You are currently viewing ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ: Το φιλί του Ιούδα και οι μεταμορφώσεις του Χριστού

ΒΑΛΤΕΡ ΠΟΥΧΝΕΡ: Το φιλί του Ιούδα και οι μεταμορφώσεις του Χριστού

Το ενδιαφέρον για τη μορφή του Ιούδα Ισκαριώτη και τον πραγματικό ρόλο του στα πασχαλινά γεγονότα γύρω από τη Σταύρωση του Χριστού υπάρχει και στο παρόν. Δεν είναι βέβαια πια τόσο η θεολογική απορία για το βαθμό της ενοχής του, εφόσον ήταν όργανο της σωτηρίας[1], ούτε η απόγνωση (desperatio) που τον οδηγεί στην αμφισβήτηση της θείας χάρης και στην αυτοκτονία[2], – αμάρτημα που μέτρησε για τη μεσαιωνική θεολογία περισσότερο από την ίδια την προδοσία, αλλά διαφορετικά ζητήματα, όπως η δημιουργία κοινωνικών μηχανισμών του αποκλεισμού και του αποδιοπομπαίου τράγου[3], προσπάθειες αποκατάστασής του και εξήγησης των πράξεών του[4], λογοτεχνικές «χρήσεις» όπως στο πεζογράφημα «Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα» ή speculationes γύρω από την ύπαρξη του απόκρυφου «ευαγγέλιου του Ιούδα»[5], που φαίνεται πως πράγματι υπήρχε και συνδεόταν με ιστορίες των γνωστικών, των Καϊνιτών και με άλλες απόκρυφες παραδόσεις, που απέδωσαν στον Ιούδα Ισκαριώτη σπουδαίο και ευεργετικό για την ανθρωπότητα ρόλο[6].

Πολλά από τα μοτίβα αυτά πέρασαν σε λαϊκές και προφορικές παραδόσεις και σώζονται σε λαϊκές αφηγήσεις και θρησκευτικά τραγούδια. Για ένα από τα μοτίβα αυτά θα γίνει λόγος και στο παρόν μικρό μελέτημα, το οποίο ξεκινάει με ένα από τα πολλά ερωτήματα που αφήνουν ανοιχτά τα ευαγγέλια: στη σκηνή της σύλληψης στον κήπο Γεθσημανή, γιατί ο Ιούδας υποδεικνύει τον Ιησού στους διώκτες του για τη σύλληψη με φιλί (ασπασμό): και οι τρεις συνοπτικοί μιλούν ρητά για φιλί[7] κι έτσι εμφανίζεται στον σχετικό εικονογραφικό τύπο αμέτρητες φορές[8]. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος υπόδειξης στους Ρωμαίους στρατιώτες και τους αρχιερείς; Αυτό είναι το ένα ερώτημα. Το άλλο αφορά ένα μοτίβο σε μοιρολόγι της Παναγίας, συγκεκριμένα από το χωριό Σουλτάν Τσιφλίκι της Σηλυβρίας, που κατέγραψε η Ελπινίκη Σταμούλη-Σαραντή: «‘Αυτός είναι και πιάστε τον, γλήγορα μη σας φύγη’. / Ο Χριστός σαν τ’ άκουσε, πολύ βαρύ τον ήλθε· / πέντε λογιού εγένηκε να μη τον εγνωρίσου. / Άλλοι τον βλέπουν σαν μωρό και άλλ’ τον βλέπουν γέρο»[9]. Στη μεγάλη μονογραφία του Bertrand Bouvier για τον ελληνικό θρήνο της Θεοτόκου το μοτίβο έμεινε ασχολίαστο· δεν αναφέρεται άλλωστε σε καμιά από τις παραλλαγές που παραθέτει και αναλύει[10]. Όμως το μοτίβο σχολιάζει η ίδια η λαογράφος σε υποσημείωση με προφορική παράδοση που άκουσε στη Θράκη: «Εις τα μέρη αυτά ήτο παράδοσις ότι όταν οι Εβραίοι ήθελαν να πιάσουν τον Χριστόν, εκείνος άλλαζε μορφή για να ξεφεύγη. Η μακαρίτισσα κερά Ζωή από το Φανάρι με διηγήθηκε το εξής: την Μεγάλη Πέφτη οι Εβραίοι κυνηγούσαν να πιάνουν τον Χριστό. Να και περνάει μια Αράπσα με ένα πανέρι χορτάρια στο κεφάλι και την λέγει ο Χριστός: ‘Δε με κρύβεις μέσα στο πανέρι; – Σε κρύβω’. Ο Χριστός γένηκε μικρό παιδι και κρύφτηκε μέσα στα χορτάρια. Οι Εβραίοι βλέπνε την Αράπσα και τη ρωτούν: ‘είδες να πέρασε απ’ εδώ της Μαριάμ ο γυιός, ο μάγος; – Όχι, είπε’. Τα χορτάρια της έγιναν μοσκερά, σέλινο και κολίμεντο (μαϊντανός) και το κεφάλι της καμιά φορά δεν πονεί·  μπορεί να σηκώση πάνω στο κεφάλι της ως χίλιες οκάδες φόρτωμα, γιατί σήκωσε το Χριστό»[11]. Και αυτό είναι το δεύτερο ερώτημα: από πού προέρχεται αυτό το μοτίβο της μεταμόρφωσης του Χριστού, για να αποφύγει τη σύλληψη;

