You are currently viewing Βαγγέλης Μπουμπάκης: Μια συζήτηση με την Παυλίνα Παμπούδη για Τα Ποιήματα του Τ. Σ.Έλιοτ

Βαγγέλης Μπουμπάκης: Μια συζήτηση με την Παυλίνα Παμπούδη για Τα Ποιήματα του Τ. Σ.Έλιοτ

Τα Ποιήματα του T.S Eliot | Συζήτηση του Βαγγέλη Μπουμπάκη με την ποιήτρια και μεταφράστρια Παυλίνα Παμπούδη για την νέα, αναθεωρημένη έκδοση των ποιημάτων του T.S. Eliot στις εκδόσεις Printa/Ροές

 

 

Β. Μπ: Ποιος είναι για εσάς ο Έλιοτ και ποια η πρώτη επαφή σας με το έργο του;

 

 

Π.Π.: Είχα διαβάσει νεαρή μερικά ποιήματα του – σε πολύ κακή μετάφραση, μάλλον απόδοση:  σκέφτηκα πως πρόκειται για κάποιο είδος  Καθολικού Σεφέρη, πιο στεγνού, πιο λόγιου… (Δεν ήξερα τότε πως μάλλον συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο – τώρα, θα μπορούσα να θεωρήσω τον Σεφέρη ένα είδος Ορθόδοξου Έλιοτ, πιο φωτεινού, πιο ανθρώπινου).

Ήταν πάντως η εποχή που είχα γενικά άλλη εικόνα για την ποίηση, την ήθελα λυρική, δροσερή, ουράνια, με μεγάλα πετάγματα – ήμουν Ελυτοτραφής. Ούτε που μου είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι κάποτε θα καταπιανόμουν με τον «βαρύ» Έλιοτ. Συνέβη όμως το εξής (το αποκαλύπτω και στην εισαγωγή αυτής της νέας έκδοσης των ποιημάτων του):

Το 1984, πήγα για σπουδές ζωγραφικής στο Λονδίνο. Ο προηγούμενος ένοικος της σοφίτας που νοίκιασα είχε ξεχάσει εκεί, εκτός από μια ποσότητα εξαιρετικού τσαγιού, και  δυο εξαιρετικά βιβλία. Το ένα ήταν το Alice in Wonderland, του Lewis Caroll –πολύ παλιά έκδοση, με εικονογράφηση του συγγραφέα– και το άλλο, το Selected Poems του T.S. Eliot, επίσης παλιά έκδοση: Faber Paperbacks, 1954. Τι σημάδι της μοίρας!

Ήπια το τσάι (συνεχίζω να πίνω αυτή την ίδια μάρκα) και άρχισα να μεταφράζω και τα δυο βιβλία σχεδόν αμέσως και σχεδόν παράλληλα: όταν με «σκοτείνιαζε» πολύ ο Έλιοτ κατέφευγα στη χαρίεσσα γραφή του Κάρολ (έκανα τη μετάφραση όχι μόνο σαν άσκηση, αλλά και σαν ένα «πιο βαθύ» διάβασμα). Ο ένας με τάραζε με το ιερατικό, υποβλητικό ύφος της γραφής του, την αγωνία και τους σκοτεινούς, σκολιούς παράδρομους της σκέψης του, ο άλλος με συνέφερνε με την  παιγνιώδη φαντασία του.

Η μεν «Αλίκη» ολοκληρώθηκε σύντομα –έστειλα το χειρόγραφο με τη θεία μου στην Αθήνα (δεν υπήρχε τότε internet) και εκδόθηκε ταχύτατα, το 1985–, ο δε Έλιοτ, πάντα «ξένος» για την τότε ιδιοσυγκρασία μου, συνέχισε να βασανίζεται και να με βασανίζει μέχρι τις αρχές του επόμενου αιώνα… Είχε γίνει πια για μένα ένα είδος «κηδεμονικού φαντάσματος»! Οπότε, τα ποιήματά του εκδόθηκαν για πρώτη φορά μόλις το 2003.

