα στην οικογένεια και στο σχολείο με τους εκπαιδευτικούς. Αυτά αναλύονται σε μια εμπεριστατωμένη εισαγωγή. Τα ποιήματα τοποθετούνται σε αλφαβητική σειρά σχετικά με την βασική έννοια.

Την ενεργό εμπλοκή της στην εκπαιδευτική διαδικασία μαρτυρά την ίδια χρονιά και η συμμετοχή της στην Αξιολόγηση στην Προσαρμοσμένη Φυσική Αγωγή, (Ελληνούδης, Θ., Ευαγγελινού, Χ., Καϊτατζή-Χουλιούμη, Δ., Τμήμα Εκδόσεων του Α.Π.Θ., 2009).

 

Ο Δρόμος,  2006, πρώτη ποιητική συλλογή με 29 ποιήματα με εύγλωττο αναστοχαστικό τίτλο. Σε ένα εισαγωγικό κείμενο η συγγραφέας αναλύει με λίγα λόγια τον ρόλο της τέχνης, όπως την βλέπει εκείνη, στην ψυχολογία του ανθρώπου. Κινητήριος δύναμη της δημιουργικής ενασχόλησης της τέχνης είναι η αναγκαιότητα έκφρασης και επικοινωνίας. Με το εργαλείο της τέχνης εκφράζουμε συνειδητά και ασυνείδητα συναισθήματα, συγκινήσεις, μηνύματα και ερωτήματα, στην προσπάθειά μας, να κατευνάσουμε τις ανησυχίες και αγωνίες μας. Mε την τέχνη εκφράζουμε την αντίστασή μας στο εφήμερο της διαδρομής μας στο χρόνο. Προσπαθούμε να πετύχουμε ευδαιμονία, δηλαδή να μπορούμε να ζούμε σε αρμονία με τους δαίμονές μας. Αυτή η δυνατότητα έκφρασης μας γαληνεύει.

Αποτολμούμε την έκθεση μέσω του έργου μας, όπου προβάλλουμε συνειδητό και ασυνείδητο υλικό του ψυχισμού μας, αποζητώντας επικοινωνία μέσα από το καθρέφτισμα, την αντανάκλαση, τη συγκίνηση και την ταύτιση. Όταν κάποιος άλλος, κάποιο άλλο βλέμμα ενδοβάλλει στο δημιούργημά μας και νιώσει κάποια συγκίνηση, τότε επικοινωνούμε, αλληλεπιδρούμε και διαδρούμε, αγγίζουμε το «εμείς», επιδρούμε στο περιβάλλον και συγχωνευόμαστε με αυτό. Αυτό το άγγιγμα μας ολοκληρώνει. Αυτή είναι η μαγεία της τέχνης.

Η ποιητική της παραγωγή ξεκινάει, όπως στους περισσότερους ποιητές, από τον εαυτό της, και στη δική της περίπτωση και από την επιστήμη της ανθρωπογνωσίας (ψυχολογία, ψυχανάλυση, ψυχοθεραπεία), η τέχνη εκλαμβάνεται ως μέσο αυτοδιάγνωσης και αυτοθεραπείας – μνήμη, έκφραση, μοίρασμα, να δώσουμε φωνή στα συναισθήματα μας και τις σχετικές σκέψεις. Ο δρόμος – η πιο απλή συμβόλιση της ζωής – Διαδρομές (στη δεύτερη συλλογή). Τίτλοι: Ο δρόμος, Το λεωφορείο, Μυλόπετρες οι μέρες (πλήξη, ανία, ακεφιά), Με τη δίψα σφραγισμένη στα χείλη, Διάττοντες, Διαβαίνοντας (τον ποταμό, δεν ήπιε), Μπορεί να μην είναι έτσι, Θα εκτεθώ δημόσια, Σαν θα ντυθώ το βλέμμα σου, Στης λογικής τη δίνη (για το φόβο και την ενοχή), Θαρρώ (δεν έζησε πραγματικά), Θλίβομαι (γι’ αυτά που δεν έκανε και δεν έζησε), Δεν τη θυμάμαι, Μάνα, Καμπάνες (αντί καμπάνες σειρήνες), Σύντροφοι (για τη μοναξιά στη σχέση), Όταν (για τη βροχή μέσα της), Αλλοτρίωση, Κουραστικά (τα πρέπει και τα τέτοια, δίψα για συγκίνηση), Ξυπόλυτος περπάταγες, Αυτός ο κόσμος (όλοι τρέχουν), Μέγας Χαρισματικός (ηγέτες), Χωρίς μαντήλι, Ανάπλαση ειδώλων, Γαλήνη (νόστος αρμονίας), Φύλλο, Ζωοδόχος Πηγή.