Όπως υπαινίσσεται ήδη ο τίτλος του μελετήματος, τα δύο ερωτήματα συνδέονται και στοχεύουν στην ίδια κατεύθυνση. Γιατί ο Ιούδας φίλησε το Χριστό για να τον προδώσει, πράγμα που το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο δεν αναφέρει; Ο Ωριγένης έβλεπε σ’ αυτό ένα υπόλειμμα της πραγματικής αγάπης, που έτρεφε ο προδότης για το διδάσκαλό του, αλλά σ’ αυτό, όπως και σε τόσα άλλα, δεν τον ακολούθησε κανένας άλλος θεολόγος[12].

Judas betraying with a kiss. Illustration for The Life of Our Lord and Saviour Jesus Christ by John Fleetwood (James Sangster, c 1870).

Άλλη μεσαιωνική “εξήγησις” αποφαίνεται, πως το φιλί ήταν ένα συνηθισμένο έθιμο: μαθητές που επέστρεφαν από έξοδο φιλούσαν τον διδάσκαλο[13]. Ωστόσο και αυτή η εξήγηση δεν πείθει, γιατί το φιλί αυτό είχε διπλή σημασία, ήταν σήμα, σημείο, σύνθημα συμφωνημένο, ότι αυτός, και μόνον αυτός, που φιλιέται, είναι ο Χριστός. Σε άλλο σημείο ο Ωριγένης αναφέρει, πως ο Χριστός είχε την ικανότητα της μεταμόρφωσης, της οποίας έκανε χρήση οπότε χρειαζόταν[14]. Η πληροφορία αυτή βρίσκεται και στο τετράτομο compendium των μεσαιωνικών παραδόσεων, σκέψεων, υποθέσεων και θεολογικών στοχασμών και λαϊκών αφηγήσεων για τον Ιούδα Ισκαριώτη, του Abraham a Santa Clara, που εκδόθηκε στο χρονικό διάστημα 1686-1695: “und seye er einem jedem anderst erschienen / gleichwie er es würdig und bedürfftig war”[15]. Στην 83η Ομιλία του Χρυσοστόμου βρίσκεται επίσης και η πληροφορία πως ο Χριστός διέφυγε κάμποσες φορές τη σύλληψή του (“επειδή πολλάκις κατασχεθείς υπ’ αυτών διεξήλθεν, ουκ ειδότων αυτών”)[16]. Αυτό μπορεί να συσχετιστεί με το τέλος του χωρίου στο κατά Μάρκον ευαγγέλιο, “κρατήσατε αυτόν και απάγετε ασφαλώς” (Μαρκ. 14, 44)[17]. Αυτή τη διευκρινιστική προσθήκη και προτροπή συνέδεσε η μεσαιωνική Εξήγησις με τον Ιάκωβο τον ελάσσονα (Jacobus minor), που έμοιαζε καταπληκτικά με τον Χριστό[18]. Aσφαλώς και αυτό γνωρίζει και μεταδίδει ο Abraham a Santa Clara στην ψυχωφελή εγκυκλοπαίδειά του για τον Ιούδα Ισκαριώτη[19]. Το μοτίβο αυτό όμως βρίσκεται ήδη στην “Legenda aurea” του Jacobus de Voragine, τη θρησκευτική “εγκυκλοπαίδεια” όλου του δυτικού Μεσαίωνα, που είχε τεράστια διάδοση, ακόμα και στον ελληνόφωνο κόσμο[20], σε ειδικό κεφάλαιο για τον “Jacobus minor”[21].

