Το φεστιβάλ Γαλλόφωνου κινηματογράφου κρύβει μικρά διαμάντια. Μια εξαιρετική ταινία- πολύ ιδιαίτερη –στο αγαπημένο Γαλλικό Ινστιτούτο μας κέρδισε. Ο Ραφαέλ, μονόφθαλμος και λίγο κουασιμόδος, είναι φύλακας σε έναν εγκαταλελειμμένο πλέον Πύργο στην γαλλική επαρχία, όλοι έχουν πεθάνει και φύγει. Ζει με την πιεστική ηλικιωμένη μητέρα του η οποία δεν αξιώνει το γιο της ως παρουσία, είναι κάτι σαν παραπαίδι που την υπηρετεί και δεν αναγνωρίζει καν την πλευρά του ως μουσικού. Ο Ραφαέλ παίζει πίπιζα σε ένα συγκρότημα παραδοσιακής μουσικής στα μπαρ της απόμερης περιοχής.
Ένα βράδυ στον Πύργο φτάνει απελπισμένη η μοναδική κληρονόμος, χωρίς βαλίτσες, τίποτα. Πολύ γνωστή καλλιτέχνιδα, μόνη. Στο πρόσωπο του Ραφαέλ που δεν μιλάει, βλέπει ένα ολόκληρο τοπίο και αρχίζει να τον ζωγραφίζει κρυφά αλλά και να φτιάχνει ένα γλυπτό με τον άργιλο της περιοχής που εκείνος κουβαλά καθημερινά μετά το σκάψιμο. Το ξύπνημα του σώματος του 58χρονου παιδιού Ραφαέλ από τα χέρια της πανέμορφης αλλά και πονεμένης Γκαράνς Σαπτέλ που πλάθουν το γλυπτό, οδηγούν στην αφύπνιση της σεξουαλικότητάς του και σε έναν έρωτα, που πραγματώνεται για μια βραδιά πριν η καλλιτέχνιδα φύγει για την νέα της έκθεση. Ένα σχόλιο πάνω στην μεταμόρφωση του ανθρώπου και στη σχέση τέχνης βιώματος.
Το πολύπλευρο αυτό έργο ανακίνησε πολλά ζητήματα:
Ένα κεντρικό θέμα είναι η σχέση του καλλιτέχνη με το δημιούργημά του και η δημιουργία ως θεραπεία. Υπάρχει κάτι πηγαίο που οδηγεί σε μια ανυπέρβλητη σχέση. Εδώ βλέμμα, σώμα, άγγιγμα, χέρια, υλικά της γης, δένονται με μοναδικό τρόπο. Η γλυπτική είναι η κατ’ εξοχήν απτική τέχνη όπου ο δημιουργός εισέρχεται σε μια σωματικότητα fusionnelle. Πού βρίσκεται το δικό του σώμα και το σώμα του άλλου; Σε μια τέτοια συγχυτική σχέση μπαίνουν η γλύπτρια και ο μουσικός μέχρι να έρθει η τελική dechirure, σχάση, σχίσιμο διαίρεση. Ως άλλη μητέρα η καλλιτέχνιδα επαναδημιουργεί τον Ραφαέλ αλλά και τον εαυτό της. Οι δυο τους έχουν κάτι κοινό. Εκείνη έχασε τη μητέρα της στη γέννα και εκείνος έχει μια μητέρα που δεν αναγνωρίζει το σώμα του. Το κενό πρωταρχικό, εκφράζεται σκηνοθετικά με τη σκηνή της πρώτης ‘Ερωτικής’ συνάντησης, νύχτα, στην άδεια λευκή πισίνα, όπου ο Ραφαέλ παίζει μουσική και η Γκαράνς μαγεύεται.
Το άλλο στοιχείο, καθαρά ψυχαναλυτικό είναι η καθηλωμένη σχέση του Ραφαέλ με την μητέρα του όπως και η απελπισία της μοναχικής γλύπτριας. Η μεταμόρφωση επέρχεται ως το τέλος μιας ανάλυσης. Ένας μεταβιβαστικός έρωτας, με μεταβατικό αντικείμενο το γλυπτό που δεν καταλήγει στην πραγμάτωση του έρωτα ως σχέση αλλά στον διαχωρισμό των δύο προσώπων και μια νέα σχέση με τον εαυτό.
Ένα τρίτο ζήτημα είναι η διαφορά κοινωνικής τάξης των πρωταγωνιστών της παράδοξης αυτής ιστορίας και ο τρόπος που η τέχνη ως βίωμα γεφυρώνει και εξισώνει.
Τέλος είναι ένα σχόλιο στην αποστεωμένη σύγχρονη τέχνη. Ενώ η δημιουργία ενός έργου κάνει τεράστια πορεία που μοιραζόμαστε ως θεατές με τους πρωταγωνιστές, οι θεατές της έκθεσης, όπου εκτίθεται- στο κλείσιμο της ταινίας—ο αργιλάνθρωπος, σκεπτόμενος, ερωτευόμενος – μαζί με άλλα έργα που αποτυπώνουν την επώδυνη προσωπική πορεία της καλλιτέχνιδας, είναι ένας περιφερόμενος θίασος με ακουστικά και ξεναγό. Πώς μπορεί ο καλλιτέχνης να είναι αυθεντικός και η τέχνη απελευθερωτική; Σίγουρα όχι στις παγωμένες λευκές αίθουσες των σύγχρονων μουσείων ,γκαλερί και χώρων τέχνης. Ο Ραφαέλ με τη μουσική που παίζει στην άδεια από κατοίκους πισίνα, στη φύση αλλά και στο δρόμο και στα μπαρ είναι ένα αυθεντικό έργο τέχνης.
Η σκηνοθέτιδα Αναϊς Τελέν, πολύ ουσιαστική, συζήτησε μαζί μας στο τέλος της προβολής. Η βραδιά έκλεισε με μια ζωντανή, συναρπαστική κουβέντα, για τη λίμπιντο, το σώμα την σύγχρονη τέχνη ως φαίνεσθαι αλλά και την αθέατη πλευρά της που σώζει.