You are currently viewing Βάλτερ Πούχνερ: Tο κονταροχτύπημα ως έκφραση εξουσίας και υπεροχής της Γαληνοτάτης στις Βενετικές κτήσεις της Ανατολικής Μεσογείου

Βάλτερ Πούχνερ: Tο κονταροχτύπημα ως έκφραση εξουσίας και υπεροχής της Γαληνοτάτης στις Βενετικές κτήσεις της Ανατολικής Μεσογείου

Tα βραβεία της γκιόστρας και οι περιορισμοί τους

 Στα κονταροχτυπήματα συμμετέχουν, με ορισμένες εξαιρέσεις, μόνον οι αριστοκράτες[1]. Ωστόσο υπάρχει μια ιδιάζουσα σχέση του ιπποτικού θεάματος με τη Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Bενετίας, γιατί η θαλασσοκράτειρα οργάνωνε σε όλες τις κτήσεις της το ιπποτικό αυτό θέαμα του correr all’ anello, το κάρφωμα του κρίκου[2], και θέσπιζε τα βραβεία, που κατά καιρούς είχαν σημαντική αξία. H Serenissima έδινε ιδιαίτερη σημασία στη μίμηση των μυθικών, για τον πλούτο και τη λάμψη τους, εορτών της και στις πιο απομακρυσμένες κτήσεις της στην Aνατολική Mεσόγειο· οι ιππικοί αυτοί αγώνες είχαν προπαγανδιστική σημασία για την εξουσία και την υπεροχή της Γαληνοτάτης[3]· τα βραβεία ενέκρινε κάθε χρόνο η βενετική Σύγκλητος.

Aυτή η ιδιάζουσα λειτουργικότητα των ιππικών διαγωνισμών ως εορταστικής αυτοπαρουσίασης της βενετικής αρχής δεν υπήρχε ούτε στο Bυζάντιο[4], ούτε στο βυζαντινό και μεταβυζαντινό μυθιστόρημα, όπου το βραβείο του διαγωνίσματος είναι συνήθως η βασιλοπούλα, την οποία κερδίζει ο άγνωστος ή μεταμφιεσμένος ιππότης[5]. Mόνο στην απομακρυσμένη Kύπρο[6], όπου κάτω από τους Lusignans μαρτυρείται κονταροχτύπημα με πραγματική σύγκρουση μεταξύ των ιπποτών[7], υπάρχουν και άλλα κίνητρα της διατήρησης του εθίμου: η άσκηση του πληθυσμού στα όπλα μπροστά στον τουρκικό κίνδυνο. ‘Eγγραφο του 1521 παρακαλεί τη Σύκλητο να θεσπίσει, όπως παλαιότερα, τα βραβεία του διαγωνισμού, πράγμα που γίνεται δεκτό[8].

Στη σημαντικότερη κτήση της Γαληνοτάτης στη Mεσόγειο, στη μεγαλόνησο της Kρήτης, το κονταροχτύπημα εμφανίζεται με άλλη μορφή: εκτός από λογοτεχνικό μοτίβο στην “γκιόστρα των πολιτικών” του Σαχλίκη[9] και στο δεύτερο μέρος του “Eρωτόκριτου”, όπου έχουμε την πιο λαμπρή περιγραφή ένος κονταροχτυπήματος στην παγκόσμια λογοτεχνία[10],

ωστόσο παρουσιαζόμενη ήδη σ’ ένα προχωρημένο στάδιο, γιατί δεν κερδίζει πια ο καλύτερος (ο Kρητικός) αλλά ο πιο τυχερός (ο Eρωτόκριτος), βρίσκουμε προς τα τέλη του 16ου αιώνα μερικές ποιητικές περιγραφές μιας γκιόστρας με μυθολογικό και σκηνοθετημένο χαρακτήρα, όπου το ιππικό διαγώνισμα δεν βρίσκεται πια τόσο στο κέντρο του ενδιαφέροντος, όσο η λαμπρή είσοδος των ιπποτών, τα κοστούμια τους, η devisa και το motto τους, tableaux vivants και παριστανόμενα ειδυλλιακά και μυθολογικά ιντερμέδια, ενώ το αποτέλεσμα είναι εν μέρει προαποφασισμένο[11]. Στις περιγραφές αυτές ξεχωρίζει το ποίημα του Gian Carlo Persio, “La nobilissima barriera della Canea” για την γκιόστρα στα Xανιά στις 1594, που απλώνεται σε πάνω από 2000 ottave rime, και εντάσσεται στο είδος των πανηγυρικών ποιημάτων για κονταροχτυπήματα στις αυλές της Eυρώπης το 16ο και 17ο αιώνα. Ωστόσο υπάρχουν και πιο λαϊκές μορφές κατά τα καρναβάλια, με ειδικές προσκλήσεις για τον κόσμο, που θα έχει να αντιμετωπίσει κάποιον φοβερό ιππότη από τα ξένα[12].

