Ο ΞΕΧΩΡΙΣΤΟΣ ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ … ανήσυχος, ασυμβίβαστος, με εικαστικό ταλέντο και γνώσεις, έντονη και εκρηκτική προσωπικότητα, Γεννήθηκε σαν σήμερα ….Η αντίσταση, το ΕΑΜ, η Μακρόνησος, το έργο του ….
Ο Νίκος Κούνδουρος (15 Δεκεμβρίου 1926 – 22 Φεβρουαρίου 2017) αποτελεί αναμφίβολα μια από τις σημαντικές μορφές στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, καταγράφοντας μια πορεία πέντε δεκαετιών. Οι ταινίες του αποτελούν σπουδαία παρακαταθήκη, ενώ βρίσκονται σήμερα σε κινηματογραφικά μουσεία και ταινιοθήκες της Ευρώπης και της Αμερικής, ενώ ο ίδιος εκτιμήθηκε διεθνώς από ανθρώπους των Γραμμάτων και των Τεχνών….Τρυπώνω-Ξετρυπώνω
…. Κατά κάποιο τρόπο έζησα ένα μέρος της ζωής μου μέσα σε προνόμιο. Υπήρξα γόνος μιας μεγαλοαστικής οικογένειας και μεγάλωσα ως χαϊδεμένο παιδί, ακόμα και στην Κατοχή. Όταν η Ελλάδα θρηνούσε χιλιάδες νεκρούς από πείνα, εμείς ως εύπορη Κρητική οικογένεια τα είχαμε όλα. Τελευταία χρονιά του πολέμου άλλαξε η ζωή μου, όταν εντάχθηκα σε μια αριστερή οργάνωση και με τη συμμετοχή μου στον ένοπλο αγώνα που ονομάστηκε Αντίσταση. Τραυματίστηκα με τρεις σφαίρες στο πόδι. Γλίτωσα από την εκτέλεση γιατί με πέρασαν για Άγγλο, έτσι όπως ήμουν ξανθός με γαλανά μάτια…».
Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας.
Κατά τον εμφύλιο πόλεμο, όντας ενεργό μέλος του ΕΑΜ από τα χρόνια της κατοχής, εξορίστηκε για 4 χρόνια στην Μακρόνησο. Επιστρέφοντας από την εξορία, είχε ήδη αποφασίσει να ασχοληθεί με την κινηματογραφική σκηνοθεσία…Τρυπώνω- Ξετρυπώνω.
….Μελετώντας αδιάκοπα τον παγκόσμιο κινηματογράφο, ξεκινάει τη σκηνοθεσία το 1954, με την ταινία «Μαγική Πόλις»
Η ταινία, παίρνει εξαιρετικές κριτικές, αντιμετωπίζεται θετικά και από το ελληνικό κοινό, ξαφνιάζει το Φεστιβάλ της Βενετίας -αν και συμμετέχει ανεπίσημα λόγω της ελληνικής λογοκρισίας – και ο Κούνδουρος θεωρείται από πολλούς «αποκάλυψη».
Δεύτερη ταινία του είναι «Ο Δράκος» του 1956 σε σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη, η οποία διακρίθηκε στο Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ το 1960 βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ως καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1950-60.
Σήμερα η ταινία αυτή θεωρείται σαν μία από τις σπουδαιότερες στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Το 1957 ο Κούνδουρος γυρίζει την τρίτη ταινία του σε δικό του σενάριο, με τίτλο «Οι Παράνομοι», πρώτη ταινία για τον ελληνικό εμφύλιο, με εξαιρετική εικαστική εικόνα.
Ο Φιλοποίμην Φίνος, αν και γνωρίζει την αντιεμπορικότητα των ταινιών ποιότητας, εκτιμάει ιδιαίτερα το ταλέντο και τις ικανότητες του Κούνδουρου και αναλαμβάνει την παραγωγή.
Σταθμό στο κινηματογραφικό γίγνεσθαι, αποτελεί και η τέταρτη ταινία του «Μικρές Αφροδίτες» του 1963, σε σενάριο Βασίλη Βασιλικού, η οποία κατακτά το Βραβείο Σκηνοθεσίας και Καλύτερης Ταινίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου το 1963, βραβεία Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Μουσικής και Κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1963, καθώς και το Βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου…..Τρυπώνω- Ξετρυπώνω
…Το 1967 γυρίζει την τολμηρή ταινία «Πρόσωπο της Μέδουσας», η οποία δεν ολοκληρώθηκε λόγω αναχώρησης του Κούνδουρου από την Ελλάδα την επομένη του πραξικοπήματος των συνταγματαρχών.
Αργότερα, η ταινία ολοκληρώθηκε στην Ιταλία και παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Βόρτεξ».
Το 1975, η Φίνος Φιλμ ήταν η κύρια παραγωγός του μουσικού ντοκιμαντέρ του Κούνδουρου, «Τα Τραγούδια της Φωτιάς». Ωστόσο, όλες οι ταινίες του μέχρι το 1977 επεξεργάστηκαν στα εργαστήρια της Φίνος Φιλμ.
Ο Νίκος Κούνδουρος είχε σκηνοθετήσει συνολικά 11 ταινίες – αρκετές με δικά του σενάρια – που κατέκτησαν πολλές διεθνείς βραβεύσεις.
Τελευταία του ταινία είναι η αγγλικής παραγωγής «Το Πλοίο», την οποία γύρισε το 2011 σε δικό του σενάριο.
Έχει επίσης γυρίσει τα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ: «Ιφιγένεια εν Ταύροις», «Αντιγόνη» και «Ελληνιστί Κύπρος». Έχει διατελέσει πρόεδρος της Εταιρίας Ελλήνων Σκηνοθετών, ενώ το 1998 εκδόθηκε βιβλίο του (Stop Carre), με μακέτες, σχέδια και φωτογραφίες από τα πρόσωπα, τα σκηνικά και τα κοστούμια των ταινιών του.
Ονειρεύτηκα πως πέθανα…
Το 2009 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία του, με τίτλο «Ονειρεύτηκα πως πέθανα».
Άλλοτε σε πρώτο ενικό κι άλλοτε αποστασιοποιημένος σαν παρατηρητής ανατρέχει σε μνήμες εξήντα χρόνων και εξιστορεί με κινηματογραφικό μοντάζ το παραμύθi της ζωής του.
«Η μνήμη, χαλαρή, κάνει τα πάντα να σμίγουν σε μια γιορτή, απρόσιτη στους άλλους, στημένη μόνο για μένα. Αφήνω μια εικόνα και πιάνω μιαν άλλη που θα την αφήσω κι αυτή στη μέση, σαν τα ριζίτικα τραγούδια της Κρήτης που οι τραγουδιστάδες δε λένε ποτέ τον τελευταίο στίχο, γιατί κάθε τέλος σέρνει μαζί του θλίψη. Τις αγάπες, τους έρωτες, τα πείσματα, τις προδοσίες, τους φίλους, τους φόβους. Και τέλος το θάνατο. Το θάνατο των άλλων και το θάνατο το δικό σου».
Τον Φεβρουάριο του 2014 τιμήθηκε με ειδική πλακέτα από την Εταιρεία Σκηνοθετών.