Αλλά, όπως λέει κι ο ίδιος, πάντα υπάρχει «καιρός για θεωρήσεις κι αναθεωρήσεις». Μετά είκοσι τόσα έτη λοιπόν, ήρθε και για μένα ο καιρός για κάποια αναθεώρηση  αυτού του πονήματος.

Τον προσέγγισα από την αρχή, προσπάθησα να τον ερμηνεύσω ξανά (η πολυδιάστατη ποίηση έχει πολλά επίπεδα – επιδέχεται πολλές αποχρώσεις ερμηνείας, απαιτεί πολλές αναγνώσεις, είναι ανεξάντλητη) και επεδίωξα να «λειάνω» κάποιες αδεξιότητες σε νόημα ή ρυθμό.

 

Β. Μπ.: Δώστε μας μια εικόνα των κυριότερων στιγμών της ζωής και του έργου του. 

Σε ποια εποχή γράφει τα έργα του και πως επηρεάζεται από τα λογοτεχνικά ή τα κοινωνικά κινήματα αυτής; Πώς ενδεχομένως εξηγείται η θρησκευτική του μεταστροφή;

 

 

Π.Π.: Δεν μπορώ να σας δώσω εγώ εικόνα των κυριότερων στιγμών της ζωής του, εκείνος όμως λέει για τις «δυο πιο ευτυχισμένες περιόδους της»: ήταν τα παιδικά του χρόνια (λάτρευε την μητέρα του, Σαρλότ Τσαμπ Στερνς, η οποία ήταν επίσης ποιήτρια), και η ζωή του με τη δεύτερη σύζυγό του, την Βάλερι Φλέτσερ.

Η ποίησή του γράφεται σε εποχή ανατροπών, κοινωνικής και πολιτικής αστάθειας και είναι το μετείκασμα ενός παθητικού μελλοθάνατου πολιτισμού, του Δυτικού πολιτισμού, που βρίσκεται να αντιμετωπίζει τις καταστροφικές συνέπειες του πολέμου.

Είχε πρόγονο τον καλβινιστή Άντριου Έλιοτ, ο οποίος στα τέλη του 17ου αιώνα μετα­νάστευσε από το East Coker του Σόμερσετ της Αγγλίας στην Αμερική, και δί­κασε αρκετές μάγισσες στο Σάλεμ. Επίσης, ο παππούς του ποιητή, ο Γουίλιαμ Γκρίνλιφ Έλιοτ, ήταν ιε­ρέας μιας προτεσταντικής αίρεσης, του Ουνιταριανισμού, που πίστευε στην προ­σωπική ευθύνη, την ηθική τελείωση, τη συναισθηματική εγκρά­τεια και τον οπτιμισμό.

Ο νεαρός Έλιοτ, λοιπόν, από τότε που αρχίζει να γράφει, δείχνει πως μάλλον φέρει στην ψυχοσύνθεσή του γονιδιακά «τραύματα» στο θέμα της πίστης.

Ο ίδιος, σχολιά­ζοντας τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, γράφει ότι από το αντιτριαδικό δόγμα (ουνιταριανισμό) πέρασε στον αγνωστικισμό, στρά­φηκε στον βουδισμό, καταλήγοντας τελικά στην αγγλικανική μορφή του καθολικισμού.

Οι θρησκευτικές αυτές αναζητήσεις του δεν γινόταν παρά να δώσουν στη γραφή του έναν ιερατικό τόνο κάνοντας την ποίησή του εξομολόγηση μιας ατελούς πίστης, η οποία όμως αίρει τον ατελή άνθρωπο πάνω από τον εαυτό του.