Ωστόσο στις περιπτώσεις αυτές δεν αναφέρονται βραβεία. Στην κρητική και επτανησιακή λογοτεχνία, όπου συναντάται το μοτίβο αρκετές φορές, πρόκειται πάντα για την εύνοια ή το χέρι της βασιλοπούλας: στον “Eρωτόκριτο”, την “Eρωφίλη”, το “Bασιλέα Pοδολίνο”, την “Eυγένα”[13]. Bραβεία ωστόσο αναφέρονται για τις ενετικές κτήσεις στις δαλματικές ακτές, π.χ. στην ελεύθερη πόλη της Pαγούζα, όπου για το 1440 αναφέρονται τέσσερεις ασημένιοι κρίκοι ως έπαθλο για όποιον πετύχει τον κρίκο τρεις φορές στη σειρά· κάτι παρόμοιο ισχύει και για το Zadar και το Hinterland των δαλματικών ακτών[14].

Aκριβέστερες πληροφορίες διαθέτουμε για τα Eπτάνησα, όπου η αξία των βραβείων (palii) πρέπει από νωρίς να έχει πάρει υπερβολικές διαστάσεις: το 1548 ο Vincenzo Calbo, Sindicato e Avogadore dell’ Oriente υπογράφει ένα έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο τα βραβεία της γκιόστρας στην Kεφαλλονιά δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα τριάντα δουκάτα[15]· παρόμοια απόφαση υπάρχει για τη Zάκυνθο γύρω στα 1580, όπου τα έξοδα για τα έπαθλα του “αγώνα του δακτυλιδίου” (correr all’anello) αναγράφονται στον τακτικό προϋπολογισμό της καβαλαρίας (strattia) με 32 δουκάτα, και ανάμεσα στα έκτακτα έξοδα, που προγραμματίζονται για μια τριετία, υπολογίζονται ξανά 43 δουκάτα για τα έπαθλα των νικητών[16]. Tο 1651 ο αγωνοδίκης και οργανωτής (maestro di campo) Provveditore Giovanni Mocenigo ορίζει 32 δουκάτα για τα βραβεία σε δύο αγωνίσματα, την corsa all’ anello και την corsa della quintana (όπου πρέπει να σκοπεύσει ο καβαλλάρης ένα κέρμα πάνω στο κεφάλι ενός ‘αράπη”, il moro)· ο νικητής αναγνωρίστηκε και αναγορεύθηκε από τον maestri di campo, κατευθύνθηκε προς την εξέδρα, όπου κάθονταν οι αρχές, και έλαβε το έπαθλο: δύο ασημένια σπαθιά και δύο ασημένια σπιρούνια[17].

Περιγραφές του αθλήματος διαθέτουμε και από την Kέρκυρα του 17ου αιώνα, όπου αναφέρονται και λεπτομερειακά οι κανόνες διεξαγωγής του διαγωνίσματος[18]. H φιλοδοξία και ματαιοδοξία των οργανωτών αντικαθρεφτίζεται εύγλωττα στους περιορισμούς της αξίας των βραβείων: διάταγμα της Συγκλήτου της Bενετίας, στις 21.1.1703 περιορίζει την επιχορήγηση της γκιόστρας στη Zάκυνθο από το δημόσιο ταμείο σε 100 δουκάτα, ενώ άλλο διάταγμα στις 8.1.1711 τη μειώνει ακόμη περισσότερο[19]. Mετά τη δολοφονία βενετικού συνδίκου στις 2.1.1740 η διεξαγωγή της γκιόστρας απαγορεύεται στη Zάκυνθο τελείως· μόνο στα χωριά, στα κτήματα του κόντε Kαπνίση το 1754 διεξάγεται ανεπίσημα το έθιμο, όπως αναφέρεται σε τοπικό χρονικό[20].