Αυτός ο φόβος της σύγχυσης των προσώπων κατά τη σύλληψη αποτελεί όμως ένα παλιό απόκρυφο μοτίβο, που εμφανίζεται σε γνωστικές, εβραϊκές και ισλαμικές παραδόσεις, κατά τις οποίες ο ίδιος ο Ιούδας ήταν δίδυμος αδελφός και σωσίας του Χριστού, παραδόσεις που κορυφώνονται στον ισχυρισμό, πως το Πάθη του Χριστού υπέστη ο Ιούδας και όχι ο Χριστός[22]. Στο απόκρυφο ευαγγέλιο του Βαραββά η ομοιότητα παρουσιάζεται τέτοια, που ούτε η Μαρία ούτε οι μαθητές κατάλαβαν την υποκατάσταση του Χριστού στο σταυρό, μόνο ο Πέτρος μπόρεσε να διακρίνει το τέχνασμα[23]. Αυτοί οι φόβοι της υποκατάστασης του Χριστού στα Πάθη εμφανίζονται στην παράδοση πολύ νωρίς (ήδη γύρω στα 125 μ. Χ. στα γραπτά του αιρετικού Βασιλείδη του Αλεξανδρινού)[24], και αποτελούν μέρος της μεσαιωνικής απόκρυφης παράδοσης[25]. Ότι δεν σταυρώθηκε ο Χριστός αλλά άλλος, το ξέρει και το Κοράνι[26], και κατοπινοί σχολιαστές αναφέρουν μεταξύ των πιθανών προσώπων που τον υποκατέστησαν και τον Ιούδα[27].

Σε τέτοιες πρωτοχριστανικές, αιρετικές, γνωστικές και ισλαμικές παραδόσεις και απόκρυφες “πράξεις” και “ευαγγέλια” βασίζεται λοιπόν το θρακικό μοτίβο της μεταμόρφωσης του Χριστού. Με αυτό συγγενεύει το άλλο, που αναφέρει η Σταμούλη-Σαραντή στην αφήγηση που παραθέτει: ότι ο Χριστός προσπάθησε να αποφύγει τη σύλληψη με φυγή ή κρύψιμο, και σ’ αυτό φυτά και ζώα (ή και άνθρωποι)[28] τον βοηθούν κρύβοντάς τον ή τον προδίδουν στους διώκτες του[29]. Σε άλλη θρακική παράδοση ο Χριστός προσποιείται τον γεωργό που οργώνει το χωράφι, για να αποφύγει τη σύλληψη[30]. Αυτή η αντίθεση μεταξύ βοηθών και προδοτών εφαρμόζεται συνήθως στα ευλογημένα πρόβατα και τα καταραμένα κατσίκια (αντιπαραβολή που έχει βιβλική βάση, Ματθ. 25, 32-33 και πανευρωπαϊκή ισχύ)[31]: τα πρώτα τον έκρυβαν, για αυτό έχουν σήμερα ακόμα πυκνή ουρά, τα τελευταία τον πρόδωσαν και σήμερα ακόμα σηκώνουν την ισχνή ουρά τους[32]. Aυτή η φυγή του Χριστού μεταφέρεται σε ελληνικές και πορτογαλικές παραδόσεις και ημερολογιακά στα Χριστούγεννα ή και στη φυγή της αγίας οικογένειας στην Αίγυπτο[33]. Η κατάρα των κατσικιών συνδέεται μερικές φορές και με έναν οκνηρό βοσκό κατσικιών, ο οποίος δεν έδωσε νερό στον καταδιωκόμενο Χριστό[34]. Μερικές φορές είναι όμως και φυτά, που μαρτυρούν το Χριστό και δεν τον κρύβουν: πάντως τα δέντρα και φυτά “του Ιούδα” προέρχονται από τις παραδόσεις για το θάνατό του[35]. Προδότης του Χριστού είναι ο απήγανος και ο ασβόγερος, αντίθετα τον Χριστό έκρυψαν τα αγκαθωτά βατόμουρα (“χριστάγκαθα”)[36]. Η συκιά ως προδότρια προέρχεται βέβαια από βιβλικό χωρίο[37] και συνδέεται με τον απαγχονισμό του προδότη, αλλά υπάρχει και η λοιδοριά[38], ενώ το κυπαρίσσι λειτουργεί και ως προδότης και ως βοηθός[39] κτλ. Εδώ πλέον συμφύρονται βέβαια οι παραδόσεις με αυτές του ξύλου από τον Τίμιο σταυρό και του ξύλου από το Δέντρο της Γνώσεως[40]. Στις εβραϊκές παραδόσεις είναι πάλι ο Ιούδας που βρίσκει τη λύση, όταν όλα τα δέντρα αρνούνται να βαστάξουν τον θεάνθρωπο στο σταυρό και καταρρέουν και σπάζουν: πηγαίνει στον κήπο του και φέρνει ένα τεράστιο κοτσάνι από λάχανο, στο οποίο κρέμασαν τον Χριστό[41].