 

Β. Μπ.: Με τι θεματολογία καταπιάνεται και πώς προβάλλεται αυτή μέσα στο έργο του;

 

 

Π.Π.: Κυρίαρχα θέματα στο έργο του είναι ζητήματα της σχέσης μεταξύ ύλης και πνεύματος, Η ανθρωποκεντρική ποίησή του απηχεί την καταθλιπτική αίσθηση της ασημαντότητας του ατόμου, την αποτυχία των ιδεολογιών, την έλλειψη συλλογικού οράματος για το μέλλον, το κενό μιας νέας, ρηχής αστικής τάξης, και την αναζήτηση κάποιου νοήματος μέσω της θρησκευτικής πίστης.

 

 

Β. Μπ.: Ποια στοιχεία χαρακτηρίζουν τα γραπτά του: Το ερωτικό τραγούδι του Τζ. Άλφρεντ Προύφροκ, Τετάρτη της Σποδού, Έρημη Χώρα και Τέσσερα Κουαρτέτα; Και ποια η αφορμή για την συγγραφή τους;

 

 

Π.Π.: Όλο το έργο του είναι ένα παζλ, σύνθεμα πολλών ψηφίδων από άλλα έργα, που έχουν αρμοστεί με αξιοθαύμαστη δεξιότητα, δημιουργώντας άλλες, καλειδοσκοπικές  εικόνες στους δευτερογενείς συμβολισμούς των ποιημάτων. Παντού υπάρχουν αναφορές (άλλες φανερές άλλες καλοκρυμμένες) σε πάμπολλα ετερόκλητα στοιχεία από την κοσμική και τη θρησκευτική γραμματεία αιώνων, π.χ. από Ουπανισάδες, από Οβίδιο, από Εκκλησιαστή , από Ιεζεκιήλ, από Σαίξπηρ, από Ντάντε, από Ιερό Αυγουστίνο κ, ά.

 

 

Β. Μπ.: Γιατί γράφει και ποια η σημαντικότερη δυσκολία που αντιμετώπισε ως ποιητής;

 

Π. Π.: Φαντάζομαι πως γράφει για τον ίδιο λόγο που γράφουν όλοι – από τους πιο σπουδαίους μέχρι τους τρέχοντες ποιητές: γράφει προσπαθώντας  να ερμηνεύσει τον κόσμο  και να ερμηνευτεί και ο ίδιος– απλά πράγματα δηλαδή…

Η δυσκολία που συνάντησε θα ήταν, πιθανόν, η ίδια που συναντάμε όλοι όταν επιχειρούμε να καταπιαστούμε με υποθέσεις  που υπερβαίνουν την προσληπτική ικανότητα του νου μας.

 

 

Β. Μπ.: Ο Έλιοτ χρησιμοποιεί πληθώρα στίχων και χωρίων άλλων ποιητών και μη. Υπό μία έννοια θα μπορούσε να θεωρηθεί και λογοκλόπος. Μάλιστα ο ίδιος είχε πει: οι ανώριμοι ποιητές μιμούνται και οι ώριμοι ποιητές κλέβουν. Εδώ βέβαια διακυβεύεται η έννοια της παρθενογένεσης στην τέχνη και τα όρια της. Ποια η γνώμη σας για όλη αυτή την παραφιλολογία;

 

 

Π.Π.: «Η ποιητική φωνή του Έλιοτ είναι μοναδική, εντούτοις φτιάχτηκε από τις φωνές πολλών άλλων ποιητών, τις οποίες υιοθέτησε ή δανείστηκε» όπως γράφει στη βιογραφία του ποιητή ο Πήτερ Άκροϊντ. Αυτό το μπόλιασμα με ξένους στίχους (που τώρα πια είναι πολύ συνηθισμένο και τόσο εκτεταμένο) συχνά κάνει δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ πιθανής κρυπτομνησίας, άδολου διανθίσματος – και κάποιου είδους διπλωματικής λογοκλοπής.