Κυριαρχεί το γνώθι σαυτόν, τα αδιέξοδα της υπαρξιακής συνθήκης, midlife crisis, η αναζήτηση του βαθύτερου εαυτού, ακόμα δεν θεματοποιείται ρητά η ξενιτιά. Αν συγκρίνει κανείς αυτή τη συλλογή με το Με λένε Εύα συνειδητοποιεί, ποια τεράστια απόσταση έχει διανύσει η ποιήτρια μέσα σε 20 χρόνια σε όλα τα επίπεδα, θεματικά και υφολογικά, επίπεδα αυτογνωσίας και αυτανάλυσης, η οποία, εν τέλει, ξεκολλά από τα προσωπικά, προχωρά στα κοινωνικά και καταλήγει στα οικουμενικά και πανανθρώπινα, τα μεγάλα θέματα και τα αρχαϊκά, που ισχύουν για όλες τις εποχές και προσωποποιούνται σε μυθολογικές και θρησκευτικές μορφές, σε φιλοσοφικά θεωρήματα και υπαρξιακούς στοχασμούς. Σε σχετικά ώριμη ηλικία η Δέσποινα έφτασε στην ποίηση, ως μέσο λυτρωτικό μιας εσωτερικής αρχαιολογικής ανασκαφής, φανερώνοντας κρυφά και ανοιχτά τραύματα και θεραπεύοντας επαγγελματικά την ανθρώπινη δυστυχία, ως αποστολή κι ως τέχνη. Η τέχνη θεραπεύει. Και σε μερικές περιπτώσεις φτάνει σε υψηλά αισθητικά επιτεύγματα.

Αλλά αυτή η αντεστραμμένη αναδρομή στο έργο της θα ήταν λειψή χωρίς να αναφερθούν και οι μεταφράσεις της από τα σουηδικά, που αυτό το γεγονός από μόνο του αξίζει σχολιασμούς (βλ. και το εμπνευσμένο άρθρο του Κ. Μπούρα στο αφιερωματικό τεύχους της Καρυοθραύστιδος).

Οι μεταφράσεις:

 

Σε μια εποχή, όπου οι μικρές γλώσσες μεταφράζoνται στις μεγάλες μέσω των αγγλικών (όπως μετέφρασε ο Christian Enzensberger, καθηγητής αγγλική φιλολογίας στη Γερμανία, τα ποιήματα του Σεφέρη στα γερμανικά) οι μεταφράσεις από μικρές γλώσσες σε μικρές (από σουηδικά στα ελληνικά) και σπάνιες είναι και πολύτιμες. Και ήταν μια όψιμη ενασχόληση της Δέσποινας, σε μια στιγμή που η γλωσσική της εκφραστικότητα είχε πλέον δοκιμαστεί και εδραιωθεί με στέρεο τρόπο. Έτσι οι μεταφράσεις αυτές έχουν τη δική της αύρα και υφολογική ευελιξία, η οποία είναι χαρακτηριστική για την ποιητική της παραγωγή πριν και μετά το 2018. Αυτές οι μεταφράσεις είναι οι εξής: Γιλά Μοσάεντ (Jila Mossaed), Αργοπορούν οι λέξεις 2024 με εμπεριστατωμένη εισαγωγή και αποσπάσματα Σουηδών κριτικών της λογοτεχνίας, Kάριν Μπόγιε (Karin Boye), Στον πυθμένα των πραγμάτων. Επιλογή ποιημάτων, 2023 με λεπτομερή εισαγωγή, της Γιλάς Μοσάεντ, Μου δίνεις την ελευθερία να μην ανήκω. Επιλογή ποιημάτων, 2021, με εισαγωγή της μεταφράστριας και πρόλογο του Κ. Μπούρα, και Δέρμα από πεταλούδες. Επιλογή σουηδικής ποίησης, 2018 [E. Södergran, K. Boye, T. Tranströmer, J. Mossaed].

Eπειδή το σχετικό άρθρο του Κωνσταντίνου Μπούρα στον αφιερωματικό τόμο στην Καρυοθραύστιδα 12/13 (Νοέμβριο 2022) είναι αρκετά αναλυτικό, θα είμαι πιο σύντομος. Η αδυναμία και συμπάθεια της Δέσποινας είναι προφανής: η Περσίδα πρόσφυγας στη Σουηδία Γιλά Μοσάεντ, που γεννήθηκε το 1948 στην Τεχεράνη, και μετά από σπουδές στο Ιράν και τις ΗΠΑ έγινε αναγνωρισμένη και δημοφιλής ποιήτρια στην πατρίδα της, εκδιώχθηκε ήδη από το πρώτο καθεστώς του μουλάδων, του Χομεϊνί, και ζήτησε άσυλο στη Σουηδία. Μετά από 11 χρόνια, το 1997, εξέδωσε την πρώτη ποιητική της συλλογή στα σουηδικά (“ένα έθνος μονάχο / μια πληγή περιφερόμενη”) – έως σήμερα έχει εκδώσει 11 συλλογές – και η ποίησή της έγινε ιδιαίτερα αγαπητή στη Σουηδία (έχει θετικότατες κριτικές), γιατί έφερε την Ανατολή στη Δύση. Έγινε ακόμα και ισόβιο μέλος της Σουηδικής Ακαδημίας το 2022.