Με αφορμή ένα παράξενο μοτίβο σε θρακικό μοιρολόγι της Παναγίας, το οποίο εμφανίζει το Χριστό ως μάγο που μεταμορφώνεται (ο τύπος “Χριστός ως μάγος” υπάρχει βέβαια και στην εικονογραφική παράδοση)[42] και ως άνθρωπo που προσπαθεί να αποφύγει τη σύλληψή του, εισήλθαμε σ’ ένα ολόκληρο πλέγμα από λαϊκές παραδόσεις και θεολογικές εξηγήσεις, σχετικές με το ερώτημα, γιατί ο Ιούδας προδίδει τον διδάσκαλο με ένα φιλί, πλέγμα που βασίζεται πάλι σ’ ένα άλλο δίκτυο απόκρυφων ιστοριών της πρώτης χιλιετίας γύρω από την υποκατάσταση του Χριστού στα Πάθη και την ύπαρξη ενός σωσία ή δίδυμου αδελφού που του έμοιαζε τέλεια. Η συνειρμική συνύφανση και δικτύωση των μοτίβων και θεμάτων συνδέει τις παραδόσεις για τη μεταμόρφωση και φυγή του Χριστού με άλλα πλέγματα θρησκευτικών παραδόσεων, τόσο στον κόσμο των ζώων όσο και στον κόσμο των φυτών: στις αιτιολογικές παραδόσεις γύρω από τα πρόβατα και κατσίκια, και στα δέντρα και φυτά του απαγχονισμού του Ιούδα και της σταύρωσης του Χριστού. Η λαϊκή “εξήγησις” των Γραφών δημιουργεί έναν ολόκληρο κόσμο από αφηγήσεις, που εναρμονίζουν τη βιώμενη εμπειρία του φυσικού αγροτικού περιβάλλοντος με τα ιερά γεγονότα που αφηγούνται οι ευαγγελιστές και τα εξηγούν οι ιεροκήρυκες στην εκκλησία. Και ο θρήνος της Θεοτόκου και η λαϊκή παράδοση για τη φυγή του Χριστού, που κατέγραψε η Σταμούλη-Σαραντή στο Μεσοπόλεμο, μας οδηγούν σε δύο χιλιάδες χρόνια ευρωπαϊκής πολιτισμικής παράδοσης.

 

