You are currently viewing Βασιλική Κοντογιάννη: Μορφές άρνησης εαυτού; – Πρόσωπα από την ποίηση του Βασίλη Παπαβασιλείου
Papavasileiou_Vasilis_Poems_2020_DIGITAL_CS2_003.indd

Βασιλική Κοντογιάννη: Μορφές άρνησης εαυτού; – Πρόσωπα από την ποίηση του Βασίλη Παπαβασιλείου

Πολλές φορές αναρωτήθηκα γιατί η τόσο, ας πούμε, ήπια κι ευγενική ποίηση του Β. Π. γεννούσε στην ανάγνωση κάποτε τόσο βαθιά επίπεδα απόγνωσης. Υπαρξιακή θα μπορούσα να χαρακτηρίσω αυτή την τελευταία. Απόγνωσης που συνδέεται με τις συνειδητές επιλογές, όσες εφαρμόζουν σε καίριες ώρες στον βίο τους τα πρόσωπα της ποίησης, τα οποία εκφράζονται εδώ. Οι εσωτερικοί αυτοί μονόλογοι, όπως επανέρχονται στο έργο του ποιητή, υποβάλλουν στον αναγνώστη αντίστοιχα ερωτήματα αυτογνωσίας , που μπορεί να οδηγούν σε αίσθημα ιλίγγου. Υποθέτω ότι αυτός ο ίλιγγος υπήρξε η πρώτη μου βιωμένη εμπειρία της ποιητικής φωνής που ακούμε σε όσα ακολουθούν.

Τέσσερις συλλογές πάνω σε οχτώ χρόνια, από το 2014 ως το 2021, με τίτλους Άγνωστες πύλες (2014), Ενόραση (2016), Χωρίς σημαίες (2016), Η μνήμη της ίριδας (2021), όλες εκδεδομένες από τις εκδόσεις Ιωλκός. Συλλογές όπου οι μορφές των ποιημάτων εναλλάσσονται, αλλά και κάποτε συμπυκνώνονται σε ποίηση χάι-κου. Ωστόσο δεν θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι ο Βασίλης Παπαβασιλείου  καλλιεργεί παλαιότερους τρόπους στιχοποιίας (με ελάχιστες εξαιρέσεις). Πρόκειται για σαφέστατα νεωτερικό ποιητή, στέρεα ακουμπισμένο στην παράδοση του ελεύθερου στίχου.

Οι εσωτερικές συνομιλίες αυτής της ποίησης έχουν πολύ συχνά δραματικό χαρακτήρα. Παραθέτω από το ποίημα «Το τρόπαιο» της πρώτης συλλογής:

«Πρέπει να το ποτίζεις

το ανεκπλήρωτο πάθος σου

να βρει τη δύναμη

το χώμα να τρυπήσει

κι ας το να γιγαντωθεί

μέχρι κι αυτά

τα μαύρα σύννεφα του σφάλματος.

 

Κι ας είναι αυτό

το άκριτο ανόμημα

το μόνο τρόπαιο της άλωσης

της ακύμαντης ζωής σου.»

Καθώς στρέφονται προς βυθισμένα πεδία επιθυμιών, οι συνομιλίες αυτές οδηγούν προς εικόνες αδιεξόδων. Και τα αδιέξοδα πολλαπλασιάζονται, φτιάχνοντας λώρους με την καθημερινότητα. Ένα παράδειγμα, από τα χάι-κου της ίδιας συλλογής, που αποτελούν το δεύτερο, απόλυτα εναργές, τμήμα της:

«Περιστολή»

«Δεν πειράζει που

φοβάσαι, πειράζει που

καθηλώνεσαι.»

Κι ακόμα:

«Πρωί»

«Τελικές πρόβες

-γκριμάτσες στον καθρέφτη.

Φεύγω για δουλειά.»

Επίσης :

«Μεταμφίεση»

«Εξωραΐζουν,

καμουφλάρουν τα κενά.

Μάσκες ένδοθεν.»

 

Στροφή προς εαυτόν, με τρόπο σταθερό και αυτοτιμωρούμενο; Αναρωτιέμαι πού θα βρω τα πρόσωπα των Άλλων στην ποίηση του Βασίλη Παπαβασιλείου. Βρίσκω ζώα και πουλιά, φως και φυσικά φαινόμενα, τόπους της πόλης και πνιγηρές διαδρομές αντικρουόμενων συναισθημάτων. Βρίσκω και στιγμές έκπαγλης ωραιότητας:

«Ο κότσυφας»

«Γλυκοκέλαϊδες οι λέξεις

πεταρίζουν απ’ τη βερυκοκιά,

χτυπούν τον ουράνιο θόλο

και πέφτουν αργά

σαν πολύχρωμα βεγγαλικά.