Η ποίηση της Μοσάεντ έχει εκείνη την ήρεμη ροή και τη γαλήνια αρμονία της μεσαιωνικής περσικής και αραβικής ποίησης του κλασικού divan, στωική αλλά και μελαγχολική αποστασιοποίηση από τα εγκόσμια. Σε μια τέτοια πνευματική ατμόσφαιρα ο πόνος γίνεται ακόμα όμορφος, ο πόνος του τραύματος του χωρισμού και του ξεριζωμού. Η Δέσποινα ασφαλώς συγκινήθηκε βαθιά από τη μοναχική πορεία της Περσίδας στη μακρινή και κρύα Σουηδία, η οποία διαχειρίστηκε με άλγος αλλά και επιτυχία, με παλληκαρήσια επιμονή και υπομονή, την παράλογη εξορία και σήκωσε το πνευματικό και ποιητικό της ανάστημα σε μια τελείως ξένη γλώσσα, τη σουηδική. Βίοι παράλληλοι: “Πατρίδα μου ο κόσμος / πατρίδα μου η αγάπη” γράφει η Δέσποινα το 2017· “δημιουργούμε μια χώρα / έξω από κάθε σύνορο” γράφει η Γιλά το 2021. Αυτή η διαδρομή είναι μοναδική: από το Φαρσί στα Σουηδικά, και από εκεί στα Ελληνικά. Μια ευγενική συνωμοσία ενάντια στα παντοδύναμα αγγλικά.

Η απλότητα και ο λυρισμός των εικόνων είναι απαράμιλλος. Δίνω μερικά παραδείγματα από τα συνήθως σύντομα αυτά ποιήματα. Η γλώσσα μου ήταν το δέντρο / Η γλώσσα της μητέρας μου / ήταν το γάλα σε στεγνές φλέβες // Η γλώσσα της μητέρας μου / ήταν ο άφοβος χτύπος της καρδιάς / που έδιωχνε κάθε αμφιβολία // Δεν έχω καμιά γλώσσα πλέον / Μόνον όταν ένα μικρό πουλί / χτυπά στο νυσταγμένο παράθυρο μου. Μόνιμο θέμα η λύπη του μετανάστη που ζει από το παρελθόν. Η λύπη στέκει στους πυλώνες της / απέναντι στον ουρανό της / Εγώ φέρω το δικό μου σκοτάδι / Δίχως ουρανό // Τα δέντρα στα κοιμητήρια είναι ευτυχισμένα / Κάτω από την επιφάνεια / μασουλάν όλη την τροφή / από τα σώματα των νεοφερμένων / Όλα τα πουλιά που θρηνούν το γνωρίζουν. Μόνιμο θέμα και η απώλεια της πατρίδας: Είμαι δίχως χώρα / Δίχως μητέρα /  το μόνο που μοιράζομαι μαζί σας / είναι οι λέξεις // Εγκαταλείπω τα πάντα / Εισέρχομαι / σ’ έναν άγνωστο λάρυγγα // Οι αποσκευές έχουν σφραγιστεί / το ίδιο και το όνομα μου… Κι αλλού: Αναζητώ τους νεκρούς μου / βαδίζω σ’ άγνωστους δρόμους… Τα ποιήματα όλα δεν έχουν τίτλους. Στη μέση της συλλογής Αργοπορούν οι λέξεις υπάρχει σε δύο σημεία ένα δισέλιδο (“σαλόνι”) από μαύρες σελίδες. Υποφέρει από το κρύο και τις μεγάλες νύχτες.

Και μερικά παραδείγματα από το άλλο βιβλίο, Μου δίνεις την ελευθερία να μην ανήκω (2021). Η καρδιά μου είναι ένα αγγείο από φως / κρέμεται στο στήθος μου / σαν φακός ανθρακωρύχου / βαθιά κάτω απ’ τη γη. Η νέα γλώσσα των μουλάδων: Λέξεις με μπούρκες / μούμιες / Βωβές / παρανοϊκές λέξεις / Ω, τι σας έχουν κάνει; Η γραφή: Γράφω ασυναίσθητα / Σε έκσταση / Πώς γεννιούνται οι αράδες // έχω πάντα την αίσθηση / πως ένα μυστικό / συντελείται ανάμεσα σ’ εμένα και το ποίημα. Η γραφή σε ξένη γλώσσα: Είμαι χαρούμενος χορευτής των λέξεων / τραγουδώ στο μυστικό αυτί των λέξεων / Αλλά κάθε σούρουπο / γέρνω το κεφάλι μου / στον ώμο του Ρουμί / και κλαίω για ώρα / είμαι μια γυναίκα που γράφει.