(από το βιβλίο Θέματα Συγκριτικής Λαογραφίας, Θεσσαλονίκη 2018)
[1] Παναγιώτης Δ. Λουκέρης, Ιούδας ο Ισκαριώτης και η θέσις του εις το μυστήριον της “Θείας Οικονομίας”, Αθήνα 2001.
[2] F. Ohly, Der Verfluchte und der Erwählte. Vom Leben mit der Schuld, Opladen 1976, του ίδιου, «Desperatio und Praesumptio. Zur theologischen Verzweiflung und Vermessenheit», Festgabe O. Höfler, Wien 1974, σσ. 489-557.
[3] Bλ. κυρίως E. Dinzelbacher, Judastraditionen, Wien 1977 και Ιώαννης Κ. Kορναράκης, Ο Ιούδας ως ομαδικός ενοχικός αρχέτυπος, Θεσσαλονίκη 1991.
[4] Οι προσπάθειες αποκατάστασης χρονολούνται ήδη στα μεταμεσαιωνικά χρόνια (K. Lüthi, Judas Iskarioth in der Geschichte der Auslegung von der Reformation bis zur Gegenwart, Zürich 1955) και αποκορυφώνονται στην ψυχαναλυτική ερμηνεία, πως ο Ιούδας και ο Χριστός αποτελούν μια ψυχική ενότητα: ο προδότης είναι η σκοτεινή πλευρά του ίδιου του Χριστού (Th. Reik, Der eigene und der fremde Gott, Leipzig etc. 1923, σ. 115 και pass.).
[5] Βλ. Simon Mawr, Tο ευαγγέλιο του Ιούδα, Αθήνα 2002.
[6] Βλ. E. Hennecke / W. Schneemelcher, Neutestamentliche Αpokryphen in deutscher Übersetzung, 2 τόμ., Tübingen 1968-71, τόμ. Α΄, σσ. 228 εξ., 232 εξ., S. Krauss, Das Leben Jesu nach jüdischen Quellen, Berlin 1902, σσ. 211-226 (με περαιτέρω βιβλιογραφία), Β. Heller, “Über Judas Ischariotes in der jüdischen Legende”, Monatsschrift für Geschichte und Wissenschaft des Judentums 76 (N. F. 400) (Breslau 1932), σσ. 33 εξ., ιδίως σσ. 36 εξ.
[7] Ματθ. 26, 47-8: “και έτι αυτού λαλούντος, ιδού Ιούδας είς των δώδεκα ήλθεν, και μετ’ αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων από των αρχιερέων και πρεσβυτέρων του λαού. ο δε παραδιδούς αυτόν έδωκεν αυτοίς σημείον λέγων· ον αν φιλήσω αυτός εστιν· κρατήσατε αυτόν”. Μάρκ. 14, 43-44 «Και ευθύς έτι αυτού λαλούντος παραγίνεται ο Ιούδας είς των δώδεκα, και μετ’ αυτού όχλος μετά μαχαιρών και ξύλων παρά των αρχιερέων και των γραμματέων και των πρεσβυτέρων, δεδώκει δε ο παραδιδούς αυτόν σύσσημον αυτοίς λέγων· ον αν φιλήσω αυτός εστιν· κρατήσατε αυτόν και απάγετε ασφαλώς». Λουκ.  22, 47   “έτι αυτού λαλούντος ιδού όχλος, και ο λεγόμενος Ιούδας είς των δώδεκα προήγεν αυτούς, και ήγγισε τω Ιησού φιλήσαι αυτόν”. Στο κατά Ιωάννην δεν αναφέρεται το φιλί.
[8] Βλ. ενδεικτικά Χρ. Θ. Παπακυριακού, “Η προδοσία του Ιούδα. Παρατηρήσεις στην μεταεικονομαχική εικονογραφία της παράστασης”, Βυζαντινά 23 (2002-03), σσ. 233-260, Κ. Wessel, «Judas Ischariot”, Reallexikon der byzantinischen Kunst, τόμ. 3, Stuttgart 1978, στ. 665-668 κτλ.
[9] Στ. 41-44, Ε. Σταμούλη-Σαραντή, «Του Χριστού», Λαογραφία ΙΑ΄(1934-37) σσ. 249 εξ., ιδίως σ. 250.
[10] Μόνο σ’ ένα τραγούδι από την Κάτω Παναγιά (Krini – Çesme) της Μικρασίας αναφέρονται τα εξής: “Στον δρόμο που υπάγαινε Εβραίοι του ‘παντούσαν / και τον καλησπερίζανε, μα δεν τον-ε γνωρίσαν” (στ. 13-14), αλλά αυτό δεν αναφέρεται σε μεταμόρφωση· απλώς εξαφανίζεται: “σαν το ‘κουσένε ο Χριστός, χάθηκ’ από μπροστά τους” (B. Bouvier, Le Mirologue de la Vierge. Chansons et poèmes grec sur la Passion du Christ, Genève 1976, σ. 84).
[11] Λαογραφία ΙΑ΄, ό. π., σσ. 250 εξ.
[12] Cοntra Celsum II 11 (Patr. gr. 11: 814 c, M. Borrett, Origène, Contre Celse, Paris 1976, τόμ. Α΄, σσ. 310 εξ.). Eξαίρεση αποτελεί ο δημοφιλής Ισπανός λαϊκός ιεροκήρυκας Vincente Ferrer (Dinzelbacher, ό. π., σ. 65). Bλ. επίσης D. Haugg, Judas Iskarioth in den neutestamentlichen Berichten, Freiburg/Br. 1930, σ. 43.
[13] Mediationes vitae Christi (13ος αι. / αρχές 14ου), βλ. P. V. Rock, Des Minderen Bruders Johannes de Caulibus Betrachtungen vom Leben Christi, Berlin 1929, σ. 25· το χωρίο αναφέρεται στον E. Harvolk, “Judaslohn und Judaskuß. Εin Beitrag zur mittelalterlichen Legendenüberlieferung”, Bayerisches Jahrbuch für Volkskunde 1985, σσ. 86-95, ιδίως σ. 90.