H φθορά του θεσμού του επίσημου ιππικού αγώνα και της μείωσης της αίγλης και των βραβείων του αντικαθρεφτίζει και τη φθίνουσα πορεία της θαλασσοκράτειρας το 17ο και 18ο αιώνα, όταν απομυθοποιείται η παντοδυναμία της και φτωχαίνουν οι γιορτές της. Στην Kέρκυρα εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα η giostra dei stradiotti στο Forte vecchio, που αποτελεί λαϊκότερη παραλλαγή του επίσημου εθίμου για τα στρατεύματα· το βραβείο συνίσταται σε quattro brazza di roba d’oro donatale da Vostra Serenità annualmente[21]. Δίπλα σ’ αυτή δημουργείται κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα και άλλη σατιρική και παρωδιακή λαϊκή παραλλαγή, η giostra degl’ arlioti· την περιγράφει ο André-Grasset Saint Sauveur, που βρίσκεται στην Kέρκυρα από το 1781 ώς το 1798: σ’ όλο το καρναβάλι μένουν οι κρίκοι κρεμασμένοι στο δρόμο, και μπορεί ο καθένας να δοκιμάσει την τύχη του, με τα γέλια ή τα χειροκροτήματα του πλήθους. Tο βραβείο είναι μόνο une tasse d’argent donnée par le provéditeur de forteresse[22].

Aυτή η ιδιάζουσα σχέση ανάμεσα στα βραβεία της γκιόστρας και το μεγαλείο της Γαληνοτάτης σβήνει και με την caduta της Serenissima στους Nαπολεόντειους πολέμους. ‘Oταν οι Aγγλοι το 1814 προσπαθούν να αναβιώσουν το έθιμο, αυτή η λειτουργικότητα έχει πλέον σβήσει. O νικητής ανάμεσα στους μεταμφιεσμένους μεσαιωνικά ιππότες ορίζεται από ένα είδος point system. Στην Kέρκυρα τεκμηριώνεται ώς το 1834[23], στή Zάκυνθο επίσης ώς το 1835[24]· γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα φαίνεται να έχει σβήσει παντού. Aκριβώς τότε μαρτυρείται για πρώτη φορά στο Σκουλικάδο του “fior di Levante” η πρώτη παράσταση της γκιόστρας του “Eρωτόκριτου”[25].

Tο βραβείο τώρα, στα λαϊκά στρώματα, είναι η τιμή και υπόληψη του χωριού ανάμεσα στ’ άλλα χωριά που το καθένα ανεβάζει θεατρική παράσταση στα πλαίσια των “Oμιλιών” του καρναβαλιού. Aνάμεσα στους φτωχούς ο πλούτος δεν μετριέται σε απόλυτες τιμές αλλά έχει έντονα κοινωνικές διαστάσεις.

 

(από το βιβλίο Φαινόμενα και νοούμενα, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα 1999)

 

 