Η παρθενογένεση, όπως αναφέρεται και σε σχετικό άρθρο του Περί ου, αφορά μάλλον μόνο στις μελίγκρες και σε μερικούς άλλους πιο απλούς (ή ίσως πιο προχωρημένους) οργανισμούς…

 

Β. Μπ.: Πείτε μας  δυο λόγια για τον τόμο με τα ποιήματα που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Printa/Ροές με δική σας εισαγωγή και μετάφραση και επιμέλεια-επίμετρο της Εύης Μαυρομμάτη.

 

 

Π.Π.: Αν είναι να πω δυο λόγια, τα δυο λόγια θα είναι: Αξιοπρόσεχτο Πόνημα!

Αν είναι να πω πιο πολλά, λέω: Ω, αν δεν ήταν η επίμονη, σχολαστική, λεπτολόγος και πεισματάρα Εύη Μαυρομμάτη, πιστεύω πως η printa /Ροές δεν θα είχαν να παρουσιάσουν τέτοια ολοκληρωμένη δουλειά. Ο συνδυασμός μας – εγώ ψυχαναγκαστικά ενθουσιώδης, παρορμητική, βιαστική, εκείνη γειωμένη, επιμελής, προσεχτική, υπήρξε ευεργετικός για το αποτέλεσμα.

 

 

Β.Μπ.: Πώς δουλέψατε την μετάφραση των ποιημάτων σε αυτή την αναθεωρημένη έκδοση και ποιες δυσκολίες περιλαμβάνει η τριβή με το έργο του Έλιοτ;

 

 

Π.Π.: Την δούλεψα με περισσότερη ωριμότητα (φυσικά) και μεγαλύτερο σεβασμό προς το μέγεθος του ποιητή. Τον είχα γνωρίσει πια καλά…

Η δυσκολία ήταν να μην πάθω ανήκεστο βλάβη αλλά μάλλον την έχω πάθει πια: με τη χρόνια συναναστροφή μαζί του, επηρεάστηκα και, άθελά μου, ήδη γράφω κι εγώ με πιο σκοτεινό, πυκνό, σχεδόν ασφυκτικό τρόπο όπως εκείνος…

 

 

Παυλίνα Παμπούδη. Ποιήτρια, συγγραφέας, μεταφράστρια, εικονογράφος.
(Σπουδές: Φιλοσοφική Σχολή Αθήνας, Byam Shaw School of Arts, Λονδίνο). Έχει εκδώσει 18 ποιητικές συλλογές, τέσσερα βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Εργάστηκε ως καθηγήτρια, copywriter σε διαφημιστικές εταιρίες, αγιογράφος, αισθητικός, editor σε εκδοτικό οίκο κ.λπ. Επίσης, έχει κάνει τρεις ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, έχει γράψει αρκετά σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, και ένα παιδικό της βιβλίο κυκλοφορεί σε Ιταλία, Ισπανία, Αργεντινή και Ισραήλ. Επίσης, μια συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων της κυκλοφορεί στην Γαλλία.

 

 

 

Συνέντευξη: Βαγγέλης Μπουμπάκης, Μάρτης 2025, Ηράκλειο Κρήτης
(Αναδημοσίευση από το extremeways.gr )

 

 

 

 

 

 

Παυλίνα Παμπούδη

Η Παυλίνα Παμπούδη σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου (Ιστορία – Αρχαιολογία) και παρακολούθησε μαθήματα Μαθηματικών στη Φυσικομαθηματική Σχολή και ζωγραφικής στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Αθήνα και στο κολέγιο Byahm Show School of Arts του Λονδίνου. Έχει εκδώσει μέχρι στιγμής 15 ποιητικές συλλογές, 3 βιβλία πεζογραφίας, περισσότερα από 40 βιβλία δήθεν για παιδιά και 31 μεταφράσεις λογοτεχνικών έργων. Επίσης, έχει κάνει 3 ατομικές εκθέσεις ζωγραφικής, και έχει γράψει σενάρια για το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, καθώς και πολλά τραγούδια.

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.