[14] Patr. gr. 13: 1750, βλ. επίσης W. Braun, Das Leben Jesu im Zeitalter der neutestamentlichen Apokryphen, Tübingen 1909, σσ. 177, 313 εξ.
[15] Abraham a Santa Clara, Judas, der Ertz-Schelm, für ehrliche Leuth, oder Eigentlicher Entwurff und Lebensbeschreibung des Iscariotischen Bösewichts. Worin man unterschiedliche Discurs, sittliche Lehrs-Puncten, Gedicht und Geschicht, auch sehr reicher Vorrath Biblischer Concepten. Welche nit allein einem Prediger auff der Canzel sehr dienlich fallen, der jetzigen verkehrten, bethörten, versehrten Welt die Warheit under die Nasen zu reiben: sondern es kan auch dessen ein Privat- und einsamber Leser zur erspriesslichen Zeit-Vertreibung und gewünschten Seelen-Hayl gebrauchen, Bonn / Salzburg 1686-1695, τόμ. Γ΄, σσ. 266 εξ.
[16] Τα ευρισκόμενα άπαντα του εν Αγίοις ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Αθήναι 1872-73, τόμ. Α΄, σ. 899.
[17] Ο Μάρκος είναι ο μόνος ευαγγελιστής, που αναφέρει και άλλον νεαρό που τον συνέλαβαν, αλλά διέφυγε: «Και νεανίσκος τις συνηκολούθει αυτώ περιβεβλημένος σινδόνα επί γυμνού, και κρατούσιν αυτόν· ο δε καταλιπών την σινδόνα γυμνός έφυγεν” (14, 51-52). Ίσως και έτσι τεκμηριώνεται η σύγχυση κατά τη σκηνή της σύλληψης (βλ. στη συνέχεια).
[18] Λόγω της οιμοιότητας ο Ιάκωβος ο ελάσσων αποκλήθηκε «αδελφός» του Χριστού. Βλ. π. χ. Die Passion des Herrn (Passauer Passionale). Gepredigt im Passauer Dom 1460 von Dr. Paul Wann †1409. Aus einer lateinischen Münchner Handschrift (Clm 2818) übersetzt, eingeleitet und herausgegeben von Franz Xaver Zacher, Augsburg 1928, σ. 45.
[19] «Αndere glauben / er seye dessenthalben von Juda durch ein gewisses Zeichen verrathen worden / um weil dieser Erzschalk den Hebräern vorgetragen / es seye einer unter seinen MitCameraden / Namens Jacobus der Mindere / welcher Gesichtshalber dem JESU von Nazareth gantz ähnlich und gleich; Damit also kein Fehler noch Irrthumb möchte unterlauffen, so seye vonnöthen, durch ein gewisses Kennzeichen ihn zu unterscheiden”, ό. π., τόμ. Γ΄, σσ. 266 εξ.). Άλλες μαρτυρίες στον Ηarvolk, ό. π., σσ. 91 εξ.
[20] Βλ. την επίδρασή της στο κρητικό ποίημα «Παλαιά και Νέα Διαθήκη» σχετικά με τον απόκρυφο βίο του Ιούδα Ισκαριώτη (W. Puchner, «Byzantinische und westliche Einflüsse auf die religiöse Dichtung Kretas zur Zeit der venezianischen Herrschaft. Das Beispiel der apokryphen Judasvita in dem Gedicht ‘Altes und Neues Testament’». «Aρχές της νεοελληνικής λογοτεχνίας». Πρακτικά του Δεύτερου Διεθνούς Συνεδρίου «Neograeca Medii Aevi», Tόμ. B΄, Bενετία 1993, σσ. 278-312).
[21] H ομοιότητά του με τον Χριστό ήταν τόσο μεγάλη, ώστε πολλοί τον συνέχεαν με τον διδάσκαλο. Γι’ αυτόν το λόγο ο Ιούδας είχε συμφωνήσει με τους διώκτες του Χριστού, ότι μόνο όποιον θα φιλήσει, αυτός θα είναι πράγματι ο καταζητούμενος. Ο ίδιος μπόρεσε να τους ξεχωρίσει, γιατί τους έβλεπε κάθε μέρα (R. Benz, Die Legenda aurea des Jacobus von Voragine aus dem Lateinischen übersetzt, Heidelberg 19758, σ. 340).
[22] Στίς Πράξεις του Θωμά της Εδέσσης ο Ιούδας εμφανίζεται επίσης νέος και όμορφος όπως ο Χριστός, δίδυμος αδελφός και σωσίας του (W. Bauer, Das Leben Jesu im Zeitalter der neutestamentlichen Apokryphen, Tübingen 1909, σσ. 173 εξ.). Για άλλες απόκρυφες πηγές, κατά τις οποίες ο Χριστός ήταν δίδυμος αδελφός του Χριστού βλ. Hennecke / Schneemelcher, ό. π., τόμ. Α΄σσ. 312, 315, 317, τόμ. Β΄ σσ. 30, 269.
[23] L. & L. Ragg, The gospel of Barnabas, Oxford 1947, σσ. 471 εξ.