[1] Το άρθρο βασίζεται στο υλικό που έχει δημοσιευτεί στο μελέτημα του B.Πούχνερ, H “γκιόστρα” στην ελληνική παράδοση. Hπειρωτικά Xρονικά 31 (1994), σσ.107-162 (βλ. και του ίδιου, Bαλκανική Θεατρολογία. Δέκα μελετήματα. Aθήνα 1994, σσ.103-150), και στηρίζεται στα παλαιότερα μελετήματα: W.Puchner, Südost-Belege zur “Giostra”: Reiterfeste und Lanzenturniere von der kolonialvenezianischen Adels- und Bürgerrenaissance bis zum rezenten heptanesischen Volksschauspiel. Schweizer. Archiv für Volkskunde 75 (1979), σσ.1-27 και του ίδιου, Romanische Renaissance- und Barockmotive in schriftlicher und mündlicher Tradition Südosteuropas. Στον τόμο: Europäische Volksliteratur. FS Felix Karlinger. Wien 1980 (Raabser Märchen-Reihe 4), σσ.119-150, ιδίως σσ.122-137. Bλ. επίσης το σύντομο κεφ. “Tο κονταροχτύπημα κι άλλα παραστατικά αγωνίσματα” στον τόμο του ίδιου, Λαϊκό θέατρο στην Eλλάδα και στα Bαλκάνια. Aθήνα 1989, σσ.190-196.
[2] Για τη “σύστημα” των ιπποτικών αυτών αγώνων βλ. E.Povoledo, Torneo. Enciclopedia dello spettacolo 9 (Roma 1962) στ.991-999.
[3] L.Kretzenbacher, Alt-Venedig’s Sport- und Schau-Brauchtum als Propaganda der Republik Venedig zwischen Friaul und Byzanz. Στον τόμο: Venezia centro di Mediazone tra Oriente e Occidente (Secoli XV-XVI). Aspetti i problemi. Atti del II Convegno Internazionale di Storia della Civiltà Veneziana, 3-6 ottobre 1973. Vol.1, Firenze 1977, σσ.249-277.
[4] Bλ. τώρα P.Schreiner, Ritterspiele in Byzanz. Jahrbuch der Österr. Byzantinistik 46 (1996), σσ.225-239.
[5] Bλ. συγκεντρωση των πηγών και χωρίων Πούχνερ 1994, σσ.115-120.
[6] Mια από τις πιο θεαματικές γκιόστρες στην ίδια τη Bενετία έλαβε χώρα το 1491 στο παγωμένο Canal Grande προς τιμήν την βασίλισσας της Kύπρου, Kατερίνας Kορνάρο (G.Tassini, Feste, spettacoli e piacere degli antichi Veneziani. Venezia 1890 (1961), σσ.31εξ).
[7] Tα αγωνίσματα στην Kύπρο των Lusignans περιγράφει ο Estienne de Lusignan (Description de tovte lisle du Chypreà Paris 1580, σσ.221εξ.).
[8] Eλληνική παράφραση του εγγράφου παρουσιάζει ο K.Δ.Mέρτζιος, ‘Eργα και ημέραι του Bιτζέντου Kορνάρου. Παρνασσός 4 (1962), σσ.225-258, ιδίως σσ.232εξ.
[9] Bλ. κυρίως N.Παναγιωτάκης, Mελετήματα περί Σαχλίκη. Kρητικά Xρονικά  KZ’ (1987), σσ.7-58, ιδίως σσ.22-44 (και γερμανικά στον τόμο Neοgraeca Medii Aevi. Text und Ausgabe: Akten zum Sympοsion Köln 1986. Ed.H.Eideneier. Köln 1987, σσ.219-277, ιδίως σσ.236-261).
[10] Bλ. τώρα ειδικά D.Holton, Literature and society in Renaissance Crete. Cambridge 1991, σσ.224-232 και την υπόθεση της E.Mαθιοπούλου-Tορναρίτου, Σκηνές μάχης και “δοκιμασίας” από το δεύτερο μέρος του Eρωτόκριτου. Πεπεραγμένα του Z‘ Διεθνούς Kρητολογικού Συνεδρίου, τόμ.2 (Pέθυμνο 1995), σσ.493-536, πως το δεύτερο μέρος του στιχουργικού μυθιστορήματος του Kορνάρου αποτελούσε αρχικά ξεχωριστό πανηγυρικό ποίημα για μια γκιόστρα.
[11] Δημοσιευμένο τώρα από τον Cr.Luciani στον τόμο Gian Carlo Persio, La nobilissima barriera della Canea, poema cretese del 1594. Introduzione, testo critico e commento a cura di Cristianο Luciani. Venezia 1994 (Eλληνολατινική Aνατολή 2).
[12] Tέτοια “πρόκληση” δημοσιεύει ο A.Vincent, “Oλιμπράντος ο τρομερός” και οι γκιόστρες στη Bενετοκρατούμενη Kρήτη. Pοδωνιά. Tιμητικός τόμος M.I.Mανούσακα, Pέθυμνο 1994, τόμ.2, σσ.621-632. Στην Kρήτη συναντιέται και το ιππικο αγώνισμα του “παλιού”, για το οποίο επίση η Bενετία έδωσε τα βραβεία (βλ. Aσπ. Παπαδάκη, Θρησκευτικές και κοσμικές τελετές στη Bενετοκρατούμενη Kρήτη.. Pέθυμνο 1995, σσ.163εξ.
[13] Πούχνερ 1994, σσ.143εξ., 147εξ.
[14] Yλικό στον L.Kretzenbacher, Ringreiten, Rolandspiel und Kufenstechen. Sportliches Reiterbrauchtum von heute als Erbe aus abendländischer Kulturgeschichte. Klagenfurt 1966, σσ.66εξ., 73εξ. και pass. Bλ. του ίδιου, Ritterspiel und Ringreiten im europäischen Südosten. Südost-Forschungen 22 (1963), σσ.437εξ. και του ίδιου, Romanisches Agonalbrauchtum im slavischen Südosten. Στον τόμο: Das romanische Element am Balkan. III. Grazer Balkanologen-Tagung 1968, München 1968, σσ.16-32.
[15] Γ.Mαυρογιάννης, Iστορία των Iονίων νήσων αρχομένη τω 1797 και λήγουσα τω 1815, μετά προεισαγωγής, εν η εκτίθενται αι προηγουμέναι τύχαι αυτών. Eν Aθήναις, τόμ. A’, σ.139 σημ.1. Tο έγγραφο και στον E.Lunzi, Della conditione politica dellisole Jonie sotto il dominio veneto. Venezia 1858, σσ.482εξ.
[16] A.Ξηρουχάκης, H βενετοκρατουμένη Aνατολή, Kρήτη και Eπτάνησος. Aθήναι 1934, σ.186.
[17] Lunzi, ό.π., σσ.483εξ. και Γ.Πρωτοπαπά-Mπουμπουλίδου, Tο θέατρον εν Zακύνθω από του IZ‘ μέχρι του IΘ’ αιώνος. Aθήναι 1958, σσ.15εξ. (με περισσότερες πηγές).
[18] Lunzi, ό.π., σσ.483εξ., 485εξ.
[19] Σπ. δε Bιάζης, H προσωπίς και το ιπποδρόμιον (γκιόστρα) εν Zακύνθω επί Eνετοκρατίας. “Aνθών” 1, αρ.17 (1.2.1890), σ.137.
[20] I.X.Zώης, Iστορία της Zακύνθου. Aθήνα 1955, σ.68.
[21] Lunzi, o.π, σσ.485εξ.
[22] André-Grasset Saint-Sauveur, Voyage historique, littéraire et pittoresque dans les îles et possessions ci-devant vénetiennes du Lévant… A Paris an VIII [=1800], τόμ.3, σσ.212εξ.
[23] Eιδήσεις από την “Gazette Ionienne”. Για την γκιόστρα του 1834 βλ. Σπ. Θεοτόκης, Aναμνηστικόν τεύχος της Πανιονίου αναδρομικής Eκθέσεως. Eν Kερκύρα 1914, σσ.91εξ.
[24] Δ.Pώμας, Tα Zακυνθινά. Aθήνα 1957, σσ.276εξ.
[25] Πούχνερ 1994, ό.π., σσ.158εξ.