 

«Είμαστε ίδιοι»

του λέω

«τα ίδια γράφω κι εγώ»

δείχνοντάς του

τα μουτζουρωμένα μου χαρτιά

 

«Κοίτα! Ο ήλιος

κρύβει αληθινούς θησαυρούς

κι εαρινές εικόνες

στην πτητική μελάνη μου!».

 

«Ναι…» μου απαντά

«…μόνο που

ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ η αλήθεια,

είμαι η ίδια η εικόνα!».

 

Όπου η ποίηση, περνώντας κι αυτή στο βασίλειο της αμφισβήτησης, χάνει από τον λατρευτικό χαρακτήρα της θυσίας, ενώ γίνεται υπάκουη λάτρης του κόσμου στη θαυμαστή όψη του.

Τα χάι-κου της δεύτερης συλλογής, η οποία εκφέρεται στο σύνολό της σε αυτή τη μορφή.  επιτρέπουν ορισμένες φορές εκλάμψεις ονείρου κι ερωτισμού:

«Το φουστάνι σου

κοντός φράχτης στης Εδέμ

τη μεθόριο»

Έτσι, η λιτότητά τους ενεργεί ρυθμιστικά πάνω στην υπερβολή της άκραιφνης ματαίωσης εαυτού, με τις διαβρωτικές αμφιβολίες που την συνέχουν. Και αυτά όμως τα σύντομα ποιήματα, συχνά τονίζουν την μετάπτωση, οδηγώντας προς την απομυθοποίηση ή την άμεση σάτιρα. Πικρή μετάπτωση, αλλά γοητευτική και ενδιαφέρουσα. Θυμίζει κάπως, στη δική μου τουλάχιστον ικανότητα πρόσληψης, τα λίμερικς, χωρίς ακριβώς τον χαρακτήρα του άλογα αστείου που διαμορφώνει εκείνα.

Ένα παράδειγμα:

«Εθνική γιορτή.

Σκόνη μνήμης σκεπάζει

την ανάταση.»

Ή ακόμα:

«Συστηματικός;

Μα μου ταιριάζει  τόση

Ελαφρότητα;»

 

Οπωσδήποτε, για να περάσουμε σε συμπληρωματικό τύπο παρατηρήσεων, το πρώτο ποίημα της πρώτης συλλογής, αφιερωμένο στον θάνατο της μητέρας, όπως και το πρώτο ποίημα της τρίτης συλλογής, αφιερωμένο στον θάνατο του πατέρα, επιτρέπουν στον αναγνώστη την ανάταση. Το πρόσωπο που κοιτάζει εδώ την απώλεια και σκέφτεται τους δεσμούς αγάπης, είναι σε θέση να θεραπεύσει την αγωνία του πόνου ή έστω να την επουλώσει κάπως.

«14.-4-2013

  Στον πατέρα

«Αυτήν τη φορά

δεν εμφιλοχώρησε

ο χαλκευτής Φοβήτορας.

Στην καμπή της νύχτας

Έστερξε η Θεία Πασιθέη

να βιώσεις στο διηνεκές

νηπενθής

αυτό που τόσο λαχταρούσες.

Την περιδίνηση

της γλυκιάς μέθης που γέρνει

τα βλέφαρα κι αποκαλύπτει

το θύρωμα του άπλετου φωτός.»

 

Η συνεχής αναζήτηση στην επαφή με το υψηλό, το ωραίο, με τον έρωτα ή με την άνθιση των ιδανικών προσδίδει στη συλλογή Χωρίς σημαίες ένα βαθύτερο, ρομαντικό θα έλεγα, με την έννοια της τεχνοτροπίας, χαρακτήρα. Τα πρόσωπα που εκφράζονται ποθούν την αυθεντική δύναμη του βίου. Όμως ακόμα κι η γραφή δεν καταφέρνει να την αγγίξει στην αληθινή της ουσία.

«Απών»

«Σφριγούν

με άσματα αδιάλειπτα

οι νότες εκπνέουν

σε ξέφρενες χορογραφίες.

Παρασιτούν

σε υποθηκευμένες διαδρομές

παγανίζοντας

τους επιταχυντές της θέλησης.

