ΜΕΣΑ ΤΟΥΣ
Βλέπω την Περσεφόνη
όλο προσδοκία
να τινάζει το φόρεμά της
απ’ τις σκόνες του Άδη
και να πλησιάζει
κρατάει ένα σακούλι με σπόρους-
δώρο του άντρα της
για τους συγγενείς της.
Το σώμα της τώρα σαν
κλωνί θ’ ανθίσει – εαρινή,
μακριά απ’ τις σκιές.
Χαμογελάει,
ξέρει ότι η Άνοιξη τη συμπόνεσε
και στρώνει τώρα τις ομορφιές
για να την παρηγορήσει.
Αυτές τις ομορφιές
που άλλες γυναίκες
του Επάνω Κόσμου
ούτε που τις βλέπουνε.
Είναι που έχουν
τον Άδη
μέσα τους.