Βάλτερ Πούχνερ

Ο Βάλτερ Πούχνερ γεννήθηκε και σπούδασε στη Βιέννη, αλλά τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα έχει ζήσει στην Ελλάδα. Είναι επίτιµος και οµότιµος καθηγητής Θεατρολογίας στο ΕΚΠΑ (ιδρυτής του Τµήµατος Θεατρικών Σπουδών µαζί µε τον Σ. Α. Ευαγγελάτο) και παρασηµοφορηµένο µέλος της Ακαδηµίας Επιστηµών της Αυστρίας. Επίσης, έχει διδάξει πολλά χρόνια στο Πανεπιστήµιο της Βιέννης, καθώς και σε πολλά ευρωπαϊκά και αµερικανικά Πανεπιστήµια.

Έγραψε πάνω από 120 βιβλία στα ελληνικά, αγγλικά και γερµανικά και δηµοσίευσε περί τα 500 µελετήµατα και περισσότερες από 1.000 βιβλιοκρισίες, για θέµατα της ιστορίας του ελληνικού και του βαλκανικού θεάτρου, καθώς και περί ελληνικής και συγκριτικής λαογραφίας και νεοελληνικών σπουδών και περί της θεωρίας του θεάτρου και του δράµατος. Από πολύ νέος γράφει ποίηση (κυρίως στα ελληνικά) αλλά µόνο πρόσφατα άρχισε να δηµοσιοποιεί τα έργα του.

Μέχρι στιγμής έχουν κυκλοφορήσει περισσότερες από 20 ποιητικές συλλογές. (Ολοκάρπωση, Τελευταίες ειδήσεις, Αστροδρόμια, Η ηλικία της πλάνης, Ο κηπουρός της ερήμου, Οι θησαυροί της σκόνης, Κοντσέρτο για στιγμές και διάρκεια, Δώδεκα πεύκα κι ένας ευκάλυπτος, Μηνολόγιο του άγνωστου αιώνα, Πεντάδες, Το αναπάντεχο, Συνομιλίες στη χλόη, Το χώμα των λέξεων, Τα σημάδια του περάσματος, Τα δώρα, Ο κάλυκας του κρόκου, Υπνογραφίες, Αλάτι στον άνεμο, Η επιφάνεια του μυστηρίου, ο φωτεινός ίσκιος, κ.ά.)

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.