 

Μοναδική αταξία

μία γνώριμη σκιά

που έμαθε με την αδέξια γραφή

να κρυφακούει ασάλευτη

την κραυγή της ζωής.»

Περίπου στους ίδιους τόνους, που επιχείρησα να περιγράψω με τα προηγούμενα, ξετυλίγεται και η τέταρτη συλλογή:

«Πριν την κατεδάφιση

[Σόλωνος και Ανδρομάχης]

[…….]

«Οσμή χυτηρίου διαχέεται με απορροή λεωφόρου διαττόντων

αποφλοιωμένων σε ατμόσφαιρα έλπισης, μόνωσης

φόβου κι επιθυμίας.

Κάπως έτσι συντελείται και η αλλοπρόσαλλη ενόρμηση.

Στον τρισδιάστατο ίσκιο του ιδανικού και του διηνεκούς

του αβέβαιου και του τίποτα

στις συντεταγμένες δηλαδή

που ορίζουν το άπαν.»

Όμως σε αυτή τη συλλογή κάνει αισθητή την παρουσία της μια καινούρια όψη της ποίησης του Βασίλη  Παπαβασιλείου, μολονότι εισάγεται ήπια και προσεκτικά. Νέος τύπος συγκίνησης αναβλύζει, ικανός να ξεφύγει από τη δίνη της εσωτερικότητας ή την αμφισβήτηση εαυτού:

«Πρωτόγαλα με αίμα»

«Στη συμπόνια του δειλινού γαλήνεψε το ψυχορράγημα

οι τελευταίες αχτίδες εξατμίζουν τον ιδρώτα της καταφυγής.

Τουλάχιστον –αν και λεχώνα- αξιώθηκε την έσχατη δόλιχο

δε σπαταλήθηκε βορά ασωτίας σε τσιγκέλι.

Ξέρει, το πρωτόγαλα με αίμα ανασταίνει τους νεοσσούς

γερμένα μητρικά βλέφαρα έντυσαν το συφοριασμένο βλέμμα

υπήνεμη υστέρα.

 

Με δοτικότητα παραμάνας μεταγγίζει

στους εξαντλημένους σκύμνους

τη στοργή και την ψυχή της

η αντιλόπη.»

 

Στη συλλογή αυτή η συνομιλία με τους τρόπους άλλων ποιητών επιτείνεται και δείχνει με ακρίβεια την αφομοιωμένη τροφή, όπως έρχεται από την αγάπη που τρέφει ο Β.Π. για την ποιητική παράδοση. Βλέπουμε τον Τέλλο Άγρα, τον Κώστα Παπαγεωργίου, τον Γιώργο Βέη. Δεν είναι η πρώτη φορά που συναντάμε την ποίηση των άλλων αφομοιωμένη, με σαφή πάντοτε  αναφορά. Νομίζω  όμως ότι εδώ η συνομιλία φθάνει σε σημεία κορύφωσης. Θα δώσω μόνο ένα τελευταίο παράδειγμα, το οποίο θεωρώ απόλυτα ενδεικτικό  ως προς την κατεύθυνση, η οποία μοιάζει να ανοίγεται σταθερά, δηλώνοντας ίσως προοπτική μέλλοντος:

Η συνομιλία μάς οδηγεί στον Τέλλο Άγρα.

«Τα μικρά έντομα στη λάμπα»

«Στο επίκεντρο της νύχτας πυρπολείται ο σφυγμός.

Περιφρονώντας προκλητικά τη λιμοκτονία της διάρκειας

κραυγές ξεχύνονται από την τήξη της σιωπής῾

η υπερούσια σφαίρα βρίθει από εκπνοές ξέφρενου βόμβου

δεν περισσεύει χώρος για ελάσσονες κλίμακες.

 

Στοιχίζεται, μετριέται με τη στιγμιαία μαρμαρυγή

πασχίζει να ταυτιστεί με το ρυθμό ο στιχοπλόκος.

Δυσκολεύεται από το σκοτεινό του εξώστη ν’ απεικονίσει

το ειδικό βάρος αυτού του μικρού φυσικού φαινομένου*:

την απερίσπαστη επιμονή να γίνουν πυροτέχνημα

σ’ ένα ξεφάντωμα μιας ανάσας

με λίγες κάλπικες αυγινές σπίθες.»

 

*

Μάρτιος 2023

Αφήστε μια απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.