Νομίζω πως είναι ένας πολύ όμορφος τρόπος να κλείσω αυτή την αντίστροφη αναδρομή στην ποίηση της Δέσποινας Καταϊτζή-Χουλιούμη με αυτόν τον τρόπο, με την ποίηση της Γιλάς Μοσάεντ, μια φωνή της Ανατολής που κέρδισε τη Δύση, πρόσφυγας από την Περσία των μουλάδων, που κέρδισε το στοίχημα του ξεριζωμού και της ξενιτιάς με το σπαθί της ψυχής και την υπομονή του πνεύματος, παρά τις τόσες διαφορές γλώσσας, πολιτισμού, κλίματος, νοοτροπίας, ψυχοσύνθεσης, φύσης και χαρακτήρα, κι έγινε Σουηδή ποιήτρια και ακαδημαϊκός. Λαμπρό παράδειγμα για το πώς το τραύμα μπορεί να ανθίσει κι ο πόνος να γίνει ποίηση. Πολίτης του κόσμου. Σαν την Δέσποινα, που γύρισε όμως πίσω. Όπως λέει το τραγούδι της ξενιτιάς (σε παράφραση): ξένη στη ξενιτιά, ξένη και στο σπίτι. Οι απουσίες δεν διαγράφονται. Μόνο στη μεγάλη χώρα της τέχνης και του μύθου, της ποίησης και της αγάπης όλοι χωρούν. Μπορεί οι λέξεις να διαφέρουν, σε ήχο και μουσική, αλλά οι σημασίες είναι όμοιες και οι μεγάλες αλήθειες ίδιες.

Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες, που η Δέσποινα με το στίχο της έδωσε λόγο σε μια φωνή που δε θα έφτανε αλλιώς ποτέ στην Ελλάδα. Στα αγγλικά, αυτή η μαγεία του απλού, του πόνου και της εικόνας, η κατάκτηση της αρμονίας σε αντίξοες συνθήκες, θα ακουγόταν πολύ διαφορετικά.

Βάλτερ Πούχνερ

Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βιέννη, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα έχει ζήσει στην Ελλάδα. Είναι επίτιµος και οµότιµος καθηγητής Θεατρολογίας στο ΕΚΠΑ (ιδρυτής του Τµήµατος Θεατρικών Σπουδών µαζί µε τον Σ. Α. Ευαγγελάτο) και παρασηµοφορηµένο µέλος της Ακαδηµίας Επιστηµών της Αυστρίας. Επίσης, έχει διδάξει πολλά χρόνια στο Πανεπιστήµιο της Βιέννης, καθώς και σε πολλά ευρωπαϊκά και αµερικανικά Πανεπιστήµια.

Έγραψε πάνω από 120 βιβλία στα ελληνικά, αγγλικά και γερµανικά και δηµοσίευσε περί τα 500 µελετήµατα και περισσότερες από 1.000 βιβλιοκρισίες, για θέµατα της ιστορίας του ελληνικού και του βαλκανικού θεάτρου, καθώς και περί ελληνικής και συγκριτικής λαογραφίας και νεοελληνικών σπουδών και περί της θεωρίας του θεάτρου και του δράµατος. Από πολύ νέος γράφει ποίηση (κυρίως στα ελληνικά) αλλά µόνο πρόσφατα άρχισε να δηµοσιοποιεί τα έργα του.

Μέχρι στιγμής έχουν κυκλοφορήσει περισσότερες από 20 ποιητικές συλλογές. (Ολοκάρπωση, Τελευταίες ειδήσεις, Αστροδρόμια, Η ηλικία της πλάνης, Ο κηπουρός της ερήμου, Οι θησαυροί της σκόνης, Κοντσέρτο για στιγμές και διάρκεια, Δώδεκα πεύκα κι ένας ευκάλυπτος, Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα, Πεντάδες, Το αναπάντεχο, Συνομιλίες στη χλόη, Το χώμα των λέξεων, Τα σημάδια του περάσματος, Τα δώρα, Ο κάλυκας του κρόκου, Υπνογραφίες, Αλάτι στον άνεμο, Η επιφάνεια του μυστηρίου, ο φωτεινός ίσκιος, κ.ά.)

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.