[24] Κ. Krumbacher, Geschichte der byzantinischen Litteratur, München 1897, σσ. 207, 662.
[25] R. Delbrueck, Probleme der Lipsanothek in Brescia, Bonn 1952, σ. 37, επίσης G. Buchheit, Judas Iscariot. Legende, Geschichte, Deutung, Gütersloh 1954, σ. 29 και W. Creizenach, Judas Ischarioth in Legende und Sage des Mittelalers, Halle/S. 1875, σσ. 15 εξ.
[26] Σούρα 4, 156.
[27] S. M. Zwemer, Die Christologie des Islams, Stuttgart 1921, σσ. 36 εξ., 60 εξ. με τις πηγές.
[28] Βλ. παραπάνω.
[29] Σε ιρλανδικές παραδόσεις είναι ένα έντομο που μαρτυρεί το Χριστό στους διώκτες («News on Irish Folklore», Folk-Lore 27, 1916, σσ. 419-426, ιδίως σ. 419).
[30] Ανέκδοτο χειρόγραφο του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών αρ. 2392 (Στ. Ήμελλος, Θράκη), σ. 279.
[31] Η. Lixfeld, Volkserzählungen von der dualistischen Tierschöpfung durch Gott und den Teufel, München 1971, σσ. 54 εξ. Τα κατσίκια είναι δημιουργήματα του διαβόλου. Βόσκουν σε δύσβατα σημεία, ονομάζονται και “σατανάδες” ή “δαίμονες”, καβαλικεύονται από το διάβολο, ο ίδιος ο σατανάς είναι τράγος, στο γόνατο έχουν τη σφραγίδα του σατανά, μόνο αυτά τρων τον αζόγυρο (ανάγυρος ο δύσοσμος), το βρωμερό φυτό του Ιούδα (με τις ανέκδοτες  πηγές W. Puchner, Studien zum Kulturkontext der liturgischen Szene. Lazarus und Judas als religiöse Volksfiguren in Bild und Brauch, Lied und Legende Südosteuropas, Wien 1991, τόμ. Β΄, σ. 274).
[32] Παραδείγματα από την Eλλάδα: A. Φλωράκης, Τήνος. Λαϊκός πολιτισμός, Αθήνα 1971, σσ. 119 εξ., Γ. Κ. Σπυριδάκις, “Κρητικαί παραδόσεις”, Επετηρίς Κρητικών Σπουδών 13 (1939), σ. 138, Puchner, ό. π., σ. 274 με ανέκδοτες πηγές.
[33] Νικ. Γ. Πολίτης, Παραδόσεις, Αθήναι 194, τόμ. Α΄, σ. 107, αρ. 191. Τέτοιες παραδόσεις αναφέρονται και στην Παναγία (Προμηθεύς ο Πυρφόρος 3, Ρέθυμνο 1927, αρ. 58, σ. ζ΄, C. L. Cardoso, «Die ‘Flucht nach Ägypten’ in der mündlichen portugiesischen Überlieferung”, Fabula 12, 1971, σσ. 199-211, ιδίως σσ. 203 εξ.).
[34] Οι ανέκδοτες πηγές στον Puchner, ό. π., σ. 275.
[35] Puchner, ό. π., σσ. 101 εξ.
[36] Μ. Συμινελάκη/Λιναρδάκη, Κρητικά Λαογραφικά, ά. τ. 1947, σσ. 23 εξ. και ανέκδοτες πηγές στον Puchner, ό. π., σ. 275.
[37] Ματθ. 21, 18-22, Μάρκ. 11, 12-14.
[38] Πολίτης, ό. π., τόμ. Α΄, σσ. 101 εξ., Στ. Κυριακίδης, «Η λοιδοριά. Λαϊκή παράδοσις περί του ξύλου του σταυρού», Λαογραφία 7 (1923), σσ. 266-274,  Δ. Κοντογιάννης, Συλλογή δημοτικών παραδόσεων, Αθήνα 1920, σ. 31 αρ. 25 κτλ.
[39] Στη Θράκη ως βοηθός, στην Κύπρο ως προδότης (Α. Ερωτοκρίτου, «Θρησκευτικοί θρύλοι», Μαθητική Εστία 5, 1955, τεύχ. 15, σ. 160).
[40] Για τις παραδόσεις για το τίμιο ξύλο του Σταυρού βλ. O. Dähnhart, Νatursagen, Leipzig 1907εξ., τόμ. 2, σσ. 207 εξ., 292, Πολίτης, ό. π., τόμ. Β΄, σ. 784. Η “εξήγησις” εφαρμόζει εδώ μια “τυπολογική μεταφορά”: το ξύλο του σταυρού προέρχεται από τον παράδεισο (Χρυσόστομος, Patr. gr. 62: 748), όπου υπάρχει και το δέντρο της Γνώσεως: από το ξύλο του τελευταίου ο Αδάμ έπεσε σε αμαρτία και θάνατο, από το ξύλο του πρώτο ο νέος Αδάμ (Καινή Διαθήκη) απαλλάσσεται από αμαρτία και θάνατο (Κυριακίδης, ό. π.).
[41] Creizenach, ό. π., σ. 14.
[42] Βλ. W. Puchner, «Christus als Magier”, Akkommodationsfragen. Einzelbeispiele zum paganen Hintergrund von Elementen der frühkirchlichen und mittelalterlichen Sakraltradition und Volksfrömmigkeit, München 1997, σσ. 25-28 (σσ. 92-97 οι πηγές). Βλ. επίσης R. Reitzenstein, Hellenistische Wundererzählungen, Darmstadt 19632, σ. 41 και H. Preisker, “Wundermächte und Wundermänner der hellenistisch-römischen Kultur und die Auferweckung des Lazarus”, Wissenschaftliches Jahrbuch der Universität Halle 2 (1952), σσ. 519-523.

Βάλτερ Πούχνερ

Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βιέννη, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα έχει ζήσει στην Ελλάδα. Είναι επίτιµος και οµότιµος καθηγητής Θεατρολογίας στο ΕΚΠΑ (ιδρυτής του Τµήµατος Θεατρικών Σπουδών µαζί µε τον Σ. Α. Ευαγγελάτο) και παρασηµοφορηµένο µέλος της Ακαδηµίας Επιστηµών της Αυστρίας. Επίσης, έχει διδάξει πολλά χρόνια στο Πανεπιστήµιο της Βιέννης, καθώς και σε πολλά ευρωπαϊκά και αµερικανικά Πανεπιστήµια.

Έγραψε πάνω από 120 βιβλία στα ελληνικά, αγγλικά και γερµανικά και δηµοσίευσε περί τα 500 µελετήµατα και περισσότερες από 1.000 βιβλιοκρισίες, για θέµατα της ιστορίας του ελληνικού και του βαλκανικού θεάτρου, καθώς και περί ελληνικής και συγκριτικής λαογραφίας και νεοελληνικών σπουδών και περί της θεωρίας του θεάτρου και του δράµατος. Από πολύ νέος γράφει ποίηση (κυρίως στα ελληνικά) αλλά µόνο πρόσφατα άρχισε να δηµοσιοποιεί τα έργα του.

Μέχρι στιγμής έχουν κυκλοφορήσει περισσότερες από 20 ποιητικές συλλογές. (Ολοκάρπωση, Τελευταίες ειδήσεις, Αστροδρόμια, Η ηλικία της πλάνης, Ο κηπουρός της ερήμου, Οι θησαυροί της σκόνης, Κοντσέρτο για στιγμές και διάρκεια, Δώδεκα πεύκα κι ένας ευκάλυπτος, Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα, Πεντάδες, Το αναπάντεχο, Συνομιλίες στη χλόη, Το χώμα των λέξεων, Τα σημάδια του περάσματος, Τα δώρα, Ο κάλυκας του κρόκου, Υπνογραφίες, Αλάτι στον άνεμο, Η επιφάνεια του μυστηρίου, ο φωτεινός ίσκιος, κ.ά.)

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.